Σ’ όλον τον κόσμο,σήμερα,όπως κάθε χρόνο γιορτάζεται η ημέρα της μητέρας και είναι πολύ συγκινητικό να βλέπει κανείς τις εκδηλώσεις αγάπης, ιδιαίτερα των τρυφερών βλαστών που μ’ ένα λουλούδι της άνοιξης και μ’ ένα φιλί στο μάγουλο δείχνουν την αγάπη τους στη μανούλα τους.
Η μάνα είναι εκείνη που ταυτίζεται με το δημιούργημά της, το σπλάχνο της, που δεν το απαρνιέται ποτέ, που εξαρτά τη ζωή της απ’ αυτό.
Είναι το αποκούμπι κάθε πονεμένου και βασανισμένου, είναι εκείνη που όσο κι αν την πικραίνουν, όσο και αν την απογοητεύσουν θα συνεχίσει να νοιάζεται, να αγωνιά, να καρδιοχτυπά για το παιδί της και να περιμένει καρτερικά μια καλή κουβέντα, ένα χαμόγελο, μια αγκαλιά.
Όλοι μας αναπολούμε μια ακούραστη, υπομονετική μορφή, που ήταν η καλή μας νεράιδα, που έτρεχε πάντα να προλάβει και να ικανοποιήσει τις επιθυμίες μας, που της εμπιστευτήκαμε τα όνειρά μας, που γείραμε στην αγκαλιά της για να μας παρηγορήσει,που ξενύχτισε στο προσκεφάλι μας σε κάθε μας αρρώστια, που…, που…, που…
Ξεχωριστή, βέβαια, θέση έχει η μάνα στη δημοτική μας ποίηση.Η πρώτη εμφάνιση της μάνας στο δημοτικό τραγούδι είναι όταν η γυναίκα γίνεται μάνα:στα ναναρίσματα, τα ταχταρίσματα και τις γητειές.
Τα ναναρίσματα της λαϊκής παράδοσης, τραγούδια ανεκτίμητα, όχι μόνο ως έκφραση της μητρικής στοργής, αλλά και για τη μελωδία, το ρυθμό, τα ευγενικά λόγια και την καθαρότητα των μικρών τους στίχων, είναι τα μικρά, τρυφερά και λυρικά τραγούδια ως επί το πλείστον αυτοσχέδια τα οποία επινοεί η μάνα για να ησυχάσει και να κοιμίσει το μικρό της, ενώ το κουνά ρυθμικά στην κούνια ή την αγκαλιά της.
Εκ των πραγμάτων η μελωδία τους είναι ήρεμη, ακύμαντη και γαλήνια, ανεπαίσθητα χρωματισμένη, ενώ οι στίχοι ποικίλλουν. Μπορεί να είναι απλές λέξεις, χωρίς ιδιαίτερο νόημα, ακόμα και άναρθρες , η επαναλαμβανόμενη επωδός «νάνι-νάνι» ή ένα αυξομειούμενο ρυθμικό «α α α» που βοηθά το παιδί να κοιμηθεί, αλλά μπορεί να διηγούνται έναν μύθο ή μια ιστορία και να ποικίλλουν πάνω σε μοτίβα, στολισμένα μ’ άστρα και μαλάματα, κεντίδια κι όνειρα μελλοντικά πολύχρωμα, ρηγάδες και βασίλισσες, άνθη και μοσκοβολάδες.
Παρ’ όλο τον αυτοσχεδιαστικό τους χαρακτήρα τα ναναρίσματα μεταφέρουν κι αυτά, όπως και τα υπόλοιπα δημοτικά μας τραγούδια,αρχαιότατους απόηχους στα μοτίβα τους.
Όλες οι προσωποποιήσεις του ύπνου και του ανέμου, του ήλιου και των άστρων είναι απολύτως σύμφωνες με το πνεύμα της αρχαίας ελληνικής μυθολογίας λέει ο Fauriel. Κάτι ανάλογο αναφέρει και ο Νικόλαος Πολίτης.
Τα ταχταρίσματα μοιάζουν με τα «ναναρίσματα» στο περιεχόμενο, διαφέρουν, όμως, στο ρυθμό που είναι ζωηρός και χορευτικός μια και συνοδεύουν το παιδί στις κινήσεις καθώς το παίζουμε στην αγκαλιά μας ή στα γόνατά μας.Εδώ ο αυτοσχεδιασμός είναι σχεδόν απόλυτος, ενώ ο συνήθης δεκαπεντασύλλαβος του δημοτικού μας τραγουδιού μετατρέπεται σε ομοιοκατάληκτο επτασύλλαβο.
