Η Γεωργία Μπαλτζάκη γεννήθηκε στο Καστέλλι Πεδιάδος το έτος 1923. Κόρη του Μανόλη Μπαλτζάκη και της Καλλιόπης (το γένος Χαλκιαδάκη). Ο Μανόλης Μπαλτζάκης και η Καλλιόπη απέκτησαν τέσσερα παιδιά. Τον Γιάννη, τη Μαρία, τη Γεωργία και την Ειρήνη. Από τους συγχωριανούς της, τα χρόνια της κατοχής πήρε το προσωνύμιο Μόνικα. Οι περισσότεροι την ξέρουν ως Μόνικα παρά ως Γεωργία Μπαλτζάκη. Η Γεωργία ήταν φαινόμενο φιλομάθειας για την εποχή της.
Από πολύ μικρή διάβαζε συνεχώς και πλούτιζε τις γνώσεις της. Μαθήτρια του Γυμνασίου το 1938 έσπασε το πόδι της και έμεινε στο κρεβάτι δύο (2) χρόνια. Από το κρεβάτι της διάβαζε και περνούσε τα μαθήματα στις εξετάσεις του Γυμνασίου χωρίς να παρακολουθεί τις παραδόσεις. Στην διάρκεια της κατάκλισής της, κατάφερε να μάθει δύο ξένες γλώσσες, Αγγλικά και Γερμανικά. Την περίοδο της γερμανικής Κατοχής εργάστηκε ως διερμηνέας δίπλα στον Φρούραρχο του αεροδρομίου Καστελλίου Ταγματάρχη Τροστ.
Λόγω της δουλειάς της διερμηνέα, η Γεωργία Μπαλτζάκη – Μόνικα ίσως ήταν το πιο αμφιλεγόμενο πρόσωπο του Καστελλίου μετά την Κατοχή και μέχρι τον θάνατό της. Καθημερινά, τα δύσκολα χρόνια 1941-1944, την συναντούσαν δεκάδες πολίτες απ’όλα τα χωριά της ευρύτερης περιοχής της επαρχίας Πεδιάδος, της Βιάννου, του Μονοφατσίου, της Μεσαράς, του Λασιθίου. Κι όταν την έβλεπαν δίπλα στον Γερμανό Ταγματάρχη, φυσικό ήταν να την κοιτάζουν ύποπτα. Έτσι άλλοι έλεγαν ότι είναι συνεργάτης των Γερμανών και άλλοι ότι βοήθησε την Αντίσταση μέλος της οποίας ήταν και η ίδια.
Η Γεωργία Μπαλτζάκη, μετά την Κατοχή συνέχισε να διαβάζει και να μορφώνεται. Κατάφερε να μάθει οχτώ ξένες γλώσσες μεταξύ των οποίων και Ρωσικά. Η επιθυμία της ήταν να σπουδάσει και να γίνει γυμνάστρια.
Έδωσε εξετάσεις και πέτυχε στη Γυμναστική Ακαδημία. Δεν κατάφερε όμως να πραγματοποιήσει το όνειρό της. Οικονομικοί λόγοι την ανάγκασαν να μην εγγραφεί στη Σχολή. Εγκαταστάθηκε στο Ηράκλειο και έπιασε δουλειά σε φαρμακείο. Ήταν η πρώτη γυναίκα που φόρεσε πανταλόνια στο Καστέλλι. Η πρώτη γυναίκα που οδήγησε και διέθετε αυτοκίνητο την δεκαετία του 1950 στην πόλη του Ηρακλείου. Τόσο πολύ είχε κάνει αυτό εντύπωση ώστε οι εφημερίδες της εποχής το έκαναν είδηση στις στήλες τους. (Μία από τις εφημερίδες που το ανέφεραν, ήταν και η «ΠΑΤΡΙΣ» του Ηρακλείου)
Από το φαρμακείο έφυγε γρήγορα και έπιασε δουλειά στο Ξενοδοχείο ΚΑΝΤΙΑ ως διευθύντρια, (λόγω των πολλών ξένων γλωσσών που γνώριζε). Το ξενοδοχείο βρισκόταν στο κέντρο του Ηρακλείου στην λεωφόρο Δικαιοσύνης και ήταν ιδιοκτησίας του πατέρα του γνωστού Κώστα Ζουράρη.
