Ότι ορισμένα δώρα είναι μαγικά φυσικά δεν το πιστεύουν πολλοί. Κι εγώ θα δυσπιστούσα, αν δεν είχα καθαρά δείγματα για το αντίθετο και από εξαίρετα κείμενα, αλλά και από τους πρώτους ανθρωπολόγους που περιγράφουν τη διαδικασία ανταλλαγής δώρων μεταξύ των πρωτόγονων φυλών. Θα περιοριστώ στον Όμηρο.

Ο Αίας μονομαχεί με τον Έκτορα μια ολόκληρη μέρα. Μονομαχεί άγρια. Ο ηττημένος θα πεθάνει και ο νικητής θα επιβεβαιώσει  τον θαυμασμό των δικών του. Θα κερδίσει την τιμή και την αξιοπρέπεια. Αξίες που βρίσκονται δυστυχώς σήμερα εν ανεπαρκεία. Νυχτώνει και είναι ισόπαλοι. Τότε ανταλλάσσουν δώρα. Ο Αίας χαρίζει στον Έκτορα  «πορφυρό ζωστήρα λαμπερό» και δέχεται ως δώρο ένα «ασημοκάρφωτο σπαθί μεσ’ το θηκάρι του».

Το ξίφος του Έκτορα θα χρησιμοποιήσει ο Αίας για να αυτοκτονήσει, όταν θεωρεί ότι αδικήθηκε και επομένως στερήθηκε την τιμή που του άξιζε. Με την ζώνη του Αίαντος θα δέσει ο Αχιλλέας το νεκρό Έκτορα, θα τον περιφέρει πολλούς κύκλους γύρω από τα τείχη της Τροίας για να γαληνέψει το θυμό και την οργή του, όταν χάνει τον αγαπημένο του Πάτροκλο1.

Οι φίλοι και σήμερα ανταλλάσουν δώρα στις γιορτές ή με κάθε ευκαιρία. Τα αληθινά δώρα δεν κρίνονται από την αξία τους. Εκφράζουν την αγάπη και η συμβολική τους αξία είναι μεγάλη, ιδιαίτερα, αν η ανταλλαγή γίνεται μεταξύ ερωτευμένων που διαθέτουν υψηλό ήθος. Δώρα υφισταμένων  που προσδοκούν προαγωγή ή οτιδήποτε άλλο από τον προϊστάμενο τους φυσικά είναι άνευ σημασίας, όσο ακριβά κι αν είναι.

Με τον ορθολογισμό που κυριαρχεί σήμερα η μαγεία των δώρων δεν υπάρχει. Απλώς δίδουν μεγάλη χαρά. Χαίρομαι και να δωρίζω και να μου χαρίζουν δώρα. Διατηρώ πολλών χρόνων δώρα. Τα βλέπω και ανασταίνονται μέσα μου στιγμές που με συγκινούν. Συχνά, όταν τα κοιτάζω ζωντανεύει η μνήμη του αγαπημένου προσώπου, τρέχει η σκέψη στο παρελθόν και ξανακερδίζω τον χαμένο χρόνο. Αναβιώνουν μνήμες και είναι καθαρή μαγεία η ανάσταση του χαμένου χρόνου. Να ξαναζείς το άλλοτε και το αλλού.

Όμως, ένα όχι ιδιαίτερα ακριβό δώρο με έχει κάνει προληπτικό. Είναι ένας αναπτήρας που με συνοδεύει χρόνια πολλά. Επανειλημμένως ξεχάστηκε σε απίθανα μέρη. Όταν ήμουν βέβαιος ότι χάθηκε, δεχόμουνα ένα τηλεφώνημα ή ένα μικρό δεματάκι με το πολύτιμο δώρο. Πιθανόν η ύπαρξή του δεν με αφήνει να σταματήσω το κάπνισμα.

