Με ιδιαίτερη μεγαλοπρέπεια γιορτάστηκε ο πολιούχος του Ηρακλείου με περισσότερη πριν από τον πόλεμο και τούτο γιατί ο αείμνηστος Μητροπολίτης Βασίλειος εκανόνισε να γίνει και να συνέλθει η Ιερά Επαρχιακή Σύνοδος της Εκκλησίας της Κρήτης παραμονές της μεγάλης αυτής εορτής.

Επιθυμία του ήταν να λάβει μέρος στον εορτασμό. Στην Ιερά Σύνοδο έλαβαν μέρος οι θεοφιλέστατοι επίσκοποι: Ρεθύμνης και Μυλοποτάμου Αθανάσιος, Κυδωνίας και Αποκορώνου Αγαθάγγελος, Ιεράς και Σητείας Φιλόθεος, Πέτρας Διονύσιος, Κισσάμου και Σελίνου Ευδόκιμος. Κυβερνικός επίτροπος είχε ορισθεί ο πρόεδρος Πρωτοδικών Κίνας.

Στη σύνοδο δεν μετείχε ο Λάμπης και Σφακίων Ευμένιος για λόγους που η Σύνοδος έκρινε αποχωρώντας η οποία συνεδρίασε την παραμονή του Αγίου Μηνά. Την ώρα που συνεδρίαζε, δύο Γερμανοί εισήλθαν αγέρωχοι στην αίθουσα και ρώτησαν: “Ποιος είναι ο Ευδόκιμος Συγγελάκης;”    … “Εγώ είμαι” απάντησε ένας από τους επισκόπους. Τότε οι Γερμανοί του έκαναν νόημα να εξέλθει.

Ο επίσκοπος μετέβη στο γερμανικό φρουραρχείο συνοδευόμενος από τους επισκόπους Κυδωνίας και Πέτρας ως γλωσσομαθών. Εκεί του απαγορεύθηκε να μετέχει στις εργασίες της Συνόδου, να ιερουργεί και να απέλθει αμέσως στα Χανιά. Από εκεί απελάχθηκε για Αθήνα και παρέμεινε καθόλη τη διάρκεια της κατοχής.

Ο μικρός εσπερινός τελέσθηκε την 3μ.μ. για τα σχολεία και προσήλθαν όλα τα σχολεία, πλην της Εμπορικής Σχολής. Συγχρόνως ετελέσθη εσπερινός στον μικρό Ιερό Ναό από τον ιερέα Γ. Κριτσωτάκη. Τον εσπερινό για τα σχολεία στη Μεγάλη Εκκλησία τέλεσε ο αρχιμανδρίτης Ευγένιος Ψαλιδάκης και ο διάκονος Μακάριος. στις 4.30μ.μ. έγινε μέγας Εσπερινός, χοροστασήσαντος του Μητροπολίτου.

Στο ιερόν του ναού βρίσκονταν όλοι οι επίσκοποι, εκτός από τον απελαθέντα Ευδόκιμο Κισσάμου και Σελίνου. Ας δούμε όμως πώς περιγράφει το εκκλησιαστικό ιστορικό αυτό γεγονός το ιδιαίτερης σημασίας για την πόλη μας από τον αρθρογράφο της καθημερινής πρωινής ηρακλειώτικης εφημερίδας “Η ΔΡΑΣΙΣ” σε φίλο της με ημερομηνία 11η Νοεμβρίου 1958.

“Ό έσπερινός έτελέσθη μέ προπολεμικήν μεγαλοπρέπειαν, με aνοιξαντάρια, φως ιλαρόν εις τό αρχαίον βυζαντινόν με αργόν «Θεοτόκε Παρθένε». Εις την είσοδον εισώδευσαν οι αντιπρόσωποι της Λ. Μ. Σινα άρχιμ. Ιάκωβος και Θεοφύλακτος, οΐ ήγούμε νοι Άγκαράθου Γεράσιμος, Έπανωσήφη Τιμόθεος Τσαγκαράκης, Ανωπόλεως Τιμόθεος, οι προηγούμενοι Σαβαθιανών Διονύσιος, Γοργολαΐνι Μακάριος Δουλουφάκης εφημέριος Δαφνών, ό ιερομόναχος Άγκαράθου Μάξι, μας και οι Ιερείς Ηρακλείου Χαρίδημος, Γ. Κυπριωτάκης, Νικηφόρος, Παναγιώτης, Κων)νος Μιχ. Μιλτιάδης, Έμμαν. Πλεύρης εφημέριος Καινούργιου χωριού και οι Διάκονοι Μιχαήλ, Μακάριος, Γρηγόριος και Γεώργιος. Ούδεις διάκοσμος τού ναού εγένετο, λόγω εθυικού πένθους.

