Δεν μπορώ να σωπάσω δεν μπορώ. Γιατί αν σωπάσω τώρα νομίζω ότι δεν θα έχω δικαίωμα να μιλήσω ξανά δημόσια, δεν θα δικαιούμαι να φέρω τον ιερό τίτλο του δασκάλου, να λέγομαι παιδαγωγός. Τούτη η σκέψη με απασχολεί όλες αυτές τις μέρες, καθώς παρακολουθώ όσα ανήκουστα συμβαίνουν με τη δωδεκάχρονη μαθήτρια. Και είναι αυτονόητο ότι αισθάνομαι αηδία και φρίκη με τις ανατριχιαστικές λεπτομέρειες που βλέπουν καθημερινά το φως της δημοσιότητας.
Τόσοι ανώμαλοι και τόσοι διεστραμμένοι βρήκαν την ευκαιρία να ικανοποιούν τις ορέξεις και τις διαστροφές τους σε μιαν άγουρη ακόμη παιδίσκη, ένα μικρό κι ανώριμο κοριτσάκι που βρέθηκε καταφανώς παγιδευμένο σε ένα κύκλωμα παιδεραστών και ανωμάλων. Ένα κύκλωμα που στήθηκε επιμελώς γύρω της, χωρίς η ίδια να το καταλάβει. Η ηλικία της και προφανώς η αγωγή και το μορφωτικό επίπεδο που έφερε από την οικογένειά της δεν ήταν σε θέση να της μεταδώσουν τις ανάλογες γνώσεις και να της καλλιεργήσουν τις απαιτούμενες αντιστάσεις.
Έτσι αντί να χαρεί τα παιχνίδια και την παιδικότητά της, αντί να παίζει με φίλες της ηλικίας της και να ωριμάσει όπως όλα τα παιδιά, βρέθηκε εγκλωβισμένη να ικανοποιεί τις διαστροφές όλων όσων της προωθούσε το κύκλωμα. Τόσοι βιασμοί, τόση εκμετάλλευση και τόση κακοποίηση σε ένα παιδί, πριν ακόμη προλάβει να γίνει γυναίκα! Και όλα αυτά όπως φαίνεται με την ανοχή ή/και την ενοχή της ίδιας της μητέρας. Και ακούγεται συχνά από παντού: Θεέ μου τέτοια μητέρα! Υπάρχουν αλήθεια τέτοιες μητέρες; Και εκπλήττεται ο πάσα εις!
Και επειδή το θέμα βρίσκεται στα χέρια της δικαιοσύνης, η ηθική δεοντολογία δεν μου επιτρέπει να συνεχίσω την συζήτηση ως προς το σημείο αυτό. Θα ήθελα όμως να εκφράσω τις απόψεις μου, ως προς τα δικαιολογημένα επιφωνήματα και τις εκπλήξεις του τύπου, «Θεέ μου υπάρχουν τέτοιες μητέρες»; Και απαντώ απερίφραστα: Ναι, υπάρχουν! Είναι δεδομένο ότι υπήρχαν, υπάρχουν και θα υπάρχουν. Και όλα αυτά δεν προκύπτουν στην τύχη· υποδηλώνουν βαθύτερες κοινωνικές αγκυλώσεις και προβλήματα.
Και δεν εννοώ μόνο την απαξίωση των ανθρωπιστικών και των πνευματικών αξιών που στη σύγχρονη κοινωνία είναι ορατή σε κάθε βήμα. Πέραν τούτου συντρέχουν ιδιαίτεροι λόγοι. Και εξηγώ: Αυτό που ονομάζεται πολιτισμός, κουλτούρα ή παιδεία δεν είναι ένα και ενιαίο για όλους. Διαβαθμίζεται σε πολλαπλά επίπεδα ή αν θέλετε είναι διαρθρωμένο σε πολλά κοινωνικά στρώματα.
Και η διάρθρωσή του στηρίζεται στο μορφωτικό και το οικονομικό επίπεδο του καθενός. Και όλοι αυτοί οι υστερούντες και υπολειπόμενοι πυκνώνουν καθώς βαίνομε από τα κατώτερα προς τα ανώτερα στρώματα. Υπάρχουν επίσης αυτοί που ονομάζονται ανένταχτοι, αυτοί που δεν εντάσσονται δηλαδή ούτε καν στα χαμηλότερα κοινωνικά στρώματα· μένουν στο περιθώριο και αποτελούν συχνά τους παρίες του συνόλου. Και είναι αυτοί που κατά κύριο λόγο τροφοδοτούν την κοινωνία με παρόμοια θύματα.
Πρόκειται για ανθρώπους που συχνά στερούνται και τα στοιχειώδη της ζωής· δεν έχουν καμία πνευματική καλλιέργεια, καμιά οικονομική εξασφάλιση και καμιά υλική υποστήριξη. Ζουν εγκλωβισμένοι μέσα σε ένα νοσηρό κλίμα υλικής και πνευματικής ανέχειας και πολλαπλών στερήσεων και δεν εμφορούνται από τις αξίες, τις αντιλήψεις και τις πεποιθήσεις της κοινωνίας. Με απλά λόγια δεν είναι σε θέση να ζήσουν με τους κώδικες που ζει το κοινωνικό σύνολο.
