Η παιδική κακοποίηση φαίνεται να παίρνει στις μέρες μας τεράστιες διαστάσεις. Εμφανίζεται με γρήγορο ρυθμό και αποτελεί φαινόμενο που συνοδεύει την καθημερινότητά μας. Και είναι αλήθεια ότι δεν υπάρχει άνθρωπος στον πλανήτη που να μην έχει βιώσει την κακοποίηση είτε ως θύμα, είτε ως θύτης, είτε ως θεατής.
Είναι επίσης αλήθεια ότι η παιδική κακοποίηση δεν έχει ούτε χρώμα, ούτε εθνικότητα, ούτε κοινωνικό στρώμα, ούτε φύλο.
Αν και επικρατεί ασάφεια, όσον αφορά στη συχνότητα του φαινομένου στις διάφορες μορφές του, εξαιτίας της μυστικότητας και του ιδιωτικού μανδύα, που το περιβάλλει και το χαρακτηρίζει, τα στοιχεία που έρχονται στο φως προκαλούν ανησυχία και τρόμο. Επιπλέον, με την ενίσχυση και των μεταναστευτικών ρευμάτων τα παιδιά γίνονται θύματα μιας άλλης μορφής δουλείας και βίας, της εμπορίας για οικονομική και σεξουαλική εκμετάλλευση γνωστής διεθνώς ως trafficking, αλλά και για την προμήθεια ανθρώπινων μοσχευμάτων.
Εννοιολογικά, κακοποίηση, συνώνυμη της λέξης κακοποιία, σημαίνει πράξη, ενέργεια, όχι τυχαία, που προκαλεί απειλή και βλάβη στον άλλον. Με την ευρύτερη έννοια του όρου, κακοποίηση δεν σημαίνει μόνο απειλή ή βλάβη, αλλά σημαίνει και έλλειψη προσφοράς των βασικών προϋποθέσεων εξέλιξης, ανθρώπινων συνθηκών ζωής, σημαίνει δραστηριότητες και παραλείψεις, που οδηγούν σε στέρηση δικαιωμάτων στη ζωή, στην εκπαίδευση, στην κοινωνική ενσωμάτωση.
Στον όρο κακοποίηση, ως υπερκείμενη έννοια, εντάσσονται διάφορες μορφές δράσης και μέσων, η χρήση των οποίων βλάπτει τον άλλον. Οι πιο γνωστές και οι περισσότερο επικίνδυνες μορφές παιδικής κακοποίησης είναι: η σωματική και η ψυχική βία, η οικογενειακή βία, η σεξουαλική κακοποίηση και εκμετάλλευση, ο εκφοβισμός (σχολικός και μη), η παραμέληση, η ιδρυματική βία, η παιδική εμπορία (trafficking), η βία του Internet, το σύνδρομο παιδικής υπερκόπωσης.
Είναι γνωστό ότι οι πρώιμες τραυματικές εμπειρίες συνοδεύουν τον άνθρωπο σε όλη του τη ζωή. Αφήνουν ανεξίτηλα αποτυπώματα στην ψυχή και στο σώμα του, επηρεάζουν συναισθήματα, σκέψεις, πράξεις και συμπεριφορές, αφού το σώμα και η ψυχή έχουν μνήμη, όπως αυτό αποτυπώνεται σε κάθε περίπτωση ανάκλησης, ανάπλασης και αναβίωσης των τραυματικών εμπειριών. Σε αυτές τις νοητικο-συναισθηματικές διαδικασίες δραστηριοποιούνται ξανά τα ίδια κύτταρα, τα ίδια συστήματα και προκαλείται το ίδιο, το αρχικό αποτέλεσμα, το ψυχικό τραύμα. Αυτό σημαίνει ότι οι πρώιμες τραυματικές εμπειρίες δεν εξαφανίζονται, αλλά συνοδεύουν και βασανίζουν το θύμα σε όλο το υπόλοιπο της ζωής τους.
