Εορτάστηκε την Κυριακή με την καθιερωμένη Δοξολογία και κατάθεση στεφάνων στο Ηράκλειο, αλλά και στους περισσότερους Δήμους της χώρας, η θλιβερή επέτειος των εκατό χρόνων από τη Γενοκτονία των Ποντίων.

Ελάχιστες ήταν οι δημοσιογραφικές αναφορές, τα σχόλια και οι συζητήσεις απλών και επωνύμων, αφού η κοινή γνώμη βρίσκεται προσανατολισμένη και απορροφημένη πλήρως κατά την τελευταία εβδομάδα πριν από τις δημοτικές – περιφερειακές και ευρωπαϊκές εκλογές.

Τιμώντας τη μνήμη και τη θυσία των εκατοντάδων Ποντίων Ελλήνων Χριστιανών θα επιχειρήσουμε την κατάθεση μίας μικρής ιστορικής αναδρομής πριν και μετά την τέλεση αυτού του αποτρόπαιου εγκλήματος που διαπράχθηκε εναντίον ενός ανυπεράσπιστου λαού.

Ένα εκλεκτό τμήμα του Ελληνισμού ζούσε στα βόρεια της Μικράς Ασίας στην περιοχή του Πόντου, μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης και τη διάλυση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Η άλωση της Τραπεζούντας το 1461 δεν επηρέασε το φρόνημα και την ελληνική συνείδηση των Ποντίων, παρότι ζούσαν αποκομμένοι από τον εθνικό κορμό, και σταδιακά είχαν κυριαρχήσει στην οικονομική, πνευματική και δημογραφική ζωή της περιοχής των.

Τα χρόνια περνούσαν ειρηνικά και ανοδικά για τους Έλληνες του Πόντου και τις αρχές του 20ού αιώνα έφθασαν σε πληθυσμό 700.000 ανθρώπων. Το έτος 1908 ήταν μία χρονιά ορόσημο για τους χριστιανικούς λαούς που κατοικούσαν στην Τουρκία, όταν επικράτησε το κίνημα των Νεότουρκων που έθεσε στο περιθώριο τον Σουλτάνο.  Οι Νεότουρκοι με νέο σκληρό εθνικιστικό πρόσωπο εκμεταλλευόμενοι την εμπλοκή των ευρωπαϊκών κρατών στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, την απασχόληση της Ελλάδας με το Κρητικό ζήτημα και με πρόσχημα την ασφάλεια του κράτους, οργάνωσαν σχέδιο διωγμού για τους χριστιανικούς πληθυσμούς της μικρασιατικής ενδοχώρας.

Ήταν ένα προμελετημένο έγκλημα, το οποίο η κυβέρνηση των Νεότουρκων εκτέλεσε με μεθοδικότητα και αποτελεσματικότητα. Η διεθνής βιβλιογραφία, τα ιστορικά στοιχεία και οι λαϊκές παραδόσεις καταγράφουν συγκλονιστικά στοιχεία για το αποτρόπαιο έγκλημα που διαπράχθηκε την εποχή εκείνη  κατά του ελληνικού λαού στην Μικρά Ασία. Οι μέθοδοι ήταν ο ξεριζωμός, οι κακουχίες, η εξάντληση, τα βασανιστήρια, η πείνα, η δίψα και τα στρατόπεδα θανάτου στην έρημο.

Για τον ελληνικό πληθυσμό της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας εκτιμάται ότι κατά την περίοδο αυτή οι διώξεις στοίχισαν τη ζωή σε 382.000 ανθρώπους.

«Για πάνω από 70 χρόνια ήταν απαγορευμένη η λέξη “γενοκτονία”, ακόμη και στην Ελλάδα για χάρη της «Ελληνοτουρκικής φιλίας». Οι Πόντιοι όμως ποτέ δεν ξέχασαν το δράμα των προγόνων τους. Οργανώθηκαν, αγωνίστηκαν και κατάφεραν τελικά να κάνουν το χρέος τους.

Το έτος 1994 η Βουλή των Ελλήνων ομόφωνα ανακήρυξε την 19η Μαΐου ως ημέρα μνήμης για τη Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου. Τα γεγονότα αυτά έχουν αναγνωριστεί επισήμως ως Γενοκτονία από την Ελλάδα, την Κύπρο, την Αρμενία, τη Σουηδία, τη Σερβία ορισμένα κράτη της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, 8 Πολιτείες των ΗΠΑ και από τη Διεθνή Ένωση Μελετητών γενοκτονιών.  Από τις τρεις γενοκτονίες που διαπράχθηκαν τον 20ό αιώνα, των Αρμενίων, των Ποντίων και των Εβραίων, μόνο δύο έχουν αναγνωριστεί παγκοσμίως. Άμεσα των Εβραίων και με έμμεσο τρόπο των Αρμενίων.

Έχουν περάσει 100 χρόνια από τη Γενοκτονία των Ποντίων χωρίς αυτή να έχει αναγνωριστεί έστω από την πλειοψηφία των φίλων της Ελλάδας χριστιανικών λαών της Δύσης ούτε από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Η ουδέτερη στάση της διεθνούς κοινότητας για τη Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου αποτελεί στίγμα για την παγκόσμια ιστορία των δημοκρατικών λαών της γης.

Λένε ότι η ιστορία γράφεται από τους νικητές. Λένε επίσης ότι η ιστορία είναι σκληρή και ανεπηρέαστη, ότι δεν χαρίζεται σε κανέναν, ούτε στους νικητές  ούτε στους ηττημένους.

Σε κάθε περίπτωση όμως, ο ελληνικός λαός οφείλει να ενθυμείται και να διδάσκεται από την ιστορία του, γιατί οι λαοί που την ξεχνούν είναι υποχρεωμένοι να την ξαναζήσουν.