Μόλις ο Αριστοτέλης Ωνάσης δημιούργησε τις ΟΛΥΜΠΙΑΚΕΣ ΑΕΡΟΓΡΑΜΜΕΣ, η Γεωργία Μπαλτζάκη ήταν ένα από τα πρώτα διευθυντικά στελέχη που στελέχωσαν την εταιρεία. Στην Γεωργία άρεσαν πολύ τα ταξίδια. Ταξίδεψε σ’όλον τον κόσμο. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι έφτασε μέχρι το Θιβέτ, όπου παρέμεινε ένα μήνα. Πολιτικά κόμματα στη διάρκεια της μεταπολίτευσης, της έκαναν προτάσεις να κατέλθει στον πολιτικό στίβο διεκδικώντας μια θέση στην Ελληνική Βουλή. Η ίδια αρνήθηκε.
Το 1992, ένα μηχανάκι την χτύπησε έξω από τον πολιούχο ναό της πόλεως του Ηρακλείου Άγιο Μηνά. Το χτύπημα ήταν βαρύ και η Γεωργία έπεσε σε κώμα. Πέθανε στις 25 Δεκεμβρίου 1992.
Ένα από τα παράπονα των φίλων της ήταν ότι δεν μιλούσε ποτέ για τα τέσσερα χρόνια της Κατοχής και την περίοδο που η ίδια ήταν διερμηνέας των Γερμανών. Μόλις προσπαθούσε κανείς από την παρέα να ανοίξει ένα θέμα για τα κατοχικά χρόνια, η Γεωργία ευγενικά άλλαζε συζήτηση. Δεν υπερασπίστηκε ποτέ τον εαυτό της στις κατηγορίες ή στα κενά που άφησε το πέρασμά της από τα γραφεία του γερμανικού Φρουραρχείου.
Θα παρουσιάσουμε γεγονότα της περιόδου 1941-1944, που αποδεικνύουν ότι η Γεωργία Μπαλτζάκη-Μόνικα, όχι μόνο δεν ήταν συνεργάτης των Γερμανών, αλλά αντίθετα υπήρξε μέλος της Εθνικής Αντίστασης, βοηθώντας τον αγώνα και τους δύστυχους Κρήτες που έπεφταν στα χέρια της Γκεστάπο του Καστελλίου.
………………….
Οι Γερμανοί έφτασαν στο Καστέλλι στις 2 Ιουνίου 1941. Στον κάμπο του Καστελλίου υπήρχε ένα ημιτελές αεροδρόμιο που είχαν αρχίσει να κατασκευάζουν οι βρετανοί, τον Ιανουάριο του 1941 για να το χρησιμοποιήσουν στην άμυνα του νησιού. Οι Γερμανοί αποφασίζουν να συνεχίσουν την κατασκευή του αεροδρομίου με καταναγκαστικούς εργάτες. Μία από τις πρώτες ενέργειες των Γερμανών αξιωματικών που έφτασαν στην κεντρική πλατεία του Καστελλίου, ήταν να εξασφαλίσουν στέγη για τους στρατιώτες τους.
Συγκέντρωσαν τους κατοίκους στην πλατεία και ο επικεφαλής Γερμανός ξεκίνησε να τους μιλά. Με έκπληξη διαπίστωσε ότι μία νεαρή κοπέλα μετέφραζε λόγια του. Στη συνέχεια κατευθύνθηκαν στο κτήριο του Γυμνασίου Καστελλίου και κάλεσαν τον καθηγητή Εργαζάκη που έμενε στο Καστέλλι, να παρουσιαστεί μπροστά τους. Απαίτησαν απ’αυτόν να τους παραδώσει το κτήριο. Ο Εργαζάκης δεν γνώριζε τη γερμανική γλώσσα.
Αυτό που ήξερε ήταν ότι μια μαθήτριά του, της Ε΄ Γυμνασίου, γνώριζε Γερμανικά. Η Γεωργία Μπαλτζάκη. Την ειδοποιεί και η Γεωργία φτάνει στο γραφείο των καθηγητών του Γυμνασίου. Με έκπληξη οι Γερμανοί διαπιστώνουν ότι είναι η ίδια κοπέλα που μετέφραζε τα στην πλατεία στους Καστελλιανούς τα λόγια των Γερμανών. Αρχίζει να μεταφράζει τη συζήτηση μεταξύ των Γερμανών και του καθηγητή Εργαζάκη. Οι Γερμανοί από τότε, σαν θέλανε να ανακοινώσουν κάτι στους κατοίκους, φώναζαν τη Γεωργία.
Στο τέλος του καλοκαιριού του 1941, η Γεωργία Μπαλτζάκη γίνεται πλέον επίσημα η διερμηνέας του Ταγματάρχη Τροστ, Διοικητή των Γερμανικών δυνάμεων του αεροδρομίου Καστελλίου.
