Η απρονοησία καθώς και η αμεριμνησία έχουν πάντα υψηλό τίμημα. Και αυτό γιατί σου στερούν τη δυνατότητα να αντιλαμβάνεσαι, τα όσα συμβαίνουν γύρω σου. Το χειρότερο δε, είναι ότι σου καλλιεργούν ψευδαισθήσεις και αυταπάτες. Έτσι ξεκόβεις απ’ την πραγματικότητα. Υπερεκτιμώντας τις δυνάμεις σου, φυσικό επακόλουθο είναι να υποτιμάς τους κινδύνους που αντιμετωπίζεις. Ακόμη και αν οι αντίπαλοί σου, αντιστρατεύονται τον εαυτό σου και τις επιδιώξεις σου. Θεωρώντας  τους, αδύναμους και ευάλωτους γίνεσαι δέσμιος των αυταρεσκειών σου. Η έλλειψη προνοητικότητας έχει επιπτώσεις στην ανθεκτικότητα και στην ισχύ σου.

Ουσιαστικά προκαλεί προβλήματα τα οποία κάλλιστα θα μπορούσες να έχεις αποφύγει. Στο πεδίο της πολιτικής οι ηγεσίες κρίνονται και δοκιμάζονται και για την ικανότητα του προβλέπειν. Με την έγκαιρη διάγνωση έχουν την ευχέρεια να αντιλαμβάνονται τις επερχόμενες δυσχέρειες. Και κυρίως να αναπροσαρμόζουν τις επιλογές τους, θωρακίζοντας της με τις απαραίτητες αποφάσεις και τα κατάλληλα μέτρα. Σε διαφορετική περίπτωση αφήνουν το έδαφος ελεύθερο, σε όλους εκείνους που επιβουλεύονται  την κυριαρχία και τις κατακτήσεις τους.  Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία δεν ήταν κεραυνός εν αιθρία.

Ούτε κάποιο απότομο ξάφνιασμα.  Απεναντίας  ήταν η αναμενόμενη πολεμική ενέργεια έπειτα από τα όσα είχαν προηγηθεί στην Οσετία της Γεωργίας το 2008 και στην Κριμαία το 2014. Ο Πούτιν δεν έκρυψε τα επεκτατικά του σχέδια, όποια πρόφαση και αν σκαρφίστηκε.  Με μεθοδικότητα, επιδιώκει σταθερά και επίμονα να αναβιώσει τις αυτοκρατορικές του βλέψεις.

Μολονότι είναι περισσότερο από ορατές οι προθέσεις του, η Ευρώπη αλλά και όλος ο δυτικός κόσμος δεν επέδειξαν  την απαιτούμενη προνοητικότητα. Έτσι και η βάναυση επίθεση της Ρωσίας στα ουκρανικά εδάφη  ήταν ένα  οδυνηρό ξάφνιασμα.

Οι πολιτικές ελίτ αρκετών ευρωπαϊκών κρατών, όχι μόνο αγνόησαν τις ανομολόγητες ρωσικές επιδιώξεις αλλά διέπραξαν και κάτι ποιο επιζήμιο: Ακολούθησαν την αποκαλούμενη στρατηγική του κατευνασμού, επιτρέποντας στον Πούτιν να ενισχύσει τη θέση του στον γεωπολιτικό ανταγωνισμό. Μάλιστα το χειρότερο όλων ήταν, ότι επέτειναν την εξάρτηση της Γηραιάς Ηπείρου από το φυσικό αέριο.  Το σοκ που προκάλεσε ο πόλεμος αποκαλύπτει με τον καλύτερο τρόπο, την παντελή απουσία πρόβλεψης του επιχειρούμενου πουτινικού μεγαλοϊδεατισμού. Η εκ των υστέρων αντίδραση είναι μεν σωστή και επιβεβλημένη, αλλά προσπαθεί να περισώσει ότι μπορεί από δυσμενέστερη θέση.

Μια άλλη περίπτωση όπου η  έλλειψη του προβλέπειν φαίνεται να επηρεάζει τις κοινωνικές και πολιτικές διεργασίες και εξελίξεις, είναι η αναπτέρωση του εθνικολαϊκίστικού ρεύματος σε ευρωπαϊκές χώρες αλλά και Αμερική. Κορυφαίο παράδειγμα η επιστροφή της Μαρίν Λεπέν στην Γαλλία. Η ηγέτιδα της ακροδεξιάς διεύρυνε την απήχηση και την επιρροή της, καθιστώντας την εκλογική μάχη του  δεύτερου γύρου αμφίρροπη.

Οι δημοκρατικές και προοδευτικές δυνάμεις δεν προνόησαν για τα ευρύτερα λαϊκά στρώματα του πληθυσμού, αφήνοντας τα έρμαια στις ακραίες και επικίνδυνες αντιλήψεις της. Πως αλλιώς να εξηγηθεί το ισχυρό κύμα του ευρωσκεπτικισμού  του ρατσισμού και των έντονων αντιδράσεων κατά των μεταναστών;

Ουσιαστικά η Λεπέν επενδύοντας στο φόβο και την ανασφάλεια μπόρεσε να δηλητηριάσει πολιτικά ένα σημαντικό τμήμα του εκλογικού σώματος. Μάλιστα ο λαϊκισμός και ο ανορθολογισμός που καλλιέργησε, ανατροφοδότησε στη χώρα του Διαφωτισμού τις δεξαμενές των άκρων, στερώντας την πλειοψηφία στο αποκαλούμενο δημοκρατικό τόξο.

Πέρα από επιφανειακές αναλύσεις και προσεγγίσεις το βέβαιο είναι, πως στο ρεύμα που ενσαρκώνει και πρεσβεύει η επικεφαλής της γαλλικής ακροδεξιάς, αντανακλώνται βαθύτερες και  πολυσύνθετες μεταβολές στο κοινωνικό σώμα. Είτε γιατί η παγκοσμιοποίηση δημιουργεί νέες διχοτομίες στην πολιτική σκηνή, οι οποίες υποκαθιστούν την παλιά ιστορική διαίρεση Δεξιά -Αριστερά. Είτε διότι οι υπάρχουσες δυνάμεις της Κεντροδεξιάς και της Κεντροαριστεράς,  αδυνατούν να πείσουν συγκεκριμένες ομάδες του πληθυσμού,  πως είναι εκείνες που μπορούν να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά τις συνεχώς διευρυνόμενες οικονομικές και κοινωνικές ανισότητες.

Πάντως το σίγουρο είναι, πως η κρίση εκπροσώπησης που αντιμετωπίζουν τα παραδοσιακά ιδεολογικά και πολιτικά ρεύματα οφείλεται πρωτίστως, στην αδυναμία τους να προβλέψουν τις τωρινές διεργασίες και ανακατατάξεις, που πραγματοποιούνται στις προηγμένες αλλά και υπανάπτυκτες χώρες.  Η αδιαφορία των πολιτικών κατεστημένων για τους νεόπτωχους, τους χαμηλόμισθους, τους συνταξιούχους καθώς και τους νέους ανθρώπους, προσφέρει ζωτικό χώρο στους φορείς του εθνικολαϊκισμού και της οπισθοδρόμησης. Ζώντας στο μικρόκοσμό τους ξεχνούν κάτι αυτονόητο: Η απρονοησία στη διαχείριση της πολιτικής απομειώνει την κυριαρχία τους.

 

*Ο Γιώργος Πανταγιάς είναι σύμβουλος  Στρατηγικής και Επικοινωνίας πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της POLITΥ