Ένας αμερόληπτος παρατηρητής που θα εντρυφήσει στα καθημερινά τεκταινόμενα που αφορούν τον πολύπαθο χώρο της υγείας, θα μείνει έκπληκτος από την πληθώρα των εργαστηριακών και παρακλινικών εξετάσεων που υπάρχουν και παραγγέλλονται από τους κλινικούς γιατρούς, οι οποίες σε τελική ανάλυση ανεβάζουν κατακόρυφα τις οικονομικές απαιτήσεις και τραντάζουν τις αντοχές των ταμείων. Όλα, φυσικά, έχουν μία λογικοφανή εξήγηση.

Η εισαγωγή στην ιατρική πρακτική της τεχνολογικής επανάστασης, με την έννοια εξελιγμένων ακτινολογικών και παρακλινικών μηχανημάτων που ανιχνεύουν ακόμα και τις απειροελάχιστες μεταβολές του ανθρώπινου σώματος, έχει αναμφίβολα βοηθήσει τους κλινικούς γιατρούς και τους ασθενείς που προσφεύγουν σε αυτούς, αλλά και  εκτοξεύσει παράλληλα το συνολικό κόστος διάγνωσης και θεραπείας και καθιστώντας το, στις σημερινές δύστροπες εποχές, άκρως δαπανηρό.

Πολλές δεκαετίες πριν, ήταν αδιανόητο να φανταστεί κάποιος, όση επιστημονική φαντασία και να διέθετε,  την σημερινή λεπτομερή χαρτογράφηση του σώματος σε τόσο λίγα λεπτά της ώρας. Στα περισσότερα μέρη του κόσμου σήμερα τα νοσοκομεία φιλοξενούν στα σπλάχνα τους μεγάλα ακτινολογικά και ακτινοθεραπευτικά τμήματα με πανάκριβους εξοπλισμούς, σε βαθμό που τα μικρότερα και επαρχιακά να φαντάζουν στάσιμα στην εξέλιξη, οπισθοδρομικά, ή  και δεύτερης κατηγορίας.

Όλα αυτά έλυσαν τα χέρια των κλινικών και  τους έδωσαν τη δυνατότητα να εφαρμόσουν καινούργιες θεραπείες και πρωτοποριακά  επιτεύγματα και φυσικά να είναι σε θέση να ελέγχουν σε κάθε βήμα το αποτέλεσμα αυτών των παρεμβάσεων.

Όμως, η ξέφρενη εισβολή της τεχνολογίας στην καθ’ ημέρα κλινική ιατρική πράξη, αρχίζει να δείχνει, αργά αλλά σταθερά, και τις παρενέργειές της. Πέρα από το υψηλό κόστος των υγειονομικών υπηρεσιών, άρχισε δειλά και σταδιακά να τροποποιεί και το μοντέλο του παραδοσιακού κλινικού γιατρού, τουλάχιστον όπως το είχαμε γνωρίσει οι παλιότεροι.

Στις μέρες μας διαφαίνεται κάποια προτίμηση των νεότερων συναδέλφων στις προχωρημένες πολυποίκιλες παρακλινικές εξετάσεις, ίσως κάπως γρήγορα κάποιες φορές,  πριν καλά-καλά προχωρήσουν σε λεπτομερή λήψη του ιστορικού του ασθενούς και τον εξετάσουν ενδελεχώς.  Πολλές δεκαετίες πριν, ήταν γνωστή και συνηθισμένη η ρήση των μεγαλύτερων σε ηλικία γιατρών ότι στην πλειονότητα των περιπτώσεων μόνον το ιστορικό και η κλινική εξέταση μπορούσαν να οδηγήσουν στη σωστή διάγνωση στην πλειονότητα των περιπτώσεων.

Φυσικά όλα αλλάζουν! Απαράβατος νόμος και κανόνας της φύσεως. Όμως, πέρα από την πιθανή κατευθυνόμενη δρομολόγηση των ασθενών σε διάφορα ιδιωτικά διαγνωστικά κέντρα, για ευνόητους λόγους, ή και σε αυτά των νοσοκομείων,  την ίδια στιγμή η απομάκρυνση του γιατρού από την παραδοσιακή «μελέτη» και αντιμετώπιση του ασθενούς, τον «απομακρύνει» κατά κάποιο τρόπο απ’ αυτόν, διαταράσσεται με άλλα λόγια η στενή και ιερή σχέση αυτών των δύο, που τόσους αιώνες  χρειάστηκε να δρομολογηθεί και   να φτάσει έως εκεί.

Ο ασθενής στους γιατρούς και στο  νοσοκομείο προστρέχει και ζητάει  βοήθεια κι έχει τόσο ανάγκη από τον θεράποντα γιατρό του.

Η επιπόλαια, χρονικά, διαπροσωπική σχέση και η αποστολή του για διενέργεια πολύπλοκων παρακλινικών εξετάσεων με γρήγορες διαδικασίες, μάλλον μεγαλώνει την απόσταση ανάμεσά τους. Για τον μεσογειακό χώρο, βεβαίως,  η συγκεκριμένη κατάσταση είναι περισσότερο έντονη και φανερή απ’ ότι για τις χώρες της βόρειας Ευρώπης.

Μία γρήγορη εξήγηση του φαινομένου που μπορεί να δοθεί είναι   η μεγάλη αναλογία ασθενών ανά γιατρό, η υπερκόπωση των γιατρών από το καθημερινό ωράριο και τις εφημερίες, αλλά και η πιθανή νομική ενοχοποίησή  τους σε περίπτωση που δεν εξαντλήσουν όλη την φαρέτρα των υπαρχόντων και διαθέσιμων διαγνωστικών εξετάσεων.

Το φαινόμενο φαίνεται πως αυξάνεται με την πάροδο του χρόνου και τα πρώτα του αποτελέσματα περιεγράφηκαν παραπάνω.  Παρ’ όλα αυτά, πάντα υπάρχει διαθέσιμη και στοχευμένη λογική για την χρήση των νεών τεχνολογιών, ώστε να τεκμηριωθεί η όποια διάγνωση.

Το μοντέλο του ιπποκρατικού γιατρού που δείχνει πως μας αποχαιρετά είναι καιρός να το επαναφέρουμε, όσο γίνεται, πίσω. Ίσως η πρωτοβάθμια περίθαλψη, για την οποία γίνεται πολύς λόγος τελευταία, βοηθήσει προς αυτή την κατεύθυνση με δεδομένο πάντοτε την ωριμότερη διαγνωστική σκέψη του γιατρού και φυσικά την καλύτερη καταγραφή του συνόλου των ασθενών, του ιστορικού τους  και φυσικά των ιδιαιτεροτήτων του καθενός εξ αυτών.