Απ’ το 1974 και στη συνέχεια, υπήρχε διάχυτα στους πολιτικούς μας η αντίληψη και η πεποίθηση ότι ο παντοδύναμος χρόνος δρα υπέρ ημών στα εθνικά μας θέματα. Και ίσως να ήταν σωστό για κάποιο, βέβαια, χρονικό διάστημα.
Απ’ το 1995 και μετά, όμως, η συγκεκριμένη υπόθεση μάλλον δεν φαίνεται να έχει σχέση και επαφή με την πραγματικότητα, ειδικά όταν έλαβε χώρα η επώδυνη υπόθεση των Ιμίων και ανήλθε, ως μη όφειλε, στην επιφάνεια το περίφημο θέμα των γκρίζων ζωνών στο Αιγαίο.
Ήταν η εποχή στην οποία υπήρχε στο τραπέζι και η δημοφιλής θεωρία του καρότου και του μαστιγίου, εν όψει της πιθανής εισόδου της Τουρκίας στη Ε.Ε.
Το 1974 η Τουρκία εισβάλλει, για τον λόγο που γνωρίζουμε, στην Κύπρο. Στη συνέχεια συνεχίζει ακατάπαυστα τον εποικισμό στα βόρεια τμήματα της νήσου, ακόμα και σήμερα με τους γνωστούς τρόπους της, όπως την ανέγερση τζαμιών και θρησκευτικών συμβόλων, με μεταφορά στρατευμάτων και εποίκων από τα βάθη της ανατολής και αρχίζει να βγάζει ως αντίβαρο τα θέματα του Αιγαίου, όπως για παράδειγμα ποιος έχει τον έλεγχο και την ευθύνη στις διασώσεις, κ.λ.π. και το σπουδαιότερο το περίφημο και πασίγνωστο casus belli, αν δηλαδή η Ελλάδα προεκτείνει τα χωρικά της ύδατα από τα έξι στα δώδεκα μίλια, κ.ο.κ.
Όμως δεν πρέπει να μας διαφεύγει το γεγονός ότι πολλά χρόνια πριν ο πρωθυπουργός της Τουρκίας, Τουργκούτ Οζάλ (1927-1993), δήλωνε πως αν θέλετε να ξεμπερδέψετε με τους Έλληνες στείλτε τους κάποια εκατομμύρια πρόσφυγες και τελειώσαμε οριστικά!
Πρόσφατα γνωστός πολιτικός της Ελλάδας, είπε πως πρέπει να σταματήσουμε με την “ακινησία”. Τι εννοούσε άραγε με τον όρο αυτόν και γιατί δεν μας το έλεγε νωρίτερα, ή γιατί δεν το έκανε πράξη εκείνος, όσο μπορούσε φυσικά, όταν ήταν υπεύθυνος υπουργός σε κυβερνητικά πόστα;
Δηλαδή πριν υπήρχε ακινησία, τουτέστιν δεν κάναμε τίποτα και τώρα τι πρέπει να κάνουμε στο εθνικό μας θέμα; Με την πρόσφατη ανακοίνωση του μνημονίου μεταξύ Τουρκίας και Λιβύης η πρώτη προσπαθεί με τον τρόπο της να μας αποκόψει από την νοτιοανατολική μεσόγειο.
Ακόμα όμως και να έρθουμε, με οποιοδήποτε τρόπο, σε όποιο συμβιβασμό μαζί της, εκείνη θα συνεχίσει να προκαλεί και ζητάει περισσότερα και σε συνεχή βάση. Η δική μας αποτρεπτική ικανότητα είναι τελικά, για πολλούς ειδήμονες, η μόνη η οποία μπορεί να δράσει ικανοποιητικά και αποτελεσματικά απέναντι σε αυτή.
Που βρίσκονται όμως οι δικές μας γραμμές, οι συντεταγμένες μας, τα σύνορά μας; Ποια είναι τα δικαιώματά μας; Πώς αλήθεια περιμένουμε να βρούμε το δίκιό μας, σε όποιο διεθνές δικαστήριο αν αναγκαστούμε να πάμε ή αν μας σύρουν μετά από μια επικίνδυνη και σοβαρή κρίση, αν εμείς δεν έχουμε δηλώσει σαφώς και απαρέγκλιτα ποια είναι τα δικά μας σύνορα, κάτι το οποίο δεν έχει κάμει η χώρα μας, για ανεξήγητο λόγο, έως τώρα;
Και τέλος, υπάρχει άραγε συνεννόηση μεταξύ των πολιτικών αρχηγών της χώρας μας τι μέλει γενέσθαι εάν κάποια πράγματα αίφνης δεν πάνε κατ’ ευχήν και υπάρχει καθαρή παραβίαση ζωτικών μας χώρων από τη γείτονα και σύμμαχο χώρα, στα πλαίσια πάντοτε του ΝΑΤΟ, και στα οποία η χώρα θα πρέπει να αντιδράσει με δυναμικό τρόπο;
Σε ποιες συγκεκριμένα ενέργειες θα πρέπει να προβεί η χώρα μας εκείνη την κρίσιμη ώρα; Θα έχει τη σύμφωνη γνώμη των άλλων πολιτικών κομμάτων ή θα αρχίσουν τα όργανα, αμέσως μετά, με απρόβλεπτες συνέπειες για τα συμφέροντά μας;
Όμως έπρεπε ήδη να έχουν συνεννοηθεί μεταξύ τους, αν δεν το έχουν κάνει ως τώρα γιατί κάποια πράγματα γίνονται και δεν ανακοινώνονται, αφού η περίοδος που διανύουμε σήμερα είναι σίγουρα από τις χειρότερες που βιώνει το έθνος μετά το σημαδιακό έτος 1974!
“Οι καιροί ου μενετοί” δήλωναν, παλιότερα, κάποια χαρισματικά τέκνα της πατρίδας μας και οφείλουμε να τα ακούσουμε!