Οφείλουμε εμείς να προσφέρουμε στους ανθρώπους ως άνθρωποι, την εκδήλωση της καλοσύνης μας όταν την χρειάζονται χτυπημένοι από κάποια συμφορά, λ.χ. χηρεία ή ορφάνια ή ξενιτιά ή σκληρά αφεντικά ή άδικους άρχοντες ή άσπλαχνους φοροεισπράκτορες ή φονικούς ληστές ή άπληστους κλέφτες ή δήμευση περιουσίας ή ναυάγιο.

Ολοι είναι αξιολύπητοι. Ολοι βλέπουν τα χέρια μας όπως εμείς βλέπουμε τα χέρια του Θεού. Τι θα κάνουμε λοιπόν εμείς που έχουμε τιμηθεί με το μεγάλο όνομα “χριστιανοί” και αποτελούμε τον διαλεκτό και ξεχωριστό λαό, ο οποίος οφείλει να καταγίνεται σε καλά και σωτήρια έργα;

Τι θα κάναμε εμείς οι μαθητές του πράου και φιλάνθρωπου Ιησού, που σήκωσε τις αμαρτίες μας, ταπεινώθηκε, παίρνοντας την ανθρώπινη φύση μας κι έγινε φτωχός για να γίνουμε εμείς πλούσιοι με τη θεότητα; Τι θα κάνουμε έχοντας μπροστά μας ένα τόσο μεγάλο υπόδειγμα ευσπλαχνίας και συμπάθειας;

Θα παραβλέψουμε τους συνανθρώπους μας, θα τους περιφρονήσουμε; θα τους εγκαταλείψουμε; Κάθε άλλο, αδελφοί μου. Αυτά δεν ταιριάζουν σε μας τους θρεμμένους από τον Χριστό, τον καλό ποιμένα, που φέρνει πίσω το πλανεμένο πρόβατο και ψάχνει να βρει το χαμένο και στηρίζει το ασθενικό.

Μα δεν ταιριάζουν ούτε στην ανθρώπινη φύση μας που επιβάλλει τη συμπάθεια αφού από την ίδια της την αδυναμία έμαθε την ευσέβεια και τη φιλανθρωπία.

Γιατί μολοταύτα, δεν βοηθάμε τους συνανθρώπους μας όσο είναι ακόμη καιρός; Γιατί εμείς ζούμε μέσα στην απόλαυση, ενώ οι αδελφοί μας μέσα στη δυστυχία; Ποτέ να μην πλουτίσω, αν αυτοί στερούνται! Ποτέ να μην έχω υγεία, αν δεν βάλω βάλσαμο στις πληγές τους!

Ποτέ να μην χορτάσω, ποτέ να μην ντυθώ, ποτέ να μην ησυχάσω μέσα σε σπίτι, αν δεν τους δώσω ψωμί και ρούχα, όσα μπορώ, κι αν δεν τους ξεκουράσω μέσα στο σπίτι μου.

Ας τ’ αναθέσουμε όλα στον Χριστό, για να τον ακολουθήσουμε αληθινά σηκώνοντας τον σταυρό του για ν’ ανεβούμε στον επουράνιο κόσμο ανάλαφρα και άνετα χωρίς τίποτα να μας τραβάει προς τα κάτω και για να κερδίσουμε στη θέση όλων αυτών τον Χριστό ανεβασμένοι χάρη στην ταπείνωσή μας και πλουτισμένοι χάρη στη φτώχεια μας.

Ή τουλάχιστον ας μοιραστούμε με τον Χριστό τα υπάρχοντά μας για ν’ αγιαστούν κάπως με τη σωστή τους και την προσφορά μεριδίου τους στους φτωχούς.

Εμμ. Λιοδάκη, ιεροκήρυκος