Δεν προλάβαμε να ανασάνουμε από την οικονομική κρίση για να βρεθούμε σε μία νέα κρίση, εθνική αυτή τη φορά. Οι ρίζες της είναι σε προηγούμενα χρόνια.

Τότε, που από πολιτικούς υπεύθυνους υποστηριζόταν η άποψη ότι δεν υπάρχουν θαλάσσια σύνορα, ενώ παράλληλα άνθιζαν οι Μ.Κ.Ο. και οι φωνές του ανθρωπισμού.

Μια διαστρέβλωση της σημασίας της λέξης αυτής, όπως και πολλών άλλων. Έφτανε να εκφράσεις απλώς την επιφύλαξή σου, είτε ιδιωτικά, είτε δημόσια για να χαρακτηριστείς φασίστας και ρατσιστής.

Μερικοί μάλιστα διακήρυτταν την άποψη ότι το πρόβλημα δεν είναι δικό μας, αλλά των Ευρωπαίων. Εμείς, απλώς παίζαμε τον ρόλο των τροχονόμων. Κι όταν οι Ευρωπαίοι έκλεισαν τα σύνορα, κλαψουρίζαμε, ικετεύαμε και θρηνούσαμε τη μοίρα μας.

Σήμερα το πρόβλημα είναι μπροστά μας. Ίσως η παρελθοντολογία δεν ωφελεί. Πρέπει να δοθεί λύση και η ευθύνη είναι και της κοινωνίας και των πολιτικών κομμάτων και φυσικά της κυβέρνησης που θα αναλάβει το κόστος και θα λειτουργήσει σε πολλά επίπεδα.

Ας μην περιμένουμε άμεση και αποτελεσματική λύση. Οι μεταναστεύσεις των λαών ποτέ δεν σταμάτησαν. Οι απελπισμένοι άνθρωποι αρπάζονται από ότι μπορούν και αναλαμβάνουν υψηλούς κινδύνους, αρκεί να βρεθούν στη χώρα της επαγγελίας. Μόνο που σήμερα χρησιμοποιούνται για άλλους στόχους.

Το πρώτο που επιβάλλεται είναι η αποτροπή της μεγάλης ροής μεταναστών και η σαφής προώθηση της ιδέας ότι η χώρα μας δεν είναι ξέφραγο αμπέλι. Παράλληλα πρέπει να βρεθεί τρόπος για πολιτική και διπλωματική προώθηση των προβλημάτων που δημιουργούνται. Δυστυχώς η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν είναι ένα ενιαίο κράτος. Δεν έχει ενιαία εξωτερική πολιτική.

Μπορεί όμως να προσφέρει πολλά στο πλαίσιο της αλληλεγγύης, αν επιτύχουμε να πείσουμε τους ευρωπαϊκούς λαούς ότι πραγματικά εννοούμε όσα λέμε και είμαστε αξιόπιστοι. Κι ακόμη ότι η αντιμετώπιση του μεταναστευτικού προβλήματος μάς συμφέρει όλους. Μέχρι σήμερα έχουμε εξασφαλίσει θετικές δηλώσεις. Οι δηλώσεις, όμως, πρέπει να γίνουν πράξεις.

Το πιο δύσκολο είναι να επιτύχουμε, ώστε να ανοίξουμε έναν διάλογο με τη γειτονική χώρα, χωρίς υποχωρήσεις και άστοχες επιδείξεις εθνικιστικού χαρακτήρα. Μια σύγκρουση θα έχει μεγάλο κόστος και για τους δύο λαούς.

Λίγα χρόνια μετά τη Μικρασιατική καταστροφή ο Ελευθέριος Βενιζέλος που σήμερα αναγνωρίζεται από όλους ως ο μεγαλύτερος πολιτικός του Νεοελληνικού Κράτους έκανε πράξη την ελληνοτουρκική φιλία με τον Κεμάλ Ατατούρκ.

Πώς μπορεί να γίνει αυτό, είναι θέμα των διπλωματών και των πολιτικών. Οι τηλεοπτικές μονομαχίες στους κατ’ ευφημισμόν διαλόγους μόνο κακό μπορούν να κάνουν. Η σύνεση, η σωφροσύνη, η αποφασιστικότητα και ο πατριωτισμός συχνά κερδίζουν μάχες και πολέμους.