Με τη μεγάλη ανομβρία που υπάρχει φέτος στην περιοχή μας, μπορεί ακόμη και οι βρύσες στα σπίτια μας να σταματήσουν να τρέχουν νερό και πρέπει οι αρμόδιοι να πάρουν εγκαίρως μέτρα για την αντιμετώπιση του προβλήματος, όπως είναι η πάταξη της άσκοπης σπατάλης νερού, ο έλεγχος του πεπαλαιωμένου δικτύου της πόλης για τυχόν απώλειες νερού, το άνοιγμα νέων γεωτρήσεων και ακόμη μπορεί να προχωρήσουν και σε αφαλάτωση από τις πηγές του Αλμυρού, προκειμένου να αντιμετωπισθεί το τεράστιο πρόβλημα της λειψυδρίας. Σε αυτή την προσπάθεια όμως πρέπει να συμβάλουν και οι πολίτες, οι οποίοι πρέπει να μάθουν να σέβονται τη χρήση του νερού, το οποίο είναι το σημαντικότερο αγαθό για τον άνθρωπο.

Άλλο μεγάλο πρόβλημα που αντιμετώπισε η χώρα μας, ήταν αυτό στον χρηματοοικονομικό τομέα, που οφείλεται στο γεγονός ότι δε γινόταν κανονική οικονομική τροφοδοσία του συστήματος, με αποτέλεσμα να φτάσει η χώρα στα όρια της χρεωκοπίας.

Η διαφορά στις δύο αυτές περιπτώσεις είναι ότι η πρώτη είναι φυσικό φαινόμενο που κανείς δεν μπορεί να παρέμβει, για να αντιμετωπίσει το πρόβλημα, ενώ η δεύτερη είναι ανθρώπινο δημιούργημα, που την αποκλειστική ευθύνη έχει η ίδια η Πολιτεία, η οποία δεν προσπάθησε να δώσει λύση στο πρόβλημα, με αποτέλεσμα να χάσει την αξιοπιστία της και ν’ αντιμετωπιστεί από τους δανειστές της ως μια χρεωκοπημένη χώρα.

Η χώρα μας λοιπόν για να λειτουργήσει και να αντιμετωπίσει τις δαπάνες της, χρειάζεται να έχει ορισμένα έσοδα.

Επειδή όμως τα έσοδα αυτά δεν έρχονται ως μάνα από τον ουρανό, αλλά καταβάλλονται από τους ίδιους τους πολίτες, πρέπει το κράτος να ενεργοποιήσει τους μηχανισμούς του, για να εισπραχθούν και να γεμίσουν τα ταμεία του κράτους, προκειμένου να αντιμετωπίσει τις ανάγκες του.

Οι ελληνικές κυβερνήσεις όμως τα περασμένα χρόνια για να αντιμετωπίσουν τα ελλείμματα του κρατικού προϋπολογισμού, είχαν βρει την εύκολη λύση του εξωτερικού δανεισμού. Αλλά κάποια στιγμή όμως, επειδή η χώρα μας δεν ήταν συνεπής στις υποχρεώσεις της προς τους δανειστές της, έκλεισαν τη στρόφιγγα του δανεισμού και σταμάτησαν να δανείζουν τη χώρα μας. Το χειρότερο όμως ήταν, ότι στη χώρα μας επιβλήθηκαν μνημόνια τα οποία έπρεπε να εφαρμόσει για να μην βρεθεί εκτός οικονομικού συστήματος και να γίνει μια χρεωκοπημένη χώρα. Έτσι λοιπόν η χώρα τέθηκε υπό επιτήρηση και υποχρεώθηκε τα ποσά που χρειαζόταν για την εξυπηρέτηση των αναγκών της, να αναζητούνται από δικούς της πόρους.

Για να εξυπηρετήσει όμως η χώρα τις ανάγκες της, υπάρχουν δύο και μοναδικοί τρόποι, ο ένας είναι η επιβολή φόρων και ο άλλος η μείωση των δαπανών του κράτους, οι οποίες γίνονται κυρίως με τις μειώσεις μισθών και συντάξεων. Η Πολιτεία λοιπόν πρέπει, για να αυξήσει τα έσοδα της, να ενεργοποιήσει τους ελεγκτικούς της μηχανισμούς, προκειμένου να περιορίσει τη φοροδιαφυγή η οποία δυστυχώς στη χώρα μας έχει γίνει εθνικό σπόρ των Ελλήνων.

Η αύξηση των φορολογικών συντελεστών που γίνεται από την Πολιτεία για να αυξήσει τα έσοδά της, δυστυχώς δεν αποδίδει τα ανάλογα αποτελέσματα, αφού παρατηρείται ακόμη και μείωση των εσόδων του κράτους και αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι το κίνητρο γίνεται πολύ μεγαλύτερο για φοροδιαφυγή και έτσι οι πολίτες βρίσκουν τρόπους, ώστε να μην καταβάλλουν τους νόμιμους φόρους, είτε με τη μη χορήγηση απόδειξης κατά τη συναλλαγή είτε με τη διπλή ή και παραπάνω φορές χρησιμοποίησης της ίδιας απόδειξης, που συμβαίνει κυρίως στον χώρο της εστίασης.

Επειδή όμως υπάρχει οικονομική κρίση, οι πολίτες στρέφονται σε αγορές, με τις χαμηλότερες τιμές, όπως είναι οι λαϊκές αγορές και παρά το γεγονός ότι έχει καθιερωθεί η χρησιμοποίηση μηχανών χορήγησης απόδειξης, επειδή δεν γίνεται κανένας έλεγχος, η χορήγηση απόδειξης είναι σπάνιο φαινόμενο και αν κάποιος τολμήσει να ζητήσει απόδειξη, ο ένας λέει ότι ξέχασε να πάρει τα μηχανάκι, ο άλλος ότι τελείωσε η ταινία, ο τρίτος ότι είναι χαλασμένο και ένα σωρό άλλες δικαιολογίες, με αποτέλεσμα να μην χορηγούνται οι σχετικές αποδείξεις. Το χειρότερο όμως είναι ότι στις λαϊκές αγορές υπάρχουν και αρκετοί έμποροι οι οποίοι εφαρμόζουν την ίδια τακτική.

Το κράτος λοιπόν πρέπει όχι μόνο να ψηφίζει νόμους, αλλά κυρίως πρέπει να τους εφαρμόζει, διαφορετικά είναι προτιμότερο να μην τους εκδίδει, διότι έτσι χάνει και την αξιοπιστία του.

 

* Ο Ιωάννης  Ξηρουχάκης είναι πρώην δ/ντής ΕΛΤΑ