Αι σημαιοστολίσεις παρελήφθη σαν άπαγορευομένης άλλωστε τής έμφανίσεως τής κυανολεύκου υπό των Γερμανοϊταλών.

Τήν επομένηv ήμέραν Τρίτην, κυρίαν ημέραν της εορτής την θ. λειτουργίαν έτέλεσεν έν τω μικρώ Ί. Ν. του άγ. Μηνά ό ίερεύς Γ. Κριτσωτάκης. Έν τω Μητρ,’Ί. Ναω έγένετο μεγαλοπρεπής Συνοδική λειτουργία οϊα προπολεμικώς δεν είχε γίνει την ημέραν τής εορτής του.

Ή Θ. λειτουργία έτελέσθη προεξάρχοντος  του Μητρ)του Βασιλείου, συλλειτουργησάντων αύτώ των Θεοφ. Επισκόπων Ρεθύμνης ’Αθανασίου. Κυδωνιάς ΆγαΘαγγέλου, Ίεροσητείας Φιλοθέου και Πέτρας Διονυσίου.

Έκ των άρχιμ. ελαβεν μέρος εις την θ. λειτουργίαν ό άρχιμ. Ευγένιος, όστις και εκράτει τό άγ. λείψανον του άγ. Μηνά κατά την λιτανείας οί ήγούμενοι των Ί. Μονών Άγκαράθου, Έπανωσήφη καί Άνωπόλεως, ό προηγούμένος και εφημέριος Δαφνών Μακάριος και άγ. Μηνά Χαρίδημος. Διάκονοι έλειτούργησαν 5 οί: Μιχαήλ, Μακάριος Κορνήλιος, Γρηγόριος, Γεώργιος τούς ‘I. ύμνους έψαλλεν ό σύλλογος τών ιεροψαλτών τής πόλεως εις τε τον εσπερινόν καί τον ’Όρθρον”.

Ο Μητροπολιτικός ναός του Αγίου Μηνά γέμισε από χιλιάδες πιστούς. Ογδόντα χιλιάδες δραχμές ήταν οι εισπράξεις. Οι κώδωνες του Ιερού Ναού ακούστηκαν όπως συνέβαινε και προπολεμικά. Η πομπή πέρασε από τα καθιερωμένα σημεία και επανειλημμένα οι Γερμανοί την φωτογράφισαν. Για πρώτη φορά οι αρχερείς δεν τήρησαν την πρωτοκαθεδρία. Για την διεξαγωγή της ιερουργίας ελήφθησαν υπόψη τα πρεσβεία της Αρχιερωσύνης προβαδίζοντας του Επισκόπου Πέτρας ως αρχαιοτέρου. Πολυέλαιοι δεν άναψαν, διότι δεν υπήρχε ηλεκτρικό ρεύμα.

Την λειτουργία παρακολούθησε και ο υπό απέλαση Επίσκοπος Κισσάμου μη συλλειτουργήσας κατά τη γερμανική απαγόρευση. Μετά το ευαγγέλιο, ο Μητροπολίτης εξεφώνησε σύντομο λόγο προτρέψας το πλήθος ίνα δεηθεί  υπέρ ειρηνεύσεως του κόσμου και ευχαρίστησε τους Γερμανούς αξιωματικούς οι οποίοι εκπροσώπευσαν τις αρχές κατοχής στην γιορτή του πολιούχου Ηρακλείου. Η Ιερά Σύνοδος λόγω της εορτής διέκοψε τις εργασίες της.

Το ίδιο απόγευμα ανεχώρησε για τα Χανιά ο επίσκοπος Κισσάμου αφού έτσι διετάχθηκε από τις αρχές κατοχής. Επίσης ο Επίσκοπος Κυδωνίας πήγε στην Ιερά Μονή Επανωσήφη προκειμένου ν’ αναζητήσει δημητριακά τα οποία παντελώς έλειπαν από την αγορά των Χανίων. Κάτω απ’ αυτές λοιπόν τις συνθήκες το Μεγάλο Κάστρο γιόρτασε κατά το πρώτο έτος της κατοχής τον πολιούχο άγιό του και προστάτη του!