Από τη μια τα “βοθροκάναλα” και η συστημική ειδησεογραφία. Από την άλλη τα θυελλώδη σόσιαλ. Στη μέση ο πολίτης σε φάση “απ’ την Κική και την Κοκό ποια να διαλέξω”. Ας πούμε γενικά τι σόι είναι η Κική και τι η Κοκό. Τα κανάλια ως είθισται, έχουν μια τάση, αφενός να χαϊδεύουν την εκάστοτε κυβέρνηση ως ένας από τους μηχανισμούς εξουσίας, κι αφετέρου να ακολουθούν μια δημοσιογραφική δεοντολογία που διαχρονικά τα φέρνει να κυνηγούν την είδηση και κατόπιν να την κατακερματίζουν για να υπερτονίσουν ή να υποβαθμίσουν τα συστατικά της.

Η υπερανάλυση ενός προϊόντος που πουλάει φουσκώνει την είδηση με αποτέλεσμα το μπαλόνι της υπομονής των υποψιασμένων τηλεθεατών να κινδυνεύει ανά πάσα στιγμή να σπάσει. Στο όριο το μπαλόνι ξεφουσκώνει και εξαφανίζεται ώσπου μια καινούρια φούσκα να αρχίσει να παίρνει διαστάσεις στο τηλεοπτικό τοπίο. Ο κύκλος είναι αργά και βασανιστικά αέναος. Στα σόσιαλ αντιθέτως η “είδηση” μεταδίδεται αστραπιαία.

Το μόνο που χρειάζεται είναι ένα πληκτρολόγιο κι ένα χάσταγκ. Αρκεί μια σπίθα για να αρπάξει φωτιά το διαδίκτυο. Κι η πυρκαγιά εξαπλώνεται με τον άνεμο της φήμης στα ξερόκλαδα του “κάπου είδα” και του “κάπου διάβασα”. Σχεδόν κανένας δεν έχει τον χρόνο ή τη διάθεση να αναρωτηθεί εκ πρώτης όψεως της είδησης, αν περιέχει ανακρίβειες, αν είναι φέικ, αν έχει πλήρως διασταυρωθεί ή αν γεννήθηκε, είτε εν μέρει είτε ολοκληρωτικά, στο κεφάλι του συντάκτη της.

Η προπαγάνδα είναι ένα παιχνίδι αντίδρασης και πίεσης που μπορεί να παιχτεί πια από όλες τις πλευρές, και από το σύνολο ή μέρος των ΜΜΕ αλλά και από μεμονωμένα άτομα που κάτι προσδοκούν να κερδίσουν. Αν τα μέσα είναι “πληρωμένα”, γεγονός που συχνά ακούμε και δεν είμαστε σε θέση να το αμφισβητήσουμε, το ίδιο -τηρουμένων των αναλογιών- μπορεί κανείς να ισχυριστεί και για πολλούς από τους χρήστες των σόσιαλ.

Οι αντιδράσεις δεν είναι τόσο αυθόρμητες εν τη γενέσει τους, αφού κι εδώ οι φήμες μιλούν για στρατούς του πληκτρολογίου με μισθό 0,60€ την ανάρτηση, και με απώτερο σκοπό την τακτική: λέγε λέγε, κάτι θα μείνει. Εικοσιτετράωρες μάχες, κουβάδες, κοπτοραπτική, σχόλια επί σχολίων, γελοιογραφίες, επιθέσεις, ψόφοι, λάικ και θυμωμένες φατσούλες συνιστούν έναν διαδικτυακό κυκλώνα που περιγράφει εδώ και καιρό την καθημερινότητά μας.

Τι γίνεται λοιπόν; Η επανάσταση της γνώσης από πού περνάει; Ποιους πρέπει να εμπιστευτεί ο πολίτης για την πολυπόθητη ενημέρωση; Τίνος στεγανά είναι πιο συμπαγή και αξιόπιστα; Δεν υπάρχει παρά μια απάντηση: Το μυαλό του. Η ευθύνη του πολίτη έγκειται στην ψυχραιμία ώστε να κατορθώσει μέσα από τις συχνά δαιδαλώδεις και αντικρουόμενες πληροφορίες να δημιουργήσει μια στέρεη σύνθεση και να δει αποστασιοποιημένα και με νηφαλιότητα τη μεγάλη εικόνα.

Οι πάντες διαθέτουν μάτια και βλέπουν αυτό που κάθε φορά παρουσιάζεται στην οθόνη τους, αλλά για να πάνε ένα βήμα παραπέρα και να αντιληφθούν τι συμβαίνει απαιτείται και κρίση. Η κρίση είναι η ειδοποιός διαφορά που ενδεχομένως δώσει τη λύση στο γόρδιο δεσμό της παραπληροφόρησης “από όπου κι αν προέρχεται”. Είναι η εποχή που διανύουμε αλλά κι εκείνη που θα ακολουθήσει την πανδημία μια θύελλα, στην οποία ως πολίτες πρέπει να επιβιώσουμε.

Το χρωστάμε στους κόπους μας όλο αυτό το διάστημα του εγκλεισμού και της παράνοιας. Μπορούμε να διαφωνήσουμε, να εκφέρουμε τη γνώμη μας, να συζητήσουμε, να μαλώσουμε, να εκνευριστούμε, να κριτικάρουμε. Αλλά οφείλουμε να ακούσουμε και την άλλη άποψη. Να μη τη λοιδορήσουμε. Να τη σκεφτούμε. Είναι ο πιο ασφαλής τρόπος για να νικήσουμε τον πόλεμο.