Του Δημήτρη Χ. Σάββα

Αρχίζει να αλλάζει όψη η ζωή των ανθρώπων. Είχαν περάσει βέβαια τόσα πολλά και περίμεναν πώς και πώς τούτες τις μέρες! Τους είχαν σημαδέψει για τα καλά οι πόλεμοι, οι εμφύλιοι σπαραγμοί, οι συμφορές, τα βάσανα και οι στενοχώριες, ο θάνατος και η πίκρα. Αρχές της δεκαετίας του πενήντα. Η πόλη μας δειλά δειλά πατάει στα πόδια της, οι κάτοικοί της ελπίζουν, πιστεύουν, επιθυμούν κάτι το καλύτερο. Περιμένουν την Μεγάλη Εβδομάδα, την κίνηση της αγοράς που αυτές τις μέρες έπαιρνε ένα ιδιαίτερο εορταστικό χρώμα. Τα διαφημιστικά μηνύματα των τοπικών μας εφημερίδων γίνονται ολοένα και πιο ελκυστικά για τους πελάτες. Ακόμα και για τους πιο απαιτητικούς αφενός αλλά και για όλα τα γούστα αφετέρου. Είδη επιπλώσεως πού αλλού; Από τον Σαμάρκο. Λάστιχα αυτοκινήτων στο κατάστημα Στυλιανού Ν. Μαυράκη και φυσικά ψαθάκια, κασκέττα, υποκάμισα, γραβάτες, ανδρικά και γυναικεία εσώρουχα, μακό και ζέρσεϋ από την Κορνήλιου Μπαρμπουνάκη. Από την εταιρεία “Φαιστός” γινόταν η προμήθεια σε ηδύποτα, κονιάκ, ούζο, λικέρ, καθώς και επιτραπέζια κρασιά ανωτέρας ποιότητας. Γλυκά, τούρτες, παγωτά, κουφέτα, αυγά, σοκολατάκια… όλα βρίσκονται σε μεγάλη αφθονία. “Η φίρμα μας ADAM’S εξασφαλίζει την μεγαλυτέραν σας επιτυχίαν!”

Είδη γενικού εμπορίου οι Καστρινοί μπορούν να προμηθευτούν από του Παρασύρη το κατάστημα που βρισκόαν στην οδό Καλοκαιρινού, στην Πλατεία Στράτα. Ο Παρασύρης ήταν ο πατέρας της Παρής Κάββου και πεθερός του Γεωργίου Κάββου. Τέλος δεν θα μπορούσε να λείψει λόγω των ημερών ένα ποτήρι κρασί ή ένα ποτήρι μπύρα, συνοδευόμενο πάντα από κάποιον εκλεκτό μεζέ. Το ζυθεστιατόριον “Περλεπέ” σίγουρα φρόντιζε για όλα αυτά και με το παραπάνω επί της λεωφόρου Κνωσού. Πάντα όμως λέμε να υπάρχουν και οι γιατροί, αλλά να είναι αχρείαστοι!

Έτσι λοιπόν, στις καταχωρήσεις των τοπικών εφημερίδων εκείνης της εποχής συναντά κανείς τα ονόματα: Ζαχαρίας Μουρτζίδης παιδίατρος, Μαρία Τζάνη – Μακαρώνα μαιευτήρ – γυναικολόγος, Νικόλαος Ματζαπετάκης δερματολόγος και κάποιων άλλων. Τέτοιες μέρες… Η πασχαλινή κίνηση της καστρινής αγοράς παρουσιάζεται κατά τον καλύτερο και πιο ζωντανό τρόπο από την τότε καθημερινή ηρακλειώτικη εφημερίδα “ΠΑΤΡΙΣ” τον Απρίλιο του 1952. Τότε που τα προϊόντα έμπαιναν στα κοφίνια, γνήσια και νόστιμα, χωρίς ψεκασμούς, ούτε εισαγωγής, τότε που τα αμνοερίφια των κρεοπωλείων ήταν ντόπια και ελεύθερης πράγματι βοσκής, τότε που είχε η οκά… τρακόσια! Ας δούμε πώς παρουσιάζει αυτή την κίνηση ο τότε αρθρογράφος.

