Για την ελευθερία της έκφρασης στα ιδρύματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης της Αμερικής, αναφερθήκαμε σε δύο προηγούμενα άρθρα μας. Εκεί, οι ισχύοντες νόμοι παρέχουν συγκεκριμένους τρόπους δράσης σε κάθε βήμα.
Οι φοιτητές και οι εργαζόμενοι που διαισθάνονται παρενοχλήσεις, ανασφάλεια ή γενικά ότι δεν τους συμπεριφέρονται ευπρεπώς λόγω της ταυτότητάς τους, έχουν το δικαίωμα, σύμφωνα με την ομοσπονδιακή νομοθεσία, να υποβάλουν καταγγελία.
Το αποτέλεσμα όλων αυτών ονομάστηκε από πολλούς ως «δικηγοροποίηση» της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, με τα πανεπιστήμια να ζουν υπό διαρκή φόβο μήπως οδηγηθούν στα δικαστήρια επειδή κάποιος αντιμετωπίστηκε «διαφορετικά».
Αλλά δεν είναι τα άτομα που κατηγορούνται για μεροληπτική συμπεριφορά. Οι νόμοι δεν ισχύουν για αυτά. Είναι το ίδιο το πανεπιστήμιο. Μια ομάδα γυναικών που δήλωσαν ότι παρενοχλήθηκαν σεξουαλικά από έναν καθηγητή του Χάρβαρντ, δεν μήνυσαν αυτόν, αλλά το ίδιο το Χάρβαρντ.
Και όταν, τον περασμένο Ιανουάριο, μια ομάδα Εβραίων φοιτητών μήνυσε το Χάρβαρντ για ενίσχυση του αντισημιτισμού στην πανεπιστημιούπολη, το έκαναν σύμφωνα με τους ισχύοντες νόμους για τα Πολιτικά Δικαιώματα.
Οι φιλοπαλαιστίνιοι διαδηλωτές που δημιούργησαν τις συνθήκες που οι Εβραίοι φοιτητές ισχυρίζονται ότι είναι αντισημιτικές, προστατεύονται ήδη από την Πρώτη Τροποποίηση του Αμερικανικού Συντάγματος.
Έτσι το γνωστό πολιτικό σύνθημα για την Παλαιστίνη «Από το ποτάμι στη θάλασσα» (From the river to the sea) παρουσιάζεται ως προστατευμένος λόγος. Γι’ αυτό η σύνοδος δεν εγκαλεί τους διαδηλωτές αλλά στρέφεται εναντίον των προέδρων των τμημάτων.
Τα μέλη της συνόδου που έχουν εγκαλέσει την Σαφίκ του Κολούμπια θέλουν τα πανεπιστήμια να τιμωρούν τους διαδηλωτές ακριβώς επειδή η κυβέρνηση δεν μπορεί να το πράξει.
Αλλά σχεδόν όλοι οι εκπαιδευτές, σήμερα, θέλουν ανοιχτή και σθεναρή συζήτηση επί αμφιλεγόμενων ζητημάτων στις τάξεις τους και στην πανεπιστημιούπολη, γιατί έτσι λειτουργεί η ακαδημαϊκή έρευνα και χωρίς αμφιβολία, το θέλουν και όσοι διοικούν τα πανεπιστήμια.
Τελευταία φαίνεται ότι επανήλθε στο προσκήνιο και η έννοια της ‘διαφορετικότητας΄. Στη δεκαετία του 1920 ή του 1930, για παράδειγμα, το Χάρβαρντ χρησιμοποίησε την ‘διαφορετικότητα’ ως μέθοδο για τον περιορισμό του αριθμού των Εβραίων που δεχόταν στους κόλπους του.
Εκείνη την εποχή, ‘διαφορετικό’ σήμαινε γεωγραφικά ποικιλόμορφο, ένα φοιτητικό σώμα με περισσότερους φοιτητές από τον αμερικανικό Νότο και από τις μεσοδυτικές Πολιτείες, και λιγότερους από τη Νέα Υόρκη και το Νιου Τζέρσεϋ. Ήταν, φυσικά, θετική ενέργεια για τους ‘Εθνικούς’ (Gentile) μια λέξη που σήμερα σημαίνει συνήθως κάποιον που δεν είναι Εβραίος.