Αν παραπέσει κάπου είμαι ικανός να παρατήσω επείγουσες δουλειές. Να ξεσηκώσω τα πάντα. Να τον αναζητήσω ακόμα και στον κάδο των σκουπιδιών. Το γέλιο μου παγώνει. Υποπτεύομαι την Κλωθώ την Λάχεση και την Άτροπο που καθόρισαν πέρα από τη βούληση μου το νήμα και το τέλος που αναπότρεπτα θα έρθει κάποια στιγμή.

Σήμερα που το σώμα συχνά προδίδει την ψυχή μου και την όρεξή μου, σήμερα που η εικόνα αντικαθιστά την ουσία μας, σήμερα που καθένας έχει τη δυνατότητα να γίνει για ένα λεπτό διάσημος, που το ήθος υποχωρεί και οι αξίες έχουν τιμή, θεωρώ ότι αξίζει να διατηρήσουμε, ως τροφή της ψυχής μας μια σταγόνα μύθου για να μας τρέφει.

Η απομυθοποίηση της μητρότητας και του έρωτα. Το κυνήγι της εξουσίας ή της αναγνωσιμότητας που μας καταστρέφει. Ο χρόνος που χάνει τη μοναδικότητά του και γίνεται ισοδύναμος με χρήμα. Οι νέοι που τρέχουν στο «σφύριγμα του κέρδους»  μ’ ένα κινητό στο αυτί και την αγωνία για το αύριο στην ψυχή τους.

Οι αισθητικές επεμβάσεις και τα διαιτολόγια που επιδιώκουν να κρατήσουν πάντοτε νεανικά τα σώματα και να κερδίσουν μια ψεύτικη αθανασία με τρομάζουν. Προτιμώ να διατηρώ τη μαγεία κάποιων μύθων που με τρέφουν και σταματούν το χρόνο στο τότε. Ένα μπουμπούκι που διστακτικά αρχίζει να φουσκώνει και τα μάτια των φυτών ανοίγουν – τι ωραία έκφραση!- αξίζουν να τα καμαρώνουμε ανεξαρτήτως αν είναι δένδρα καρποφόρα και υπόσχονται καλοχρονιά, ασπάλαθοι που κιτρινίζουν ή ρόδα που ευωδιάζουν.

Το χρήσιμο δεν είναι αναγκαστικά το καλύτερο. Προτιμώ τη γοητεία του περιττού και την μαγική αξία του δώρου από τον ψυχρό και άχαρο ορθολογισμό που ευτελίζει τη ζωή μας.  Το νόημα της ζωής καθένας το βρίσκει μόνος του και μακάριοι όσοι κατορθώνουν να το βρουν χωρίς να τους επιβληθεί από ιδεολογίες ή αυταρχικές εξουσίες.

1 «είπε και του προσφέρει ασημοκάρφωτο σπαθί/ μεσ’ το θηκάρι του εξαρτημένο από λουρί περίτεχνο/ ο Αίας πάλι του χαρίζει πορφυρό ζωστήρα λαμπερό. / Χωρίζοντας μετά πήρε τον δρόμο του ο καθένας,/ ο ένας στον στρατό των Αχαιών, ο άλλος στον όμιλο/ των Τρώων. Που με χαρά τον είδαν τον Έκτορα να φτάνει/ σώος κι αλάβωτος, από το μένος του Αίαντα γλιτώνοντας/ από τα χέρια του τ΄ ανίκητα, που τον οδήγησαν στην πόλη,/ ανέλπιστα γερό. / Αλλά κι οι Αχαιοί τον Αίαντα τώρα συνόδευαν / στον θείο Αγαμέμνονα, χαρούμενο μ’ αυτή τη νίκη,/ φτάνοντας στις σκηνές του Ατρείδη,/ ο Αγαμέμνων, / ο ηγεμόνας του στρατού, σφάζει για χάρη τους μοσχάρι αρσενικό, / πεντάχρονο, θυσία στον Δία, στον μεγαλόφρονα Κρονίδη»,    Ομήρου, Ιλιάδα, Ραψωδία Η’, στίχοι 304-314.