Σχετικά πρόσφατα η γνωμάτευση της Ελληνικής Δικαιοσύνης ότι η παρακολούθηση από την κρατική ΕΥΠ του Αρχηγού των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων αποτελεί πλημμέλημα και όχι κακούργημα, έθεσε επί τάπητος την ανάγκη αναθεώρησης του συντάγματος ώστε η κορυφή της Δικαιοσύνης να ορίζεται από ένα ευρύ Διακομματικό Όργανο, που θα διασφαλίζει την αντικειμενικότητα της επιλογής και όχι από το Υπουργικό Συμβούλιο, όπως μέχρι σήμερα, που την καθιστά υποχείριο της Κυβέρνησης.

Η ιστορία της διάκρισης των εξουσιών (νομοθετική, εκτελεστική, δικαστική), έχει τις ρίζες της στην Αρχαία Ελλάδα. Η εκτελεστική εξουσία καλούμενη και διοικητική εξουσία είναι η δεύτερη κατά σειρά διακριτή λειτουργία της ενιαίας κρατικής εξουσίας μετά την νομοθετική και πριν την δικαστική εξουσία που εκδηλώνονται σε κάθε δημοκρατικά ευνομούμενη Πολιτεία, σύμφωνα με την τριχοτόμηση της εξουσίας που προέβη ο Γάλλος φιλόσοφος Μοντεσκιέ.

Οι αποφάσεις της εκτελεστικής εξουσίας μπορούν να αμφισβητηθούν ενώπιον των Δικαστηρίων. Κατά κανόνα, η δικαστική εξουσία έχει την εξουσία να ανατρέψει αποφάσεις της Εκτελεστικής κατά περίπτωση, ενώ η νομοθετική εξουσία επιβλέπει την εκτελεστική σε ένα πιο γενικό (και πολιτικό) επίπεδο.

Το Συμβούλιο της Επικρατείας, που ιδρύθηκε από τον Ελευθέριο Βενιζέλο έχει το δικαίωμα να καταργήσει νόμους ως αντισυνταγματικούς. Στις περισσότερες χώρες υπάρχουν ασφαλιστικές δικλείδες που διασφαλίζουν την ανεξαρτησία της δικαστικής εξουσίας από την εκτελεστική.

1. H νομοθετική λειτουργία ασκείται από τη Bουλή και τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας.

2. H εκτελεστική λειτουργία ασκείται από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και την Κυβέρνηση.

3. H δικαστική λειτουργία ασκείται από τα δικαστήρια και οι αποφάσεις τους εκτελούνται στο όνομα του λαού.

Όμως υπάρχουν περιπτώσεις που ακόμη και οι αμετάκλητες δικαστικές αποφάσεις δεν εφαρμόζονται, από την εκτελεστική εξουσία, όπως έγινε με τον διαβόητο νόμο του ΣΥΡΙΖΑ (Κατρούγκαλου), περιφρονώντας, την διάκριση των εξουσιών.

Συγκεκριμένα στον επίμαχο νόμο αναφέρονται τα εξής:

Οι αμετάκλητες δικαστικές αποφάσεις (ανώτατων δικαστηρίων) εκτελούνται όπως ορίζει το σύνταγμα! Όμως τονίζει ο νόμος αυτός μετά από έκδοση υπουργικής εγκυκλίου!

Εγκύκλιος δεν εκδίδεται και οι αμετάκλητες αποφάσεις βρίσκονται αρκετά χρόνια στον αέρα, μπλοκαρισμένες από έναν υπουργό που καταπατά το σύνταγμα! Δυστυχώς και η επόμενη κυβέρνηση της Ν.Δ. διατηρεί τον ίδιο νόμο, προς δόξαν της υποτιθέμενης διάκρισης των εξουσιών!

Υπάρχουν, βέβαια, δύο ακόμη ισχυρές εξουσίες: ο Τύπος (γραπτός και ηλεκτρονικός) και η οικονομική εξουσία. Οι πέντε αυτές εξουσίες συνυπάρχουν σε ένα ευνομούμενο κράτος, αλληλοελέγχονται και μέσα από την ισορροπημένη αλληλεπίδρασή τους εξασφαλίζουν την ευνομία και την δημοκρατική λειτουργία των θεσμών της πολιτείας.

Η οποιαδήποτε προσπάθεια φαλκίδευσης της διάκρισης των εξουσιών αυτών και η ποδηγέτηση κάποιων από αυτές οδηγεί σε αντιδημοκρατικές ατραπούς με ανυπολόγιστες δυσμενείς συνέπειες.

Είναι γνωστό ότι η πολιτική ορίζεται ως «Η συλλογική δράση για την οργάνωσης της ελευθερίας και της δημοκρατίας». Είναι γεγονός, όμως, ότι σήμερα οι κοινοβουλευτικοί θεσμοί από μοιραία λάθη και παραλείψεις των κύριων εκφραστών τους, αλλά και από την ανηλεή επίθεση που δέχονται από ισχυρά οικονομικά κέντρα έχουν επιμελώς απαξιωθεί.

Μία από τις κυριότερες αιτίες της απαξίωσης της πολιτικής, είναι σαφώς η εμφάνιση φαινομένων διαφθοράς και διαπλοκής στον πολιτικό βίο της χώρας. Φαινόμενα νοσηρά που πρέπει άμεσα να καταπολεμηθούν, όχι βέβαια με ευχολόγια αλλά με συγκεκριμένες πράξεις.

Η Πολιτεία βέβαια έχει θεσπίσει θεσμούς Φρουρούς της Νομιμότητας

-Το Συμβούλιο της Επικράτειας, το Ελεγκτικό Συνέδριο, το «πόθεν έσχες», η Διαρκής Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής, ο Συνήγορος του Πολίτη, ο νόμος περί Δημοσίων Έργων, ο νόμος Πεπονή, οι ελεγκτές Δημόσιας Διοίκησης, το ΣΔΟΕ, η Διεύθυνση εσωτερικών υποθέσεων της Αστυνομίας, η διαύγεια, η μηχανοργάνωση ΤΑΧΙS κλπ, είναι από τους πιο χαρακτηριστικούς, αλλά σαφώς δεν επαρκούν αν δεν υπάρχει διάκριση των εξουσιών, να μην μπλοκάρει η μια εξουσία τις αποφάσεις της άλλης.

Η κατοχύρωση λοιπόν, των διακριτών ροών, των 5 εξουσιών, αποτελεί το βάθρο της δημοκρατίας και την Λυδία λίθο της ποιότητάς της, αφενός με το ξεκαθάρισμα των ρόλων της κάθε πλευράς, καθώς και των μεταξύ τους σχέσεων και αφ’ ετέρου η θέσπιση κοινώς παραδεδεγμένων κανόνων δεοντολογίας ως προϋπόθεση προστασίας των δημοκρατικών μας δικαιωμάτων και ελευθεριών.

Ο Δημήτρης Κων. Σαρρής είναι πρώην υφυπουργός, γγα, νομάρχης Ηρακλείου