Έχει το δικό της γραφείο στο Φρουραρχείο, το οποίο στεγαζόταν στη σημερινή πλατεία Ελευθερίας Καστελλίου. Σήμερα, στη θέση του Φρουραρχείου, στεγάζεται το φαρμακείο του Φραγκίσκου Παπαδοκωστάκη.
………………………….
Ο Γεώργιος Τζαγκαράκης υπηρέτησε ως αξιωματικός στην Υποδιοίκηση Χωροφυλακής Καστελλίου τα χρόνια της Κατοχής. Κάποια μέρα μπλέχτηκε (από αφέλεια) σε μία περιπέτεια που παραλίγο να του στοιχίσει ακριβά. Απ’αυτήν την περιπέτεια, τον βοήθησε να βγει αλώβητος η διερμηνέας του Φρουράρχου Τροστ Γεωργία Μπαλτζάκη-Μόνικα την οποία, όπως ο ίδιος ομολογεί, δε γνώριζε.
Ένα ακόμη στοιχείο που αποδεικνύει ότι η Γεωργία προσέφερε τη βοήθειά της σε όλους όσους οδηγούνταν με κάποια κατηγορία μπροστά στον Φρούραρχο των Γερμανικών δυνάμεων του Καστελλίου Ταγματάρχη Τροστ (ή Κουτσάφτη, όπως τον αποκαλούσαν οι Καστελλιανοί). Την περιπέτειά του περιγράφει ο ίδιος ο Γεώργιος Τζαγκαράκης στο βιβλίο του: «Το ημερολόγιο ενός αστυνομικού 1941-1966», σελ. 46-47.
Περιστατικά όπως αυτό με τον Γεώργιο Τζαγκαράκη, η Γεωργία Μπαλτζάκη χειρίστηκε πάρα πολλά στη διάρκεια της γερμανικής Κατοχής. Και κατάφερε να σώσει κυριολεκτικά μέσα από τα νύχια της Γκεστάπο πολλούς ανθρώπους των οποίων την τύχη σε διαφορετική περίπτωση δεν θα γνωρίζαμε. Γράφει ο Γεώργιος Τζαγκαράκης:
´”…εκείνη την ημέρα έπαθα την πλάκα της ζωής μου. Πήγα αυτή τη φορά στου Μιχάλη το εστιατόριο, το Καζίνο, ως το ονόμαζαν οι Καστελλιανοί, γιατί ο Δοξαστάκης είχε φαγητό που δεν μου άρεσε (καιρός για επιλογές!!!). Ο Μιχάλης που με εγνώριζε, γιατί είχα ξαναπάει, όταν τον ρώτησα τι θα φάμε Μιχάλη, μου απάντησε να τον αφήσω και ξάτου.
Μπήκε στο ιδιαίτερο που μαγείρευε και γυρνώντας μου έφερε μια μερίδα ψητό αρνί με πατάτες. Απίστευτο και όμως αληθινό. Είχε και το μόνιμο χορταρικό του και έτσι πέρασα καλά.
Γυρνώντας είδα τον Λαυρεντάκη και μαζί καθίσαμε στου Ι. Κουντάκη το καφενείο που ήταν στην κάτω πλατεία του Καστελλίου για καφέ, (είπαμε κριθάρι και λίγο ρεβίθι τσουκνισμένα λίγο στο τηγάνι και αλεσμένα με την μηχανή του καφέ, που δεν έλειπε από κανένα σχεδόν σπίτι). Δίπλα μας στο καφενείο, καθότανε ένας Ιταλός στρατιώτης, από κείνους που είχαν προσχωρήσει στους Γερμανούς. Βλέποντας τα όπλα που είχαμε εγώ και ο Λαυρεντάκης, μας πλησίασε και μου είπε, ότι, αυτά είναι Ιταλικής προελεύσεως, όπως πράγματι ήταν.
Κουβέντα σε κουβέντα γίναμε φίλοι, τον κέρασα μια γράπα (ρακή) τον ξανακέρασα, μας κέρασε και αυτός και τότε αποφάσισα (τι ηλιθιότητα!) να του ζητήσω αν έχει να μου δώσει μερικές Ιταλικές σφαίρες για το όπλο μου, εξηγώντας του ότι μου χρειάζονται γιατί υπάρχουν λαγοί εκεί που γυρίζομε, αλλά δεν έχομε σφαίρες διαθέσιμες. Με μεγάλη καλοσύνη μου είπε ότι πάει να μου τις φέρει και δεν θέλει τίποτα από μένα, μόνο λίγη ρακή.
