Με απορία ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος ρωτάει: Δεν θα συνέλθουμε, έστω και αργά; Δεν θα νικήσουμε την αναισθησία μας για να μην πω την τσιγκουνιά μας; Δεν θα σκεφτούμε ως άνθρωποι; Δεν θα βάλουμε νοερά στη θέση των ξένων συμφορών τις πιθανές δικές μας;

Γιατί, στ’ αλήθεια, τίποτε από τ’ ανθρώπινα δεν είναι βέβαιο, τίποτε δεν είναι σταθερό, τίποτε δεν είναι ανεξάρτητο από άλλοϋς παράγοντες, τίποτε δεν στηρίζεται σε αμετάβλητες προϋποθέσεις. Η ζωή μας γυρίζει σε κύκλο, έναν κύκλο που φέρνει πολλές μεταβολές, συχνά μέσα σε μία μέρα, κάποτε και μέσα σε μιαν ώρα.

Πιο σίγουρο είναι να εμπιστεύεται κανείς τον άνεμο, που κινείται ακατάπαυστα, πιο σίγουρο είναι να εμπιστεύεται τη γραμμή που αφήνει πάνω στα νερά ένα ποντοπόρο πλοίο, πιο σίγουρο είναι να εμπιστεύεται τ’ απατηλά όνειρα μιας νύχτας, που η απόλαυσή τους κρατάει τόσο λίγο, πιο σίγουρο είναι να εμπιστεύεται όσα χαράζουν τα παιδιά πάνω στην άμμο, όταν παίζουν, παρά την ανθρώπινη ευτυχία.

Είναι λοιπόν συνετοί εκείνοι, που, μην έχοντας εμπιστοσύνη στα τωρινά, φροντίζουν να εξασφαλιστούν για το μέλλον. Επειδή η ανθρώπινη ευημερία είναι άστατη και μεταβλητή, αγαπούν την καλοσύνη, που δεν χάνεται, για να κερδίσουν τουλάχιστον το ένα από τα τρία: Ή τη συμπάθεια του Θεού, ο οποίος πάντοτε ευεργετεί στον Ουρανό τους ευσεβείς για τις επίγειες αγαθοεργίες τους ή την παρρησία ενώπιον του Θεού, επειδή κακοπά θησαν όχι για κάποια κακία, αλλά για κάποιον καλό σκοπό ή τέλος τη φιλανθρωπία του Θεού καθώς εκείνοι πρώτα έδειξαν φιλανθρωπία στους φτωχούς, ενεργώντας έξυπνα.

Συνεχίζεται

Εμμ. Λιοδάκη, ιεροκήρυκος