Επιπρόσθετα, αν δούμε το φαινόμενο της παιδικής κακοποίησης με τα μάτια της επιγενετικής -επιγενετική είναι μια σχετικά νέα επιστήμη, που ασχολείται με τις αλλαγές της συμπεριφοράς των γονιδίων, εξαιτίας περιβαλλοντικών επιδράσεων, δηλαδή η επιγενετική ερμηνεύει τα πώς και τα γιατί της αλλαγής του προγραμματισμού της λειτουργίας των γονιδίων- τότε μόνο θα μπορέσουμε να αντιληφθούμε τις βλαβερές συνέπειες της κακοποίησης, τόσο στο θύμα άμεσα, όσο και στους απογόνους του έμμεσα. Ουσιαστικά, οι τραυματικές εμπειρίες της κακοποίησης αφορούν και επηρεάζουν όχι μόνο αυτόν, το θύμα, που τις βιώνει και έχει τις επιπτώσεις τους, αλλά με επιγενετικές διαδικασίες οι επιπτώσεις μεταβιβάζονται και στους απογόνους.
Αν όλα αυτά γίνουν πλήρως κατανοητά, τότε οι απόψεις μας για το φαινόμενο της κακοποίησης, τις συνέπειές του στο θύμα, ακόμα και στους απογόνους του και την ποινική του αντιμετώπιση αναθεωρούνται και παίρνουν άλλες πολύ πιο σοβαρές διαστάσεις. Η παιδική κακοποίηση αφήνει ουλές που δεν φαίνονται.
Είναι κρυμμένες στο σώμα, στα κύτταρα, στην ψυχή. Ο ξυλοδαρμός, η ταπείνωση και η απαξίωση, ο εκφοβισμός, η παραμέληση, η σεξουαλική βία, ο πόνος και η θλίψη απεικονίζονται στα γονίδια (διαδικασίες DNA-μεθυλίωσης). Επίσης και άλλοι δυσμενείς παράγοντες ευθύνονται για την πρόκληση διαδικασιών DNA-μεθυλίωσης, όπως είναι η κακή διατροφή, το αλκοόλ, το τσιγάρο, το στρες κ.ά. με σοβαρές επιγενετικές επιπτώσεις.
Είναι σωστό να λεχθεί ότι τα γονίδια σχηματίζουν τον άνθρωπο και ο άνθρωπος σχηματίζει τη δράση των γονιδίων του με τις εμπειρίες του (Spengler, 2010, Max-Plank Institut, München).
Οι τραυματικές εμπειρίες, πιο πολύ της προγεννητικής και πρώιμης παιδικής ηλικίας, μπορεί να επηρεάσουν και να βλάψουν ανεπανόρθωτα την εξέλιξη, τη δομή, την αρχιτεκτονική και τη λειτουργία του εγκεφάλου.
Το υπερβολικό στρες εκδηλώνεται, εξαιτίας της κακοποίησης και των τραυματικών εμπειριών που το συνοδεύουν, βλάπτει τη λειτουργία των νευρωνικών δικτύων-συνάψεων του κεντρικού νευρικού συστήματος. Παρατεταμένη ψυχική επιβάρυνση-στρες είναι δυνατό να προκαλέσει εκφύλιση κυτταρικών αξόνων και καταστροφή κυττάρων π.χ. στον ιππόκαμπο, μια σημαντική δομή του εγκεφάλου, ιδιαίτερα για τη μάθηση και τη μνήμη (Schwebel & Wolf, Ruhr-Univ., 2012).
Αν η κακοποίηση συμπέσει χρονικά με την προγεννητική περίοδο, με τα πρώτα χρόνια της ζωής του παιδιού -τις “κρίσιμες φάσεις” εξέλιξής του- τότε εκφράζονται λιγότερα γονίδια στα κακοποιημένα παιδιά από ό,τι στα παιδιά που κακοποιούνται αργότερα. Αυτό απορρυθμίζει τα επίπεδα των νευροδιαβιβαστών στον εγκέφαλο και βλάπτει την ανάπτυξη περιοχών του (Ising 2012, Max-Blanck Institut für Psychiatrie, Lutterotti, 2013, F.A. 22.07.2013).
Η παιδική παραμέληση, η ψυχική βία, καθώς και άλλες μορφές κακοποίησης βλάπτουν τα τελομερή και προκαλούν σε αυτά σμίκρυνση. Τα τελομερή προστατεύουν εκατέρωθεν τα άκρα των χρωμοσωμάτων και μπορεί να παραβληθούν με καλύμματα προστασίας τους. Η σμίκρυνση και η φθορά των τελομερών συνδέεται με πρόωρη γήρανση και νόσους. Επισημαίνεται ότι οι συνέπειες της κακοποίησης λιγοστεύουν τη ζωή 9-17 χρόνια περίπου. Η παντελής έλλειψη τελομερών οδηγεί σε θάνατο (Blackburn, Βραβείο Νόμπελ 2009, καθηγήτρια, Epel, καθηγήτρια (2017): Die Entschlüsselung des Alters: Der Telomeren-Effekt. Goldmann: München).