Μετά από ένα τέταρτο της ώρας, έρχεται ο Ιταλός, αλλά με την ευγενή συνοδεία δύο Γερμανών Πεταλάδων. Πεταλάδες λέγαμε τότε τους Γερμανούς της Γερμανικής αστυνομίας, επειδή έφεραν στο στήθος των μια μικρή πινακίδα στηριζόμενη σε περιλαίμιο αλυσίδα.
Ο Ιταλός έδειξε εμένα και ο ένας εξ’ αυτών μου είπε: Κομ πολιτσάι. Με πήγαν κατευθείαν στο Γερμανικό Φρουραρχείο που εστεγάζετο τότε στο πολυτελές και μεγάλο σπίτι του πολιτευτού Γεωργίου Εργαζάκη. Φώναξαν και τη διερμηνέα Γεωργία Μπαλτζάκη και άρχισε η ανάκριση από τον ίδιο τον Φρούραρχο Ταγματάρχη μέσω της διερμηνέως.
Τι ήθελα τις σφαίρες και πως είχα το θράσος να τις ζητήσω από στρατιώτη του άξονος, (εκεί είχε δίκιο). Μήπως θα τις δώσεις στον Μπαντουβά; και άλλες πολλές ερωτήσεις.
Σε κάποια στιγμή χτύπησε μαινόμενος και κάτι γροθιές στο τραπέζι και τότε είπα ότι δεν την γλιτώνω. Εξακολούθησε πάντως να με ερωτά μέσω της Μπαλτζάκη, αν άκουσα τέλος πάντων που κρύβεται ο Μπαντουβάς και άλλα πολλά ευτράπελα. Εκείνη την εποχή πρέπει να σημειώσω πως οι Γερμανοί στο Καστέλλι που αποτελούσαν εξ αιτίας του αεροδρομίου και των αποθηκών καυσίμων, μια μεγάλη μονάδα, άκουγαν Μπαντούβα – ως έλεγαν τον Μπαντουβά – και έχαναν τον ύπνο των.
Σε μια στιγμή ψιθύρισα μαζί με τις απαντήσεις μου στην Γεωργία, που καθόλου δεν γνώριζα, σώστε με δεσποινίς σας παρακαλώ. Είμαι παντελώς αθώος και αυτή η πράξις ήταν από επιπολαιότητα. Η Γεωργία μου έγνεψε ότι θα κάμει ό,τι μπορεί. Εν τω μεταξύ με έκλεισαν στο γερμανικό κρατητήριο, για να με περιποιηθούνγερμανοπρεπώς. Σε κάποια στιγμή έρχεται ένας πεταλάς και με ξαναοδηγεί στο Φρούραρχο. Αφού ξεκίνησε με μερικά φλαφλούχτεν μένκι και σάιζε πολιτσάι, σιγά σιγά μαλάκωνε, λέγοντάς μου συνάμα, να ορκιστώ τον πασίγνωστο γερμανικό όρκο ìπιστίμ”.
Ορκίστηκα ότι τις σφαίρες πράγματι τις ζήτησα από τον Ιταλό, για το σκοπό που είπα, ότι δεν είμαι τόσο βλάκας όσο φαίνομαι να ζητήσω από στρατιώτη σφαίρες, αν τις ήθελα για άλλο σκοπό και ένα σωρό άλλες δικαιολογίες – πραγματικές βέβαια – που η Γεωργία – ο Θεός να την αναπαύσει γιατί δεν ζει σήμερα – τις αλάτιζε και τις πιπέρωνε κατάλληλα αφού ήξερε τα τερτίπια και τον χαρακτήρα του Φρουράρχου, (που δεν ήταν ομολογουμένως και πολύ κακός σαν άλλους). Με ξαναπήγαν στο κρατητήριο και μετά λίγη ώρα αφέθηκα ελεύθερος, αινώντας και ευλογώντας την σωτήρα μου Γεωργία Μπαλτζάκη…”ª.
………………………………
Ο Γεώργιος Χατζηδάκης με καταγωγή από το χωριό Γωνιές Μαλεβιζίου, εργαζόταν στο Καστέλλι ως μηχανικός στην κατασκευή του αεροδρομίου με την εταιρεία που είχε αναλάβει τα έργα. Η εταιρεία είχε την επωνυμία Δεληβοριάς-Τριποδάκης και ο Γιώργος Χατζηδάκης ήταν από τους καλύτερους μηχανικούς-κατασκευαστές της. Στο αεροδρόμιο του Καστελλίου πραγματοποιήθηκαν δύο σαμποτάζ στη διάρκεια της γερμανικής Κατοχής.
