“Δανείζει Θεώ ο ελεών πτωχόν, κατά δε το δόμα αυτού ανταποδώσει αυτώ” (παροιμ. 19.17).

Ο Άγιος Γρηγόριος είναι όχι μόνο ένας μεγάλος πατέρας και διδάσκαλος της εκκλησίας αλλά και ο επιφανέστερος θεολόγος της μετά τον Απόστολο και ευαγγελιστή Ιωάννη.

Γεννήθηκε μεταξύ 326 και 329 στην Αριανζό, κοντά στη Ναζιανζό της Καππαδοκίας από εύπορους γονείς απέκτησε μεγάλη κλασική και θεολογική μόρφωση. Μαζί με to συμφοιτητή και φίλο του Άγιο Βασίλειο τον Μέγα, Αρχιεπίσκοπο Καισαρείας της Καππαδοκίας και τον Άγιο Γρη- γόριο, επίσκοπο Νύσης ανήκει στους “μεγάλους Καππαδόκες”.

Από τον πατέρα του, Γρηγόριο επίσης Επίσκοπο Ναζιανζού, χειροτονήθηκε πρεσβύτερος και από τον Άγιο Βασίλειο επίσκοπος Σασίμων.

Πάντως φύση μοναχική καθώς ήταν, αφιέρωσε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του στη απομόνωση, την ησυχία και την άσκηση.

Το 379 κλήθηκε στην Κωνσταντινούπουλη για να αντμετωπίσει την αίρεση του αρειανισμού. Με κέντρο τον μικρό ναό της Αναστάσεως κατήχησε, δίδαξε, εκφώνησε τους περίφημους λόγους του για τη θεότητα του Υιού, που του εξασφάλισαν το χαρακτηρισμό του θεολόγου, και αναζωπύρωσε την Ορθοδοξία, μολονότι αντιμετώπισε τη βίαιη αντίδραση των αρειανών.

Αφού χρημάτισε Αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως για μικρό χρονικό διάστημα (Νοέμβριος 380- Ιούνιος 381), παραιτήθηκε από το θρόνο και αποσύρθηκε στη γενέτειρά του, όπου ασχολήθηκε με τη συγγραφή και την καταπολέμηση των αιρετικών απολιναριστών ώς την κοί-μησή του, το 390.

(Συνεχίζεται)

Εμμ. Λιοδάκης, ιεροκήρυκας