Απέχουν πολύ από αυτό και μένουν μονίμως στο περιθώριο. Αντιλαμβάνεται κανείς ότι μπορούν εύκολα να παρασυρθούν από την λάμψη ενός έξυπνου κινητού ή ενός ωραίου ενδύματος και άλλα παρόμοια. Και καθώς δεν διαθέτουν τα πνευματικά προσόντα για να κρίνουν και να διακρίνουν το ηθικό από το μη ηθικό, το δίκαιο από το άδικο κ.ο.κ, ενδίδουν εύκολα στα σχέδια και τις διαθέσεις των επιτηδείων.
Αυτήν ακριβώς την κατάσταση εκμεταλλεύτηκαν οι επιτήδειοι και στην παρούσα περίσταση. Οι «κύριοι» αυτοί δεν είναι χαμηλού πνευματικού επιπέδου και χαμηλής διανοητικής ικανότητας για να μην αντιλαμβάνονται την ηθική και την νομική πλευρά του εγκλήματος στο οποίο υπέπεσαν. Γι’ αυτό φροντίζουν επιμελώς να δημιουργήσουν άλλοθι· να στήσουν ένα τείχος προστασίας και να θέσουν τους εαυτούς τους υπεράνω πάσης υποψίας.
Κατασκευάζουν λοιπόν ένα άψογο ηθικό προφίλ για τον εαυτό τους, τηρώντας δήθεν τους ηθικούς κανόνες με την εν γένει συμπεριφορά τους. Καλλιεργούν συνήθως καλές σχέσεις με την εκκλησία, κάνουν προσφορές σε αναξιοπαθούντες συνανθρώπους και όλα αυτά που τους βοηθούν να οικοδομήσουν το προφίλ του έντιμου και «καθωσπρέπει» πολίτη. Προσπαθούν με μια φαινομενική ηθικολογία θα συγκαλύψουν το κενό του ανύπαρκτου ήθους. Όμως ο φαρισαϊσμός κάποτε καταρρέει και οι αποκαλύψεις πέφτουν χιονοστιβάδα, όπως στην παρούσα περίσταση. Και έρχονται στη δημοσιότητα όλες οι «αγαθές» προαιρέσεις τους και οι «καλές» τους πράξεις. Τόσο αγαθές και τόσο καλές, που φρίττει ο ανθρώπινος νους.
Έτσι δεν φτάνει που η Πολιτεία έχει εγκαταλείψει αυτούς τους άμοιρους στη δυσπραγία τους, έρχονται και οι επιτήδειοι να μοσχοπουλήσουν τη δυστυχία τους, να αξιοποιήσουν την ηθική και την μορφωτική τους υστέρηση και να εκμεταλλευτούν την πιο λεπτή και ευαίσθητη ηλικία, για να ικανοποιήσουν την παιδεραστικές τους ορέξεις. Και ακούς κάποιους άλλους, προφανώς του ίδιου φυράματος, να σου λένε ξεδιάντροπα: «Μα αυτή είναι μεν δωδεκάχρονη, αλλά μοιάζει με δεκαοχτάχρονη».
Λες και δεν υπάρχουν κάποιοι που μοιάζουν και κείνοι με ανθρώπους, αλλά είναι κτήνη! Με όλα αυτά δεν θέλω βεβαίως να απαλλάξω τα εν λόγω θύματα από τη δική τους ευθύνη, γιατί κι εκείνοι δεν είναι και τόσο αθώοι. Παρά την αγραμματοσύνη και τη μορφωτική τους υστέρηση, τουλάχιστον οι γονείς, αισθάνονται κατά βάθος ότι αυτό που πράττουν δεν είναι ούτε ηθικό, ούτε νόμιμο, είναι αμαρτωλό και βάναυσο και όμως το πράττουν. Γι’ αυτό και ο νόμος θα τους αντιμετωπίσει, όπως τους αξίζει.
Όμως εκεί που ο πέλεκυς της δικαιοσύνης οφείλει να πέσει αμείλικτος είναι τα κυκλώματα και οι οργανωτές τους. Αυτοί έχουν πλήρη επίγνωση των συνεπειών που δέχονται τα θύματά τους, ρισκάρουν όμως να πραγματοποιήσουν τα αμαρτωλά τους σχέδια, χάριν του κέρδους. Καμιά επιείκεια λοιπόν, κανείς οίκτος και καμία συγγνώμη σε όλους αυτούς τους προαγωγούς, βιαστές και τους παιδεραστές και καμιά συγκάλυψη κανενός, όποιος και αν είναι, όπου κι αν βρίσκεται.
Ελλάδα κινδυνεύει συνεργασθείτε!
*Ο Ιωάννης Ε. Πυργιωτάκης είναι ομότιμος καθηγητής και πρ. αντιπρύτανης Πανεπιστημίου Κρήτης