H παιδική κακοποίηση μπορεί να βλάψει την εξέλιξη, την αρχιτεκτονική και τη δομή του εγκεφάλου, όπως αναφέρθηκε πιο πάνω. Αυτές οι βλάβες οδηγούν αντίστοιχα σε δυσλειτουργίες του εγκεφάλου και διαταραχές σε γνωστικό, συναισθηματικό και κοινωνικό επίπεδο.
Το φυσιολογικό υπόβαθρο όλων αυτών των λειτουργιών και πολλών άλλων είναι ο εγκέφαλος. Το στρες, ως αποτέλεσμα της παιδικής κακοποίησης και η υπερπαραγωγή στρεσσογόνων ορμονών (κορτιζόλη, αδρεναλίνη, νορεπινεφρίνη) διαταράσσουν και εμποδίζουν την αισθητηριακή ολοκλήρωση, με συνέπεια την καθυστέρηση ή και μείωση της εξέλιξης των γνωστικών λειτουργιών (Hüther, καθηγητής Πανεπιστημίου Göttingen, Stern 10.03.2008). Κάθε βλάβη στον εγκέφαλο έχει αντίκτυπο στις λειτουργίες του. Ανάμεσα στους περισσότερο ζημιογόνους παράγοντες του εγκεφάλου συγκαταλέγεται κάθε μορφή παιδικής κακοποίησης.
Οι τραυματικές εμπειρίες της παιδικής ηλικίας προκαλούν αλλαγή στα βιολογικά συστήματα με σοβαρές επιπτώσεις στις πνευματικές λειτουργίες, στο συναίσθημα και στο ανοσοποιητικό σύστημα. Τα υψηλά επίπεδα στρεσογόνων ορμονών στον οργανισμό μπορεί να ευθύνονται για τις διάφορες μορφές ψυχικών διαταραχών (μειωμένο αυτοσυναίσθημα, κατάθλιψη, αντικοινωνική συμπεριφορά, χρήση ουσιών κ.ά.), ακόμα και στην παιδική και εφηβική ηλικία. Επίσης, η πλειονότητα των μαθητών με μαθησιακά προβλήματα (χαμηλή επίδοση, προβλήματα συγκέντρωσης προσοχής, υπερκινητικότητα κ.ά.) είναι παιδιά που βίωσαν στρεσσογόνες καταστάσεις (βλέπε: Familiendynamik 2008, 33 (1): 6-15).
Οι παιδικές τραυματικές εμπειρίες αφήνουν ίχνη και επηρεάζουν διαρκώς τη σωματική και την ψυχική υγεία του ανθρώπου. Αυτή η σχέση ήταν μέχρι πρότινος άγνωστη. Σήμερα γνωρίζουμε ότι τα τραυματικά βιώματα, ιδιαίτερα εκείνα της πρώιμης παιδικής ηλικίας, πολύ περισσότερο τα βιώματα στο μητρικό σώμα (προγεννητική φάση εξέλιξης), ενέχουν σοβαρούς κινδύνους για την εμφάνιση πολλών και ποικίλων νόσων στις επόμενες φάσεις εξέλιξης.
Η σωματική και η ψυχική βία, η σεξουαλική κακοποίηση, η έλλειψη δεσμού και στοργής, η παραμέληση, οι αντίξοες κοινωνικο-οικονομικές καταστάσεις ευθύνονται κατεξοχήν για την εκδήλωση σοβαρών νόσων, όπως είναι οι καρδιολογικές και οι αγγειακές νόσοι, η αδυναμία ελέγχου και διαχείρισης του άγχους, η κατάθλιψη, οι ορμονικές διαταραχές, ο καρκίνος κ.ά.
Ο άνθρωπος είναι σήμερα υποχρεωμένος να ζει μέσα σε ένα τόσο αφιλόξενο, ανθυγιεινό και ποικιλότροπα βεβαρημένο περιβάλλον, όσο και σε μια συνεχή ψυχική πίεση και πολλαπλά δύσκολες κοινωνικο-οικονομικές καταστάσεις. Και σε όλα αυτά έρχονται να προστεθούν και οι συνέπειες μιας άτακτα εξελισσόμενης παγκοσμιοποίησης.
