Ενώ ο Ψυχρός Πόλεμος ανήκει ιστορικά στο παρελθόν και το διαχωριστικό Τείχος του Βερολίνου εξαφανίστηκε το 1989, εν τούτοις σε πολλά τμήματα της γηραιάς ηπείρου υφίστανται ακόμη απομεινάρια εκείνου του Ψυχρού Πολέμου που σημάδεψε ποικιλοτρόπως αρκετές χώρες της.

Το μεγαλύτερο λάθος για πολλούς κάτω από το σημερινό πρίσμα των εξελίξεων, είναι να υποθέσουμε ότι τα αναφυόμενα προβλήματα προέρχονται και οφείλονται αποκλειστικώς στον προηγηθέντα κομμουνισμό.

Αναμφίβολα, η βαρβαρότητα των κομμουνιστικών δικτατοριών άφησε πίσω της δηλητηριώδη κληρονομιά, αλλά σε πολλά γεωγραφικά διαμερίσματα, ειδικά της Κεντρικής Ευρώπης, οι πληγές σταδιακά επουλώνονται.

Ωστόσο, οι πρώην κομμουνιστικές χώρες της Ευρώπης τείνουν να είναι φτωχότερες, με κατώτερες υποδομές, μείωση πληθυσμών και τοξική πολιτική πόλωση, εμφανή ακόμη και στις πιο ζωντανές δημοκρατίες. Το λάθος, για μεγάλη μερίδα ιστορικών, ωστόσο, είναι να υποθέσουμε ότι αυτά τα προβλήματα προέρχονται από τον κομμουνισμό.

Είναι εντυπωσιακό ότι, πριν από το 1918, το ανατολικό μισό τμήμα της Ευρώπης κυβερνιόταν σχεδόν εξ ολοκλήρου από οικονομικά καχεκτικές αυτοκρατορίες που ακρωτηριάστηκαν από τις ανεπάρκειες της δουλοπαροικίας που άρχισαν να καταργούνται μόλις στα τέλη του 18ου αιώνα.

Αυτές οι αυτοκρατορίες επλήγησαν από τη χαμηλή πυκνότητα πληθυσμού, την περιορισμένη αστικοποίηση, μια ασήμαντη μεσαία τάξη και τη συνειδητοποίηση της καθυστέρησης που οδήγησε σε κύματα παρεμβάσεων.

Όλα αυτά συνοδεύτηκαν από μια σχεδόν αέναη αναζήτηση αποδιοπομπαίων τράγων, συμπεριλαμβανομένων των εθνοτικών μειονοτήτων, μιας υποτιθέμενης παρακμιακής αριστοκρατίας, ή αρπακτικής αστικής τάξης, καθώς και πολιτικών αντιπάλων.

Η ζοφερή κληρονομιά του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου οδήγησε σε επίπεδο μαζικών δολοφονιών, εκτοπισμού και οικονομικής καταστροφής που δεν είχε σύγκριση με ό,τι συνέβαινε δυτικότερα.

Μόνο από την Ουγγαρία, τον πρώτο χρόνο μετά τον πόλεμο, περίπου εκατό χιλιάδες μετανάστευσαν ως αποτέλεσμα της επανάστασης και της αντεπανάστασης, ενώ άλλο μισό εκατομμύριο εγκατέλειψαν τα σπίτια και τους τόπους εργασίας τους λόγω της αλλαγής των συνόρων.

Η περίοδος του μεσοπολέμου, στη συνέχεια, επιδείνωσε αυτά τα προβλήματα. Σχεδόν όλα τα κράτη της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης υιοθέτησαν κάποια μορφή σκληρής αυταρχικής διακυβέρνησης, με εξαίρεση την Τσεχοσλοβακία.

Ομοίως, οι ανηθικότητες και εξαχρειώσεις του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου είχαν επίσης το επίκεντρό τους στο ανατολικό μέτωπο, κυρίως το Ολοκαύτωμα, το οποίο κατέστρεψε τις εβραϊκές κοινότητες που αποτελούσαν μεγάλο μέρος των εκεί μεσαίων τάξεων.

Οι δικτατορίες του Ψυχρού Πολέμου κυβέρνησαν μια περιοχή βάναυσα κακοποιημένη τόσο από την πρόσφατη όσο και από τη μακρινή ιστορία. Οι όποιες πολιτικές τους βασίζονταν στην πεποίθηση ότι αυτές ήταν ο μόνος βιώσιμος τρόπος για να κλείσει το χάσμα με τη Δυτική Ευρώπη.