Το πρώτο στις 10 Ιουνίου 1942 και το δεύτερο στις 5 Ιουλίου 1943. Η συμμετοχή του Γιώργου Χατζηδάκη και στις δύο επιχειρήσεις ήταν καθοριστική. Ήταν εκείνος που έδωσε τα τοπογραφικά σχέδια του αεροδρομίου και των εγκαταστάσεών του στους σαμποτέρ. Και σε άλλες περιπτώσεις ο Γιώργος Χατζηδάκης βοήθησε τους άντρες της Αντίστασης δίνοντας χρήσιμες πληροφορίες.
O αντιστασιακός Νίκος Καραγιάννης, που δούλεψε κι αυτός ως διερμηνέας στο πολεμικό αεροδρόμιο Καστελλίου τα χρόνια της Κατοχής, σε χειρόγραφο σημείωμά του αναφέρει για τον Γιώργο Χατζηδάκη:
´”…στο μεταξύ και συν τη πάροδο του χρόνου, είχα γνωρίσει αρκετούς πατριώτες που ειργάζοντο για λογαριασμό άλλων ίσως αντιστασιακών οργανώσεων και με τους οποίους παρόλο που ποτέ δεν είχαμε ανοιχθεί καθαρά για συνωμοτικούς λόγους, ανταλλάσσαμε πληροφορίες μεταξύ μας. Ένας απ’αυτούς ήταν ο Γιώργος Χατζηδάκης (έτσι τουλάχιστον ελέγετο). Μηχανικός εργολάβος που ειργάζετο εκεί. Θυμούμαι ένα περιστατικό που αξίζει να το αναφέρω!
Μια Κυριακή ήταν ένα πανηγύρι σε ένα κοντινό χωριό και είχαμε πάει καλεσμένοι από τον πρόεδρο, ο προϊστάμενός μου επιλοχίας Χανς και όλο το προσωπικό του Γραφείου! Τη βραδιά εκείνη είχε προγραμματισθεί ένα σαμποτάζ στα καύσιμα, αεροπλάνα, αποθήκες κλπ. του αεροδρομίου και δεν ξεύρω πως το είχαν μάθει οι Γερμανοί και περίμεναν οργανωμένοι καταλλήλως!
Εγώ έπρεπε να ειδοποιήσω μια και περιήλθε στη γνώση μου αυτό, αλλά δεν αφορούσε ούτε την 133, αλλά δεν είχα και τη δυνατότητα να ειδοποιήσω που. Έτσι είχα την ιδέα και έβγαλα αναμνηστικές φωτογραφίες με τους Γερμανούς και σε μία από πίσω έκανα δήθεν μια αφιέρωση γράφοντας την είδηση που γνώριζα για να αποτρέψω την καταστροφή και τη χάρισα στον κ. Χατζηδάκη σαν ανάμνηση. Το διάβασε, κατάλαβε και μου είπε ένα ευχαριστώ με γέλιο, έκανε ότι έπρεπε και δεν έγινε το σαμποτάζ που θα κατέληγε σε τραγικό φιάσκο για τα παλικάρια μας, που θα παίρνανε μέρος.
Έγινε πολύ αργότερα στις αποθήκες καυσίμων. Ο Κίμων Ζωγραφάκης ξεύρει! Ο κ. Γιώργος Χατζηδάκης, όταν του ζήτησα απλά ένα σκαρίφημα για τις θέσεις των ψεύτικων αεροπλάνων και όλων των σχετικών με την άμυνα του αεροδρομίου, απλά μου το έδωσε χωρίς να με ρωτήσει απολύτως τίποτε …!”ª.
Κάποια στιγμή ο Γιώργος Χατζηδάκης πέφτει στη δυσμένεια των Γερμανών. Αποφασίζουν να τον συλλάβουν. Η είδηση φτάνει και στη διερμηνέα του Φρουράρχου Τροστ Γεωργία Μπαλτζάκη-Μόνικα. Ειδοποιεί αμέσως τον Γιώργο Χατζηδάκη και αυτός εγκαταλείπει το Καστέλλι την ίδια ημέρα. Καταφεύγει για μικρό χρονικό διάστημα στο χωριό του Γωνιές Μαλεβιζίου και στη συνέχεια με αποστολή διαφεύγει στη Μέση Ανατολή. Το διάστημα που παρέμεινε στις Γωνιές ο Γιώργος Χατζηδάκης, διηγείται τα γεγονότα της διάσωσής του από τη Γεωργία Μπαλτζάκη-Μόνικα.
* O Γιώργος Α. Καλογεράκης είναι Δρ. Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, διευθυντής Δημοτικού Σχολείου Θραψανού