Η διατήρηση της τρυφερότητας είναι η αληθινή επανάσταση έγραφε ο Χρόνης Μίσσιος. Τις μέρες που πέρασαν, μια οικειοθελής, όσο κι επαναστατική απομόνωση κρίθηκε επιβεβλημένη. Η τρυφερότητα μπήκε αναγκαστικά σε προστατευτικά καλούπια. Ένα χαμόγελο στην οθόνη, ένα μήνυμα, ένα τηλεφώνημα. Μια τρυφερότητα από ατσάλι και κρύσταλλο που αψήφισε τα γρανάζια του φόβου, τους αριθμούς και τις πιθανότητες.
Τον οδυρμό μιας νέας, τραγικής Αντιγόνης που γεννήθηκε για να αγαπά, έφερε ο απόηχος της πανδημίας. Στις ηλιόλουστες μεσογειακές χώρες παίχθηκε ένα παιχνίδι τρόμου και θανάτου.
Στη Μαδρίτη σταμάτησαν κάποτε να περισυλλέγονται οι νεκροί από τις δημοτικές αρχές λόγω έλλειψης κατάλληλης ενδυμασίας και εξοπλισμού. Παιδιά αποχαιρέτησαν τους γονείς τους, με τη συνοδεία του ιερέα. Κανενός άλλου. Οι εικόνες και οι συνειρμοί προκάλεσαν σοκ. Μόνο ένας Σοφοκλής ενδεχομένως να μπορούσε να διαχειριστεί την συγκυρία και να την κάνει τέχνη. Ή έστω ένας Δομήνικος Θεοτοκόπουλος.
Στη Βρετανία την ανοσία της αγέλης διαδέχτηκε η αγωνία για την τύχη του βοσκού. Η Σουηδία έπαιξε τα ρέστα της σε μια υγειονομική ρουλέτα. Ο Μποτσέλι τραγούδησε στο άδειο Ντουόμο για τη γη που βασανιζόταν, ο πύργος του Άιφελ αντίκριζε καθημερινά ένα σιωπηλό Παρίσι από τις έρημες αποβάθρες, τα φώτα στο Μανχάταν δεν φώτιζαν πια πρόσωπα αλλά τσιμέντο.
Την ίδια ώρα ο γείτονας Τούρκος κατεργαζόταν τέχνες στα θαλάσσια και χερσαία ευρωπαϊκά σύνορα με ζηλόφθονο μάτι πάνω στην απαλή ελληνική καμπύλη των γραφημάτων. Η Κίνα ξόρκιζε την ιδέα ενός δεύτερου, πιο σφοδρού κύματος της αρρώστιας, μοιράζοντας μάσκες και φιλία στους λαούς που δοκιμάζονταν. Ένας πλανήτης σε παραφορά, που μετατοπίστηκε βίαια από τον άξονά του και τρανταζόταν με κάθε αίολη συστροφή.
Την τραγικότητα της κατάστασης ήρθαν να αμβλύνουν οι απανταχού προσπάθειες των επιστημόνων να ανακαλύψουν φάρμακα -γνωστά ή άγνωστα- και απόπειρες να κατασκευαστούν εμβόλια σε χρόνο μηδέν, αν γινόταν, χθες. Η πιθανότητα ενός κακού εμβολίου στριμώχθηκε στην μέγκενη της ευθύνης να σωθούν χιλιάδες ζωές και εκατοντάδες οικονομίες. Ο χαμένος παράδεισος της κανονικότητας προκάλεσε την άνοιξη να κατεβάσει ταχύτητες και ρολά. Στο βάθος μας χαμογελούσε το καλοκαίρι.
Όσο μακριά κι αν ήμασταν διατεθειμένοι να ταξιδέψουμε, δύσκολα θα καταφέρουμε να απομακρυνθούμε από τον εαυτό μας και τις φοβίες του. Συνειδητοποιήσαμε με τον πιο απρόβλεπτο τρόπο ότι είμαστε φτιαγμένοι ο ένας για τον άλλο. Ίσως ανακαλύψαμε την κρυψώνα των χαμένων ευκαιριών για περισσότερη χαρά και ευδαιμονία. Ίσως όχι. Πιθανόν να μας εξόντωσε η μάχη με τη μοναξιά, με τις προσδοκίες, με τον παραλογισμό που ζήσαμε.
Η μοναχικότητα δεν αντέχει να αποχωριστεί τη ζωή και η ζωή την ανάγκη να κρυφτεί εντός μας. Η ίδια η πραγματικότητα είναι ένας χάρτης, του οποίου οι δρόμοι μοιάζουν να μην οδηγούν πουθενά. Κι η καραντίνα ήταν μονόδρομος. Ή ξέφωτο. Ποτέ δε θα κάναμε κακό σε ανθρώπους που αγαπάμε κι αυτό είναι η μοναδική επιλογή που μας δόθηκε. Εντωμεταξύ μπορέσαμε να κλείσουμε τα μάτια και να θυμηθούμε καλύτερες στιγμές, απίστευτες πτήσεις, πράγματα που έγιναν και θα ξαναγίνουν στο μέλλον.
Πρώτα ονειρευτήκαμε. Μετά θα πράξουμε. Αυτή είναι η σειρά που επιτάσσει η περίσταση. Στην ασφάλεια της απομόνωσης επιχειρήσαμε να φτιάξουμε με το μυαλό μας έναν καινούριο θαυμάσιο κόσμο, τον κόσμο όπως θα έπρεπε να είναι. Ο χρόνος που κερδίσαμε μέρα με τη μέρα ήταν ο καλύτερος σύμμαχος. Ο πιο πολύτιμος συνεργάτης γιατρών και νοσηλευτών. Των μικρών μιντιακών μας ηρώων.
Το πιο ζωτικό φιλί στις ελπίδες της ανθρωπότητας να επανεφεύρει την τρυφερότητα. Και τώρα φορώντας τη μάσκα μας, σε μια παγκόσμια σταυροφορία αισιοδοξίας, καλούμαστε να αλλάξουμε τη ροή του ιστορικού γίγνεσθαι. Η επανεκκίνηση του πολιτισμού έγκειται στην ψυχή μας. Οι εποχές της πέτρας και της δίψας, κάνουν τα χέρια μας ποτάμια. Νομοτελειακά θα ακολουθήσουν τα υπόλοιπα ξεκινήματα. Όταν οι μάσκες πέσουν, θα γνωριστούμε από την αρχή.