Είναι εξαιρετικά δύσκολο, για όποιον δεν έχει βιώσει τις συνθήκες, οι οποίες επέβαλαν την ιστορική απάντηση του ΟΧΙ το 1940, να κατανοήσει τη θέση ενός δικτάτορα, που πρέπει να απαντήσει σε ένα ιταμό ιταλικό τελεσίγραφο, που απαιτεί εδαφικές παραχωρήσεις αλλά και τον ψυχισμό ενός λαού, που καλείται να επωμιστεί τις συνέπειες της απάντησης και να ανταποκριθεί σε μια πρόσκληση θυσίας, με χαρακτήρα δραματικό, γιατί η θυσία αφορούσε την ίδια την ύπαρξή μας ως Έθνος.
Στα απομνημονεύματά του ο επιδώσας το τελεσίγραφο, Ιταλός πρεσβευτής Em. Grazzi, μας μιλάει για έναν λαό, που αρνήθηκε να αρνηθεί τον εαυτό του, την τιμή και το ένδοξο παρελθόν του και ένα πρεσβύτη, που διάλεξε για την πατρίδα του το δρόμο της θυσίας και όχι της ατίμωσης, που τον έκαναν να αηδιάσει για τη δουλειά του και να χαρακτηρίσει ως «θλιβερό καθήκον» την επίδοση του τελεσιγράφου.
Αν γυρίσουμε τη μηχανή του χρόνου 78 χρόνια πίσω, στο φθινόπωρο του 1940, θα ζωντανέψουμε την τότε επικρατούσα πολιτικο-στρατιωτική κατάσταση όπου:
Η Ευρώπη έχει καταληφθεί στο μεγαλύτερο μέρος της από τις δυνάμεις του Άξονα, οι ηγέτες του οποίου συναγωνίζονται στην επίδειξη θράσους και ισχύος.
Η Ρωσία έχει υπογράψει μυστικό σύμφωνο «Μη επίθεσης» με τη Γερμανία και για την ώρα παρακολουθεί τις εξελίξεις καραδοκούσα για τα συμφέροντά της.
Η Αμερική παραμένει πιστή στο Δόγμα Μονρόε, της πολιτικής απομόνωσης και δεν επεμβαίνει στις υποθέσεις των άλλων ηπείρων.
Η Κίνα ζει την ιδιόρρυθμη απομόνωσή της και ενδιαφέρεται πρωτίστως για την εφαρμογή του κινεζικού κομμουνιστικού μοντέλου στην αχανή επικράτειά της.
Η Ιαπωνία αποτελεί το τρίτο μέλος του Άξονα και οραματίζεται την επικράτηση και κυριαρχία της στο χώρο της Άπω Ανατολής.
Το Λονδίνο από τις αρχές Ιουλίου δέχεται τους ανηλεείς βομβαρδισμούς της γερμανικής αεροπορίας.
Η Ισπανία του Φράνκο αντιστέκεται στις έντονες πιέσεις της Γερμανίας για την προσχώρησή της στον Άξονα.
Η Τουρκία αρκείται στο ρόλο του επιτήδειου ουδέτερου με βλέψεις στα ελληνικά νησιά του Αιγαίου και τα Δωδεκάνησα, που κατέχονται από τους Ιταλούς.
Η Βουλγαρία και η Ρουμανία έχουν υποκύψει στις θελήσεις της Γερμανίας και η Αλβανία έχει γίνει προτεκτοράτο της Ιταλίας.
Η Φασιστική Ρώμη, με την κήρυξη τον Μάιο, του πολέμου εναντίον της Αγγλίας και της Γαλλίας, δεν τηρεί πλέον προσχήματα απέναντι στην Ελλάδα και επιδίδεται συστηματικά στην αναζήτηση αιτίας και αφορμής για τη σχεδιαζόμενη επίθεση εναντίον της χώρας μας.
Την 3η πρωινή ώρα της 28ης Οκτωβρίου 1940, μετά το τέλος δεξίωσης στην ιταλική πρεσβεία, ο Ιταλός πρεσβευτής ζητεί, για το νέο αυτοκράτορα της Ρώμης Μουσολίνι, «γη και ύδωρ» με ένα θρασύτατο τελεσίγραφο.
Η απάντηση στο ιταμό τελεσίγραφο ήταν η ίδια με την υπερήφανη απάντηση που πήραν οι πρέσβεις του Δαρείου 2500 χρόνια πριν, «Τεθνάναι καλώς μάλλον, ή ζην αισχρώς», αλλά σε πιο σύντομη, πιο λιτή, πιο κατανοητή νεοελληνική γλώσσα. ΟΧΙ.
