Γλυκός ο καιρός αυτή την εποχή, κάπως έτσι τον θυμάμαι από μικρό παιδί. Μία γλυκύτητα που ανταγωνιζόταν όμως και την μελαγχολικότητά του, με την ατμόσφαιρα σιγά σιγά ν’ αλλάζει.

Το πρωινό αλλά και το βραδινό ψυχρό αεράκι  έκανε έντονη την παρουσία του, προερχόμενο από τον αιγιοπελαγίτικο βορρά. Προμήνυμα του τέλους της ωραίας εποχής του καλοκαιριού; Ίσως. Κάτι βέβαια που το επιβεβαίωναν τα ξαφνικά γκρίζα σύννεφα που πηγαινοέρχονταν στον ουρανό.

Θα σταθώ όμως σ’ αυτές τις μελαγχολικές μέρες των παιδικών μου χρόνων, στην απαλή τροπή της ατμόσφαιρας που μας προετοίμαζε, το ρομαντικό και τραγουδισμένο φθινόπωρο, με κάποια μοναδικά ηλιοβασιλέματα, τονισμένα μ’ έναν ιδιαίτερο χρωματισμό. Αλλαγή εικόνας και εποχής, με τα ώριμα πλέον φρούτα του, που σιγά σιγά τέλειωναν και με τον τρύγο των σταφυλιών, τις μουστιές που έδιναν μια χαρακτηριστική  ευωδία στους δρόμους και στις αυλές των πηλειορίτικων σπιτιών. Εκεί μαζί με τα πλεμένα κρασοβάρελα, έτοιμα να δεχθούν την, όλο άρωμα γεμάτη, ρετσίνα.

Μία γραφικότητα σ’ αυτό το ατέλειωτο πανηγύρι του τρύγου με το συνηθισμένο φίλεμα του μούστου, συνήθως σε εκείνους που δεν είχαν, για να γευθούν και αυτοί την πατροπαράδοτη μουσταλευριά. Μπήκαμε στην εποχή του φθινοπώρου, μια εποχή των εικόνων, κάθε λογής, όπως εκείνη της αποδημίας των χελιδονιών, που μέσα σ’ ένα τρελό αναστάτωμα, ετοιμάζονταν να κάνουν φτερό για τα ζεστά μέρη του νότου.

Εικόνες όμως  και γυρισμού, κάποιων άλλων “χελιδονιών”. Των παιδιών που ξαναγυρνούσαν στα σχολεία τους και τέτοιες μέρες ξεχύνονταν στους δρόμους του χωριού μου, ομαδικά, με χαρούμενα ξεφωνητά, δίνοντας  στην κάθε γειτονιά ζωντάνια και ελπίδα. Έτσι άρχιζε η νέα σχολική χρονιά, τέτοιες μέρες στο χωριό μου.

Σίγουρα με κάνει να αναζητώ το κλίμα εκείνων των ημερών που έντονα με σημάδευε και συνεχίζει μέχρι και σήμερα να με σημαδεύει, να μου ξυπνάει μέσα μου μνήμες και θύμησες και να με κάνει να αισθάνομαι ακόμα μικρό παιδί, μαθητής ολότελα.

“Εν συντομία”! Πρόκειται για μια στήλη της ηρακλειώτικης καθημερινής ειδησεογραφικής εφημερίδας “ΝΕΑ ΕΦΗΜΕΡΙΣ”. Τέτοιες μέρες περίπου, μέρες του φθινοπώρου στο παλιό Ηράκλειο, πριν ένα αιώνα. Τα σχόλια του αρθρογράφου φιλοξενούνται στο φύλλο της 7.10.1918 και απόσπασμα αυτών σας μεταφέρω:

«Το Φθινόπωρον διέρχεται γλυκύ και μαλακόν με την πολυύμνητον μελαγχολίαν του.

“Τα φύλλα κίτρινα και μαραμένα” αποσπώνται υπό την ριγώσαν πνοήν του καταφθάνοντος χειμώνος, ο οποίος δεν έφθασεν ακόμη, αλλά ανεμένεται από όλην την φύσιν με μίαν κατάνυξιν, με μίαν γαλήνην προσεγγίζουσαν το μέγα μυστήριον.

Εν τω μεταξύ ο “καστανάς” ο αιώνιος, ο μονότονος κατέλαβε όλας τας γνωστάς γωνίας των κοσμοσυχνάστων οδών, στήσας προΐμως την φουβού του, ένθα το σκληρόν κάστανον αποκτά νέας ιδιότητας υποβοηθούσας ένα λεπτότατον τρόπον μασήσεως.

– Πλην των καστάνων όμως καρποί,  καρποί,  καρποί αφθονούσιν εις όλην την αγοράν, μήλα, σταφύλια, κύδώνια, ροδάκια, ρόδια και όλαι αι άλλαι οπώραι.

– Η θάλασσα από χθες έχει απλώσει ένα ωραιότατον γαλάζιο ατλάζι επί της επιφανείας της, στιλπνόν ακύμαντον αποδίδον τα θειοτέρας μαρμαρυγάς.

– Εις την πλατείαν των “Τριών Καμαρών” παρά τον κήπον του Δήμου ήρξατο η εκχωμάτωσις του μεγάλου παρακειμένου οικοπέδου Μάρκογλου το οποίον απαλλοτριωθέν υπό του Δήμου θα αποτελέση συνέχειαν της Πλατείας.

– Και μιαν σύστασιν: εις τον μυχόν του οικοπέδου ένα περίπτερον καφενείου θα εξυπηρετεί θαυμασίως τας ανάγκας πάσης ρωμαντικότητος.

– Είναι αληθές ότι και τα άλλα καφενεία της πλατείας παρέχουσιν ευχάριστον διαμονήν, αλλά και εν εξ αυτών δεν έχει τον χαρακτήρα της εξοχής, τον οποίον ασφαλέστατα θα παρουσιάση το δημοτικόν περίπτερον, το οποίον θα αντικρύζη και τον αιγιαλόν.

– Αξιοι συγχαρητηρίων τυγχάνουσιν ο κ. Δήμαρχος και οι Δημοτικοί του Σύμβουλοι, οι οποίοι κατόπιν επιτοπίου αυτοψίας διέταξαν την επισκευήν τουν δρόμου του οδηγούντος εις τα πρόθυρα της Εμπορικής μας Σχολής.

- Ητο καιρός πλέον να ληφθή η μέριμνα αύτη η τόσον ενδεδειγμένη, διότι ο δρόμος ούτος είχε καταστή τελείως αδιάβατος εκ των ριπτομένων ακαθαρσιών.

– Ελπίζομεν ότι μετά την ληφθείσαν απόφασιν δεν θα χωρέση πλέον ουδεμία αναβολή».

Φθινόπωρο! Η εποχή με τα δικά της χρώματα, τη δική της χαρακτηριστική όψη, την μελαγχολική της μοναξιά, την δική της ομορφιά γενικότερα, αλλά και την ξεχωριστή κοινωνική της ζεστασιά!