Είναι γεγονός ότι όλοι μας αναζητούμε την ευτυχία, την εσωτερική γαλήνη. Μόνο που καθένας ακολουθεί τον δικό του δρόμο. Άλλοι προσθέτουν νέες επιθυμίες και μένουν συνεχώς ανικανοποίητοι. Άλλοι πάλι καταφεύγουν σε μια απαισιόδοξη, μελαγχολική θεώρηση της ζωής. Πάντως η τέχνη και ο έρωτας αποτελούν μια υπόσχεση ευτυχίας. Αποτελούν και οι δύο αυτοί δρόμοι την επιθυμία να αναγνωρίσουμε και να κατακτήσουμε την ομορφιά. Εκείνη που συχνά κρύβεται στα μικρά καθημερινά πράγματα.

Θα περιοριστώ στην αίσθηση του Κ.Π. Καβάφη που δικαίως έχει κατακτήσει μια από τις πρώτες θέσεις στον κόσμο της ποιητικής δημιουργίας. Ορισμένοι αποδίδουν την επιτυχία του σε εξωκαλλιτεχνικά κριτήρια π.χ. ότι μεταφράζεται εύκολα χωρίς μεγάλη απώλεια της ποιητικής αξίας του, άλλοι στην ερωτική του ιδιομορφία. Πάντως εμείς που έχομε το προνόμιο να απολαμβάνομε την ποίησή του στη γλώσσα που έγραψε, πρέπει να θεωρούμε τον εαυτό μας τυχερό.

Πολλά από τα ποιήματά του είναι γνωστά και οι στίχοι του χρησιμοποιούνται κάποτε και στον καθημερινό λόγο. Υπάρχει μια τεράστια βιβλιογραφία από ειδικούς θεωρητικούς που προσπαθούν να ξεκλειδώσουν τα μυστικά της τέχνης του.

Οπωσδήποτε είναι ένας ποιητής που πάλεψε πολλά χρόνια για να κατακτήσει το προσωπικό του ύφος και το κατάφερε στα ώριμα χρόνια του.

Έχει αποδώσει ποιητικά με μοναδικό τρόπο την αίσθηση του χρόνου, της ιστορίας και της φθοράς. Ακόμα και στα ερωτικά του ποιήματα μεταφέρει περισσότερο με την μνήμη στιγμές που ανακαλεί με πίκρα και αγωνίζεται να ζωντανέψει.

Το ποίημα που θα σχολιάσω έχει τον τίτλο «Μακρυά».

Θάθελα αυτήν την μνήμην να την πω…

Μα έτσι εσβύσθη πια… σαν τίποτε δεν απομένει –

Γιατί μακριά, στα πρώτα εφηβικά μου χρόνια κείται.

Δέρμα σαν καμωμένο από ιασεμί…

Εκείνη του Αυγούστου – Αύγουστος ήταν; – η βραδυά…

Μόλις θυμούμαι πια τα μάτια· ήσαν, θαρρώ, μαβιά…

‘Α ναι, μαβιά· ένα σαπφείρινο μαβί.

Έχουμε την αίσθηση ενός ανθρώπου που προχωρεί στην έρημο και προβάλλουν μπροστά του αντικατοπτρισμοί από το παρελθόν, σπασμένες εικόνες όπως το ταραγμένο νερό μιας λίμνης. Οι λέξεις ηχούν, όπως ένα κρύσταλλο που θρυμματίζεται.

Στους επτά στίχους με όλα σχεδόν τα σημεία στίξεως αγωνίζεται να αναστήσει μια ανάμνηση ερωτικής εμπειρίας από τα περασμένα. Είναι αλήθεια ότι, όταν ανακαλούμε όμορφες στιγμές που χάθηκαν στο πέρασμα του χρόνου, νοιώθουμε μια πίκρα. Το αντίθετο συμβαίνει με τις άσκημες περιπέτειες που περάσαμε. Διαβάζοντας το ποίημα γινόμαστε συμμέτοχοι στην αγωνία του να επανακτήσει και να βιώσει πάλι την ομορφιά που έζησε και χάθηκε. Ήταν στα πρώτα εφηβικά του χρόνια. Θυμάται το δέρμα. Ήταν ή δεν ήταν Αύγουστος; Αυτό ακριβώς το ερωτηματικό δείχνει τη δεξιοτεχνία του ποιητικού λόγου. Θυμάται τα μάτια και καταλήγει με χαρά, όταν επιβεβαιώνει ότι το χρώμα τους ήταν «ένα σαπφείρινο μαβί».

Καθένας μας έχει αποταμιεύσει κάποιες στιγμές ανείπωτης ερωτικής ευτυχίας από τις περιστάσεις της ζωής του. Μόνο όμως οι μεγάλοι δημιουργοί κατορθώνουν να μας χαρίζουν την ηδονή μεταφέροντας τα δικά τους βιώματα και γίνονται «χαρά και μύρο της ζωής μας» τα ποιήματά τους και οι μελωδίες που δημιουργούν.

 

*Ο Ζαχαρίας Καραταράκης είναι φιλόλογος