Ο λόγος στη συνέχεια ανήκει στην Ιστορία, η οποία θα καταγράψει γεγονότα, που θα προκαλέσουν τη λογική των φρονίμων, θα αναδείξουν πράξεις ηρωισμού και αυτοθυσίας, ανεξήγητες, ακατανόητες και ασύλληπτες για άλλους λαούς, αλλά και θα στείλουν στη φοβισμένη ανθρωπότητα και στην αποσβολωμένη Ευρώπη μήνυμα ελπίδας, θάρρους και ανάσας ζωής, σε μια δύσκολη στιγμή, που όλα τα’ σκιαζε η φοβέρα…
Σήμερα 78 χρόνια μετά, μπορούμε να κατανοήσουμε μια άλλη διάσταση του ιστορικού ΟΧΙ, αξιολογώντας τις συνέπειες του και ξεπερνώντας το ψευτοδίλημμα, αν το είπε ο Μεταξάς ή ο ελληνικός λαός, που θέτουν οι μικρόψυχοι που αδυνατούν να αντιληφθούν το μεγαλείο, αλλά και την κρισιμότητα των ημερών εκείνων. Το ιστορικό ΟΧΙ δεν έχει σημασία ποιος το είπε, αλλά ποιος το πραγματοποίησε, που δεν ήταν άλλος από ολόκληρο το Έθνος. Ήταν ίσως η πρώτη φορά, που τα λόγια του δικτάτορα «Alors c’est la guerre.» (Λοιπόν έχουμε πόλεμο), ερχόταν σε πλήρη αρμονία με τη θέληση όλου. του σκληρότατα δοκιμαζόμενου από τη δικτατορία, ελληνικού λαού.
Είναι σε όλους γνωστό, ότι στη στρατηγική και στην πολιτική, οι συσχετισμοί ισχύος είναι εκείνοι, που επιτρέπουν σε ένα λαό τις επιλογές που πρέπει ή δεν πρέπει να κάνει. Το διακύβευμα για όσους αψηφούν τους συσχετισμούς είναι η υποτέλεια στην καλύτερη και ο αφανισμός στη χειρότερη των περιπτώσεων. Υπάρχουν όμως και περιπτώσεις που οι χοϊκοί αυτοί κανόνες ανατρέπονται και η λογική της ισχύος και των συσχετισμών δυνάμεων, αποδεικνύεται λανθασμένη και αναποτελεσματική. Τρανό παράδειγμα η επιλογή του ιστορικού ΟΧΙ το 1940.
Αλήθεια…! Πόσο λογική ήταν η επιλογή «ΟΧΙ» το 1940;
Με τη λογική των συσχετισμών ισχύος και την τότε επικρατούσα πολιτικο-στρατιωτική κατάσταση, η επιλογή του ΟΧΙ δεν είναι καθόλου λογική.
Απεναντίας είναι απόλυτα παράλογη. Αν υπήρχαν τότε επαγγελματίες αναλυτές και τεχνοκράτες διαχείρισης κρίσεων, θα εισηγούνταν χωρίς ιδιαίτερη δυσκολία την αποδοχή του αιτήματος και θα πίεζαν τη χώρα να διαπραγματευθεί, ακόμα και με παραχωρήσεις, την έξοδό της στο πόλεμο, με το μέρος των τότε νικητών του Άξονα. Η επικρατούσα κατάσταση και η λογική των συσχετισμών δυνάμεων υποστήριζαν απόλυτα τη θέση τους. Ευτυχώς τότε δεν υπήρχαν οι σημερινοί μυθοπλάστες αναλυτές και διαχειριστές κρίσεων και έτσι η χώρα δεν πήγε με τους νικητές της στιγμής, αλλά με τους τελικούς νικητές του πολέμου, βγαίνοντας κερδισμένη, αν και αδικημένη από τους συμμάχους.
Η επιλογή του ΟΧΙ δεν ήταν λοιπόν αποτέλεσμα των υπολογισμών ισχύος. Oύτε βέβαια της διορατικότητας του δικτάτορα, που λόγοι ιστορικής αλήθειας επιβάλουν την αναγνώριση της σωτήριας, όπως αποδείχτηκε, πεποίθησής του, ότι μόνο με τη σύμπραξη της Βρετανίας (ως θαλασσοκράτειρας) θα μπορούσε να εξασφαλιστεί η ακεραιότητα και η ανεξαρτησία της χώρας μας, παρά το γεγονός ότι καμία επίσημη εγγύηση δεν είχε δοθεί από τους Βρετανούς, που μάλιστα αλληθώριζαν προς την Τουρκία, μετά της οποίας είχαν συνάψει Σύμφωνο αμοιβαίας βοήθειας το1939.