Η ‘διαφορετικότητα’ μπορεί βεβαίως να διασφαλίσει πολλές συζητήσεις και ενέργειες. Σήμερα, για παράδειγμα, υπάρχουν απαιτήσεις να υποχρεωθούν τα ιδιωτικά πανεπιστήμια να δέχονται μια κοινωνικοοικονομικά διαφορετική τάξη, γνωστού όντος ότι στα ελίτ πανεπιστήμια, όπως το Χάρβαρντ και το Κολούμπια, εγγράφεται μόλις το ένα τοις εκατό όλων των φοιτητών των ΗΠΑ.
Η «διαφορετικότητα» ωστόσο παρουσιάζει επίσης μια εκπαιδευτική πρόκληση. Εάν ειπωθεί στους φοιτητές ότι έγιναν δεκτοί εν μέρει λόγω της φυλής τους, προς όφελος πάντοτε της διαφορετικότητας των απόψεων, τότε μπορεί να αισθάνονται ότι αναμένεται να εκπροσωπούν τις όποιες απόψεις υποτίθεται ότι έχουν και τα άλλα μέλη της φυλετικής τους ομάδας.
Όμως, ο παραδοσιακός στόχος της φιλελεύθερης εκπαίδευσης, είναι να κάνει τους φοιτητές να σκεφτούν έξω από το πλαίσιο στο οποίο γεννήθηκαν ή μεγάλωσαν, γιατί έχει να κάνει με την αμφισβήτηση των δεδομένων, και όχι με την επαναβεβαίωσή τους.
Το πανεπιστήμιο είναι ξεχωριστή κοινότητα και όλοι είναι εκεί για τον ίδιο λόγο, δηλαδή για να μάθουν. Η κοινότητα αυτή έχει κάθε δικαίωμα να απαγορεύει τις εξωτερικές κοινωνικές ομάδες να επεμβαίνουν και να επιμένει στους κανόνες ευγένειας και σεβασμού, κατανοώντας παράλληλα ότι αυτά τα ιδανικά δεν είναι πάντα άμεσα εφικτά.
Στα περισσότερα πανεπιστήμια, απαγορεύονται ρητά οι σωματικές αντιπαραθέσεις, η στόχευση ατόμων με απειλές ή παρενόχληση, και βεβαίως η διακοπή των δραστηριοτήτων στην πανεπιστημιούπολη.
Όταν παραβιάζονται οι κανόνες, η καλύτερη προσέγγιση είναι να βρει η κοινότητα τους κατάλληλους τρόπους για να αστυνομεύσει τον εαυτό της.
Την ίδια στιγμή όμως, οι περισσότερες μορφές έκφρασης πρέπει να γίνονται ανεκτές. Έτσι, η ανεκτικότητα είναι το τίμημα που πληρώνουν οι ακαδημαϊκοί και οι φοιτητές για τις ελευθερίες που η αμερικανική κοινωνία τους έχει διαχρονικά προσφέρει.
Ωστόσο, το γεγονός παραμένει ότι όλα τα προαναφερθέντα δεν εμπόδισαν την ‘7η Οκτωβρίου’ να γίνει κυριολεκτικά πυριτιδαποθήκη.
Το πραγματικό πρόβλημα είναι ότι όλα αυτά τα ζητήματα διαδραματίζονται στη δημοσιότητα και τα πανεπιστήμια στην ουσία δεν είναι εξειδικευμένα στις δημόσιες σχέσεις. Η ακαδημαϊκή ελευθερία είναι κατανόηση, κι όχι νόμος.
Γι’ αυτό και τελευταία επικρίθηκε το γεγονός ότι οι επικεφαλής των μεγάλων πανεπιστημίων εμφανίστηκαν απρόθυμοι να μιλήσουν για τα δικαιώματα της ανεξάρτητης έρευνας και της ελεύθερης έκφρασης για τα οποία έχουν αγωνιστεί οι Αμερικανοί.