Μετά από χρονικό διάστημα σχεδόν έξι μηνών από τη διενέργεια των τελευταίων βουλευτικών εκλογών στη Γερμανία κατάφεραν επιτέλους τα γερμανικά πολιτικά κόμματα να συμφωνήσουν για την εκλογή καγκελαρίου και νέας Κυβέρνησης.

Η χώρα όμως, αν και έχει περάσει τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα, λειτουργούσε κανονικά, που σημαίνει ότι υπάρχουν δομές στη χώρα και η κυβέρνηση δεν επηρεάζει άμεσα την κρατική εξουσία. Ενώ αν αυτό συνέβαινε σε άλλη χώρα και ιδιαίτερα στη χώρα μας, αφενός μεν το κράτος δεν θα λειτουργούσε κανονικά και αφετέρου είναι βέβαιον ότι κατά το χρονικό διάστημα των σχεδόν έξι μηνών, θα είχαμε τουλάχιστον τρεις εκλογικές αναμετρήσεις.

Η νέα γερμανική κυβέρνηση, λοιπόν, πρόκειται να συγκροτηθεί από τα δύο μεγαλύτερα πολιτικά κόμματα της Γερμανίας, δηλαδή τους Χριστιανοδημοκράτες και τους Σοσιαλδημοκράτες. Ο σχηματισμός όμως σε ισχυρότερες οικονομικές δυνάμεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης και οποιαδήποτε πολιτική κρίση στη Γερμανία είναι φυσικό να επηρεάζει ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Για τον σχηματισμό όμως της νέας Κυβέρνησης στη Γερμανία, το κόμμα των Χριστιανοδημοκρατών της κυρίας Μερκελ, όπως δείχνουν σχετικές ανακοινώσεις, κάνει σημαντικές παραχωρήσεις προς το Σοσιαλδημοκρατικό κόμμα, με πρώτη και κύρια την τοποθέτηση υπουργού Οικονομικών από το Σοσιαλδημοκρατικό κόμμα.

Η ανάθεση λοιπόν του Υπουργείου των Οικονομικών σε στέλεχος του Σοσιαλδημοκρατικού κόμματος προκαλεί σημαντικές αντιδράσεις στο Χριστιανοδημοκρατικό κόμμα, επειδή υπάρχει ο φόβος να ανατραπεί η οικονομική πολιτική της Γερμανίας, που είχε εφαρμοστεί τα τελευταία χρόνια.

Μάλιστα, αναφέρθηκαν ακόμη και σε ενδεχόμενες παραχωρήσεις προς τη χώρα μας, η οποία όμως δε θέλει να έχει ευνοϊκή μεταχείριση εκ μέρους της Γερμανίας και των άλλων χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά θέλει να έχει ίση μεταχείριση με αυτή των άλλων χωρών. Αφού είναι γνωστό ότι η χώρα μας δεν είχε ποτέ ευνοϊκή αντιμετώπιση από τους ισχυρούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Δυστυχώς μάλιστα συνέβαινε το αντίθετο, δηλαδή όλα λειτουργούσαν σε βάρος της. Όπως για παράδειγμα τα επιτόκια δανεισμού ακόμη και κατά τη χρονική περίοδο που η χώρα μας βρισκόταν και συνεχίζει να βρίσκεται σε μνημονιακή επιτήρηση, αυτά είναι πολύ υψηλότερα από εκείνα των άλλωνχωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και έτσι “αντί οι δανειστές της να βοηθήσουν τη χώρα μας, προσπάθησαν με κάθε τρόπο να κερδίσουν πολύ περισσότερα.

Το φαινόμενο αυτό βέβαια δεν είναι πρωτοφανές για τη χώρα μας, αφού ο δανεισμός της όταν βρισκόταν σε δύσκολες καταστάσεις ήταν πάντα επαχθής και λειτουργούσε επιβαρυντικά στην οικονομία της. Για παράδειγμα, αναφέρω το γεγονός ότι κατά την απελευθέρωση της χώρας μας από τον τουρκικό ζυγό, χορηγήθηκαν δάνεια στο νεοσύστατο τότε ελληνικό κράτος, από το οποίο παρακρατήθηκε αμέσως πάνω από το μισό ποσό του δανείου ως διάφορα έξοδα και προκαταβολή του δανείου.

Δυστυχώς, όμως, αυτή είναι η μοίρα των μικρών και αδύνατων οικονομικά χωρών, οι οποίες καταπιέζονται πάντοτε από τους οικονομικά ισχυρούς, οι οποίοι βρίσκουν τους τρόπους και τα μέσα να εκμεταλλεύονται τους μικρούς και αδύνατους.