“Η χθεσινή τελευταία ημέρα των γενικών προμηθειών η μαρτυρική ημέρα διά κάθε οικογενειάρχην, δια την σημερινήν μεγάλην πανήγυριν, πέρασε σαν παραμονή πολεμικών προετοιμασιών.

Όλος ο κόσμος ξεχύνεται στους δρόμους και όλος κατευθύνεται στην αγορά. Κοφίνια, καλάθια, τσάντες και διαφόρων ειδών χρειώδη γεμίζουν από τα αγοραζόμενα πασχαλινά αγαθά. Μια βοή, ένας θόρυβος μεγάλος δημιουργείται από τις φωνές των διαφόρων πωλητών. Άλλος είς τόνον βαρύν, άλλος οξύφωνος, άλλος με βραχνή φωνή διαλαλεί το εμπόρευμά του. Εις τα κρεοπωλεία το πράγμα ποικίλει. Συζητήσεις δια την ποιότητα του κρέατος, φιλονικείαι δια την τιμήν, ρυθμικοί κρότοι των μαχαιριών προτιμήσεις και χίλια δύο άλλα αναπαραστούν την βαβυλωνίαν.

– Εδώ κύριοι τα βουτυρένια αρνάκια.

– Πάρτε κύριοι αρνάκι του γάλακτος.

– Εξαιρετικό δαμάλι κύριοι.

– Ορίστε 24 η οκά.

– Περάστε, 22 η οκά. Και άλλος παρέκει.

– Δέκα οχτώ η οκά τα ωραία.

Και οι πολυπληθείς πελάτες εψώνιαζαν και έφευγαν. Ευτυχώς υπήρχε αφθονία κρετάτων χάρις εις την εφετεινήν εύνοιαν του καιρού. Τα παντοπωλεία προσέφεραν αυγά με διαφόρους διακυμάνσεις των τιμών.

– Περάστε κύριοι έχω αυγά μεγάλα και καθαρά.

– Μυζήθρες ολόπαχες.

– Εδώ οι καλοί ανθότυροι, δέκα οκτώ η οκά.

– Πορτοκάλλια Φοδελιανά έξε η οκά.

– Εξαιρετικά λεμόνια.

– Να τα σουλτανιά πορτοκάλλια.

Τα ίδια και στους πλανόδιους και μικροπωλητές.  Και οι πωληταί κάθιδροι και μοσοβραχνιασμένοι πωλούν διαρκώς και εισπράττουν εικοσαχίλιαρα, δεκαχίλιαρα και λιανά. Πουλερικά όχι και πολλά. Ψάρια ελάχιστα.

Το απόγευμα όταν το λαϊκόν πλήθος εγκατέλειψε τας εργασίας του, η κίνησις ήτο ασφυκτική ιδίως εις τους κεντρικούς δρόμους. Όλ’ αυτά μου θύμησαν την παληά εποχή της φθήνειας και της ησυχίας. Θυμάμαι τον Τζαμπαζαλή τον κρεοπώλη που με την βροντώδη φωνή του διαλαλούσε.

– Τρία κοσάρια, τρία κοσάρια αρνιά του Μεραμπέλου.

Θυμάμαι τον Κιρλή, τον Βουρεξάκη, τον Ανδρουλάκη και τόσους άλλους που σήμερο δεν ζουν, που χτυπώντας τα κασσαπομάχαιρα φώναζαν:

– Αρνιά παχιά, ανριά τετράπαχα, αρνιά ντόπια τρία κοσάρια και να διαλέγετε.

Τον Τζαβλάκι, τον Αθανάση, τον Γιαννάκο, με τα ωραία λαχανικά που όλα τα προσέφεραν κάτω της μιας εικοσάρας την οκά σχεδόν.

Μιζήθρες δύο εικοσάρες αλατισμένες και ανάλατες”.

Όσο για το ψωμί από τον καινούργιο φούρναρη, έτσι λέγανε τον μακαρίτη τον Καστρινάκη, είχε 30 λεπτά το διπλό και 25 λεπτά το μπαγιάτικο.

Άλλοι εκείνοι οι καιροί… Διαφορετικές οι εποχές αλλά και οι συνήθειες των ανθρώπων!

Από την στήλη μας σας ευχόμαστε καλό Μεγαλοβδόμαδο, καλή Ανάσταση και χρόνια πολλά, γεμάτα υγεία, χαρά και ευτυχία!