Eρευνητικά ευρήματα δείχνουν ότι όσο πιο κακές είναι οι συνθήκες ζωής την περίοδο της παιδικής ηλικίας, τόσο μεγαλύτερος είναι ο κίνδυνος εκδήλωσης νόσων και μόλυνσης από ιούς. Γενικά, όσο πιο οδυνηρές είναι οι τραυματικές εμπειρίες, τόσο πιο μεγάλος είναι ο κίνδυνος παρουσίας ασθένειας και η πιθανότητα θανάτου (καρδιοαγγειακές παθήσεις, ασθένειες αναπνευστικής οδού και πνεύμονα, γαστρεντερικές ασθένειες, ασθένειες μεταβολισμού, θλάση οστών, καρκίνος κ.ά., Cohen & Schubert. Στο: Wilbelm, 2014, Plener et al., 2017).
Ερευνητικά δεδομένα δείχνουν, επίσης, ότι τα τραυματικά βιώματα της παιδικής ηλικίας αποτελούν βασικό παράγοντα κινδύνου για την εξέλιξη ψυχικών διαταραχών. Σχεδόν 30% όλων των ψυχικών διαταραχών είναι προϊόν τραυματικών εμπειριών της πρώιμης παιδικής ηλικίας. (Brück & Binder, 2017). Επίσης, όπως μας πληροφορεί ο Banzhaf (2017), 60% των ανδρών και 50% των γυναικών έχουν τραυματικές εμπειρίες και 10%-25% από αυτούς παρουσιάζουν έντονες μετατραυματικές, επιβαρυντικές διαταραχές. Είναι σημαντική, επίσης, η διαπίστωση, ακόμη και για προληπτικούς λόγους, ότι ο εκφοβισμός και η τρομοκράτηση παιδιών και εφήβων αποτελούν γενικά γενεσιουργά αίτια για την πρόκληση ψυχικών διαταραχών, άγχους, κατάθλιψης και συμπεριφορές αυτοτραυματισμού.
Συχνά, αρκεί μόνο ένα βλέμμα, ένας θόρυβος, ένας διαφορετικός τόνος φωνής για να ενεργοποιηθούν τραυματικά βιώματα (τα κύτταρα έχουν μνήμη) με επακόλουθο την έκκριση στρεσσόγονων ορμονών και τη δημιουργία φαινομένων πανικού και άγχους μέχρι θανάτου.
Οι προγεννητικές και οι πρώιμες παιδικές εμπειρίες επηρεάζουν αποφασιστικά τη ζωή του ανθρώπου, τη ψυχοφυσική του υγεία, τον ψυχοσυναισθηματικό του κόσμο και την ικανότητά του να αγαπά, αλλά και να μισεί τους άλλους, να αναπτύσσει κοινωνικές σχέσεις, αλλά και αντικοινωνικές τάσεις και παραβατικές συμπεριφορές.
Η συμπεριφορά κάθε ανθρώπου αντανακλά στις συμπεριφορές των άλλων απέναντί του. Για τη μείωση -επιθυμητή η εξάλειψη- του φαινομένου της κακοποίησης, επιβάλλεται νέος προσανατολισμός στην αγωγή, που παρέχεται στα παιδιά στο πλαίσιο της οικογένειας και του σχολείου ιδιαίτερα, αλλά και της κοινωνίας ευρύτερα. Στο περιεχόμενο της αγωγής, πέραν από τον γνωστικό τομέα, ξεχωριστή θέση, πολύ πιο σοβαρή, οφείλει να έχει ο ηθικοκοινωνικός τομέας.
Όσον αφορά στις πανανθρώπινες αξίες αγάπη, αλληλεγγύη, δικαιοσύνη, σεβασμός στον συνάνθρωπο, φιλαλήθεια κ.ά. επιβάλλεται επιτακτικά στις μέρες μας να συνοδεύουν τη ζωή όλων. Οι αξίες που κυριαρχούν σε μια κοινωνία όπως αυτές αποτυπώνονται στις συμπεριφορές σημαντικών για τα παιδιά προσώπων, παραλαμβάνονται και υιοθετούνται από αυτά με τη μορφή “αυτονοήτων”. Γι’ αυτό η ευθύνη των ενηλίκων για τα φαινόμενα κακοποίησης είναι τεράστια.
* Ο Αντώνης Β. Κυπριωτάκης είναι ψυχολόγος, καθηγητής Παν/μίου Κρήτης