Το γεγονός ότι προχώρησαν στην επιδείνωση της ζημιάς δεν πρέπει να μας παραπλανήσει ώστε να παραβλέψουμε τις βαθύτερες κληρονομιές που εξακολουθούν να διαμορφώνουν και στις μέρες μας την Ευρώπη. Στη βιασύνη τους, όμως, να απορρίψουν τον κομμουνισμό, πολλά κράτη υπεραπλούστευσαν το παρελθόν τους.

Η διάσταση απόψεων στο ζήτημα του Ψυχρού Πολέμου στην Ευρώπη επιμένει με διάφορους τρόπους, οι οποίοι δεν είναι όλοι άμεσα ορατοί. Το ΝΑΤΟ, που δημιουργήθηκε το 1949, ως προπύργιο εναντίον της υποστηριζόμενης από τη Σοβιετική Ένωση κομμουνιστικής επέκτασης, εξακολουθεί να είναι υπαρκτό, παρ’ όλο που το Σύμφωνο της Βαρσοβίας έχει περάσει προ πολλού στην ιστορία.

Η έννοια της Δύσης ως οντότητας που ενώνει τα συμφέροντα των ΗΠΑ και της Δυτικής Ευρώπης, ακόμα επιβιώνει. Το γεγονός ότι τα κομμουνιστικά καθεστώτα σε όλη την Ανατολική και Κεντρική Ευρώπη όχι μόνο ανατράπηκαν, αλλά και εντελώς απαξιώθηκαν τα χρόνια μεταξύ 1989 και 1991, οδήγησε σε βαθιές αλλαγές, μερικές από τις επιπτώσεις των οποίων μόλις αρχίζουν να γίνονται αντιληπτές.

Στην προσπάθεια για ένταξη στο ΝΑΤΟ και την Ευρωπαϊκή Ένωση μετά το 1989, κίνηση που οι μετακομμουνιστικές κυβερνήσεις θεωρούσαν ζωτικής σημασίας για την επιβίωση των κρατών τους, τα νέα καθεστώτα σε όλο το πρώην ανατολικό μπλοκ ξαναέγραψαν την επίσημη ιστορία τους.

Αλλά στη βιασύνη τους να απορρίψουν τον κομμουνισμό, υπεραπλούστευσαν το παρελθόν, συχνά ερχόμενες σε αντίθεση και αντιφάσκοντας με τις εμπειρίες των πολιτών τους. Όπου κάποτε κυριαρχούσε το Κομμουνιστικό Κόμμα, οι δυτικές έννοιες του Ψυχρού Πολέμου σπάνια συμπίπτουν, ούτε φυσικά και πολλά από τα σχέδια της Δύσης, όπως για παράδειγμα ο αντιρατσισμός και τα δικαιώματα των αποκαλούμενων ΛΟΑΤΚΙ.

Οι εμπειρίες όσων είχαν αντιταχθεί ρητά στα κομμουνιστικά καθεστώτα έγιναν κεντρικό αφήγημα στις επίσημες κρατικές αφηγήσεις και στην εθνική μνήμη, όπως περιγράφονται στα σχολικά βιβλία, καταγράφηκαν στην κρατική τηλεόραση και εξυμνούνται στα μουσεία.

Οι δυτικές φιλελεύθερες αφηγήσεις φαίνονταν ότι πρόσφεραν το μόνο πολιτικά αποδεκτό παρελθόν για τα κράτη που επιθυμούσαν να επωφεληθούν από την ένταξη στο ΝΑΤΟ ή την ΕΕ ή τις επενδύσεις από δυτικές εταιρείες, μη κυβερνητικές και φιλανθρωπικές οργανώσεις.

Όσοι είχαν μεγαλώσει στην Ανατολή, με διαφορετικές εμπειρίες και προσδοκίες, είδαν το παρελθόν τους να αντιμετωπίζεται ως μια λάθος στροφή στην ιστορία. Όμως, τελικά, η πιο σημαντική κληρονομιά του Ψυχρού Πολέμου στην Ευρώπη δεν βρίσκεται τόσο στις πολιτικές δομές, όσο στις συμπεριφορές, τις νοοτροπίες και τις μνήμες!

Ο Γεώργιος Νικ. Σχορετσανίτης είναι δ/ντής Χειρουργικής-συγγραφέας