Μπαίνεις στην αίθουσα, δίπλα στης πόλης τη βουή, και η ματιά σου γεμίζει ομορφιά. Κι ακούς το θρόισμα των φύλλων και τους κελαηδισμούς των πουλιών. Και χαίρεσαι τα υποφωτισμένα φυλλώματα και τις λάμπες που δραπέτευσαν, λες, από περασμένες εποχές και σφηνώθηκαν στην αγκαλιά της τέχνης. Κι αφήνεσαι στη ζεστασιά του μπλε, ανάμεσα θάλασσας κι ουρανού. Είναι τα τέσσερα στοιχεία με τα οποία ο Μανώλης Σαριδάκης χτίζει το εικαστικό του σύμπαν: μόνο φυλλωσιές, πουλιά, λάμπες του δρόμου κι όλα μαζί μέσα στο ζεστό μπλε.

Πρόκειται για μια μετακύληση εικόνων φυσικών, με τρόπο λιτό, αφαιρετικό, ταυτόχρονα λυρικό και ρομαντικό. Που υποβάλλουν μουσικότητα και ποιητικότητα, που συλλαμβάνουν τη φυσική ομορφιά και την αποθέτουν  στο χώρο της τέχνης. «Ψίθυροι τρομαγμένοι στην ακτή κι ύστερα μια τρυφερότητα βουβή» (Χριστόφορος Λιοντάκης).

Ο Μανώλης Σαριδάκης, ζωγράφος δεύτερης γενιάς, βαθύς γνώστης τόσο των χρωμάτων όσο και των συνειρμών, αναπτύσσει ένα γόνιμο διάλογο με τα φυσικά στοιχεία από τον οποίο προκύπτουν συνθέσεις («αντιστίξεις» για τον ίδιο), φόρμες καθαρές, ταυτόχρονα δυναμικές, όπου το σοβαρό «προάγεται σε παιγνιώδες». Ο ίδιος ερμηνεύει τη ζωγραφική του ως αφήγηση με πολλαπλές αναγνώσεις, με το χρώμα, τους ιριδισμούς του φωτός και το ρυθμό των επάλληλων στρωμάτων.

Η δική μου ανάγνωση: το γλυκό φωτεινό μπλε, κάποιες φορές απ’ το σουρούπωμα, κάποιες από τις νύχτες με πανσέληνο, με μετέφερε σε ώρες σιωπής -«σιωπές αγαπημένες της σελήνης»-, ν’ ακούγεται μόνο η φωνή της φύσης, με το νυσταγμένο κούρνιασμα των πουλιών στις φυλλωσιές των δέντρων και το θρόισμά τους, παρέα μ’ εκείνες τις λάμπες τις παλιές, που έρχονταν να φωτίσουν ήπια τα βράδια μας. Στιγμές της φύσης αφομοιωμένες και εκφρασμένες με λεπτότητα και ευαισθησία.

Ο Μανώλης Σαριδάκης ζωγραφίζοντας αγκαλιάζει και υποβάλλει με θέρμη τα συναισθήματά του. «Κάθε λουλούδι χρωστά την άνθησή του σ’ έναν ευγενή ενθουσιασμό», λέει ο Μπαλζάκ). Ο ευγενής αυτός ενθουσιασμός νιώθεις να σε συνοδεύει φεύγοντας.

Αρετούσα Ιερωνυμάκη, Αντώνης Καρτσάκης