Όπως εύστοχα υποστηρίζει ο Χρύσανθος Λαζαρίδης «…Η επιλογή του ΟΧΙ ήταν αποτέλεσμα λογικής που εξουσιάζει το συναίσθημα και όχι συναισθήματος που θολώσει τη λογική. Λογική που ορίζει τη δομή της ορθής σκέψης και όχι λογική των ηλεκτρικών υπολογιστών που καθορίζει τον τρόπο λειτουργίας των ηλεκτρονικών τους κυκλωμάτων, γιατί και οι ηλεκτρικοί υπολογιστές με την έννοια του λογισμικού έχουν λογική.
Μπορούν αν προγραμματιστούν σωστά να μεγιστοποιούν το όφελος ή να μας λένε το μικρότερο κακό με βάση τα δεδομένα που κάθε φορά τους δίδονται για επεξεργασία.
Δεν έχουν όμως τη συναισθηματική νοημοσύνη ούτε το λογισμικό για να μπορούν να μπουν στη μήτρα της υπολογιστικής βελτιστοποίησης, οι φόβοι και οι ελπίδες, τα όνειρα και οι προσδοκίες, οι αξίες και η αισθητική, τα ελαττώματα και οι αρετές, που έχουμε οι άνθρωποι. Αυτός είναι και ο λόγος που ηγεσίες και άνθρωποι σε κρίσιμες στιγμές θα αποφασίζουν με το συναίσθημα που θα ελέγχει η λογική, αλλά χωρίς να το υποτάσσει…».
Η λογική των συλλογικών συναισθηματικών αντιδράσεων, στις δύσκολες ώρες, του πρωινού της 28ης Οκτωβρίου, για να μη κυριαρχήσει ο φόβος, αλλά ιδέες, αρχές και αξίες, που αιώνες διασώζει, ο ελληνικός λαός, είναι αυτή που οδήγησε το 1940 το δικτατορικό καθεστώς στη φαινομενικά παράλογη επιλογή του ΟΧΙ.
Είναι η ίδια λογική, που ξύπνησε τις προγονικές φωνές στους μαχητές του 1940, και ξανάφερε στο νου τους την πανάρχαια υποθήκη, που προτρέπει αυτούς, που πιστεύουν ότι η ευτυχία στηρίζεται στην ελευθερία και η ελευθερία στην ανδρεία, να μην αποφεύγουν τους πολεμικούς κινδύνους. Το ξημέρωμα της 28ης Οκτωβρίου 1940 επικράτησε το ελεγχόμενο από τη λογική συναίσθημα του λαού και ενεργοποίησε τα ιδεολογικά προτάγματα* της ελευθερίας. Σ’ αυτά ακριβώς τα προτάγματα και στη λογική τους βρίσκεται η άλλη διάσταση της λογικής της επιλογής του ΟΧΙ το 1940.
Είναι η λογική, που ένας λαός διαλέγει την ελευθερία του και την πραγματώνει με κάθε θυσία και όποιο κόστος.
Είναι η λογική, που ο άνθρωπος αναμετράται με τον εαυτό του και τον ξεπερνά, αλλά και τη μοίρα του και την υποτάσσει στη θέλησή του.
Είναι η λογική, που το Ελληνικό Έθνος αρνείται να αρνηθεί τον εαυτό του, την τιμή του και το ένδοξο παρελθόν του, που με αγώνες δημιούργησε.
Το πρωινό της 28ης Οκτωβρίου 1940 ο λαός μας έκανε το αναπάντεχο άλμα ανάμεσα στις συμβατότητες της καθημερινότητάς του και τις παρακαταθήκες της ιστορίας του και, χωρίς να γίνει παράλογος, άλλαξε κώδικα λογικής, χωρίς να γίνει παρανοϊκός, άλλαξε κανόνες συμπεριφοράς.
Άκουσε τα ιδεολογικά του προτάγματα και με την επιλογή του άφησε και πάλι κατάπληκτη μια φοβισμένη ανθρωπότητα.
* Ιδεολογικά Προτάγματα: Η λογική συλλογικών συναισθηματικών αντιδράσεων της κοινωνίας σε δύσκολες στιγμές για να μη κυριαρχήσει ο φόβος, το μίσος και η παράνοια, αλλά αρχές και αξίες που διασώζουν την κοινωνία και την ανθρωπιά της.
*Ο Μανώλης Κομπολάκης είναι υποστράτηγος ε.α.
E-mail: [email protected]