Τις γητειές θα μπορούσαμε θαυμάσια να τις κατατάξουμε στη λαϊκή ιατρική.Θα πρέπει εδώ να σημειώσουμε ότι τον κύριο ρόλο στα τραγούδια αυτά τον παίζει κυρίως η γιαγιά, η οποία βέβαια είναι δυο φορές μαμά.Πρόκειται για λαϊκές μεθόδους θεραπείας ξεματιάσματος που εφαρμόζονται στα παιδιά, συνοδευόμενες από διάφορα δρώμενα και ξόρκια.
Μεγαλώνοντας το παιδί, η μάνα είναι δίπλα του σε όλα τα τραγούδια που συνοδεύουν αυτό το μεγάλωμα, ακόμα και μετά απ’ αυτό.
Ιδιαίτερη κατηγορία αποτελούν τα δημοτικά τραγούδια της ξενιτιάς, στα οποία πατέρας δεν υπάρχει.Η γυναίκα,κυρίως σαν μάνα και κατά δεύτερον σαν «καλή» αδελφή επωμίζεται όλο το βάρος. Ο ρόλος της μάνας στα τραγούδια της ξενιτιάς είναι πολυποίκιλος. Καλείται να ισορροπήσει σε καταστάσεις, τελικά αναπόφευκτες και να σηκώσει το βάρος της μοναξιάς.
Η παρουσία της μάνας είναι έντονη όχι μόνο στα τραγούδια της κοινωνικής ζωής, αλλά και στα ιστορικά και στα κλέφτικα. Παράλληλα με τη γυναικεία παρουσία στον αγώνα κατά των Τούρκων και των Τουρκαλβανών κατά τη διάρκεια του 18ου και 19ου αιώνα και την επανάσταση του ’21, κυρίως στην Ήπειρο, αλλά και στην υπόλοιπη Ελλάδα (αναφέρουμε σαν τίτλους τα τραγούδια της Τζαβέλαινας, της Μόσχως, της Δέσπως, της Μπουμπουλίνας κλπ) οι αναφορές στη μάνα είναι πολλαπλές.
Αλλά και στο γάμο των παιδιών της έχει ρόλο η μάνα στο δημοτικό τραγούδι:επεμβαίνει, παρεμβαίνει, προτρέπει ή ανατρέπει και γενικά κατέχει κύριο ρόλο:από το πλύσιμο των προικιών, στο κοσκίνισμα του αλευριού με το οποίο θα ζυμωθούν τα ψωμιά του γάμου, στο ανάπιασμα των προζυμιών ως το στρώσιμο του κρεβατιού.
Πολλά άλλα δημοτικά τραγούδια θα μπορούσε να αναφέρει κανείς στα οποία η μάνα παίζει πρωταγωνιστικό ρόλο.Αξίζει να αναφέρουμε ιδιαίτερα τη γνωστή παραλογή του «Νεκρού Αδελφού» που συγκλονίζει την ψυχή και εκφράζει υποβλητικότατα το μεγαλείο του μητρικού πόνου.Ο Κωνσταντής για να κρατήσει τον όρκο που έχει δώσει στη μάνα του πετάγεται από τον τάφο «κάνει το σύννεφο άλογο και τ’ άστρι χαλινάρι» και φέρνει την Αρετή (την αδελφή του) από τα ξένα.
Όμως, δεν θα ήθελα να σας κουράσω περισσότερο.
Γι’ αυτό θα κλείσω αυτό το αφιέρωμα στη Μάνα επισημαίνοντας πως μέσα στην ψυχή του ελληνικού λαού, η έννοια της Μάνας είναι συνυφασμένη με τη γλυκιά, σεμνή και σεπτή μορφή της Παναγίας. Όταν επικαλείται την Παναγία δεν εννοεί μόνο τη Μητέρα του Χριστού, αλλά τη Μητέρα γενικά στην πιο ωραία και μεγάλη, την πιο αγία σημασία της λέξεως.
Κι όταν μιλάει για τη Μητέρα, την ανθρώπινη μητέρα, τη δική του προσωπική γεννήτρα είναι τόση η αγάπη και ο σεβασμός που αισθάνεται γι’ αυτήν ώστε να της προσδίδει κάτι το ιερό και το άγιο από την ίδια την Παναγία Μητέρα.
Μ’ αυτά τα αισθήματα και μ’ αυτό το νόημα την επικαλείται πάντα όταν φωνάζει την αγαπημένη Μάνα, μπροστά στον πόνο και στο φόβο, στην αρρώστια και στον κίνδυνο, σε κάθε δυσκολία και ανάγκη της ψυχής και ζητάει απ’ αυτήν παρηγοριά και κουράγιο, ελπίδα και δύναμη.
Μ’ αυτό το νόημα τη γιορτάζει πάντα ο ελληνικός λαός και καταθέτει πάντα μπροστά στη γλυκιά και αγαπημένη μορφή της τον πιο πηγαίο και βαθύ σεβασμό του.
*Η Στέλλα Κουσκουμπεκάκη είναι φιλόλογος