Εκατοχρονίτης σχεδόν έφυγε ο μεγάλος Έλληνας και άνθρωπος Μανόλης Γλέζος, από τους τελευταίους της Γενιάς του, Γενιάς που που έδωσε τα πάντα για τη Λευτεριά του Ανθρώπου όπου γης και του Έθνους μας και εις αντάλλαγμα μαρτύρησε στις φυλακές και στις εξορίες ή εκτελέστηκε ζητωκραυγάζοντας για τα ιδανικά της.
Όσοι επέζησαν, όπως ο Μ. Γλέζος, έδειξαν με τους ηθικούς τους αγώνες πόσο διαφορετική θα ήταν η πορεία της Ελλάδας, αν δεν έχανε τα χαρισματικά της νειάτα: το Σουκατζίδη, το Μπελογιάννη, τον Ν. Σαμαρίτη, τον Μ. Λαμπράκη, το Βελουχιώτη, τον Ψαρρό και αναρίθμητες άλλες σπουδαίες προσωπικότητες.
Ο Μ. Γλέζος άντεξε τα μαρτύρια εις πείσμα των τυράννων του, που ο κόσμος δε θέλει να θυμάται. Ενώ εκείνος σήμερα φεύγει, λαμπρό σύμβολο εθνικών και πανανθρώπινων αγώνων και το Έθνος πενθεί με τη μεσίστια σημαία του στην Ακρόπολη και ο λαός θλίβεται, αναλογιζόμενος το μέγεθος της προσφοράς και της απώλειάς του.
Η μακρά του ζωή ήταν ένα πλήθος υψηλών πολιτικών πράξεων που αναδείκνυαν την ηθική και κοινωνική του συνείδηση. Τον εμψύχωνε ένα μέρος της ελληνικής κοινωνίας, που τον στήριζε, τον ψήφιζε και κάποιοι τον αποθέωναν.
Φωτισμένη προσωπικότητα, λειτούργησε πάντα ως κριτική μαχόμενη συνείδηση, που αμφισβητούσε και αντιπρότεινε τεκμηριώνοντας και συζητώντας ανοιχτά. Κατάφερνε με τρόπο καταπληκτικό να μεταγγίζει τα φλογερά του ιδανικά, που τροφοδοτούσε η ακλόνητή του πίστη στη δύναμη και τη μεγαλοσύνη του ελληνικού λαού. Δρούσε πάντοτε ενωτικά και συγκαταβατικά, θεωρώντας αναγκαία την εθνική ενότητα. Ίσως γιατί έζησε τα περισσότερά του χρόνια στην έσχατη κατάπτωση του οι «δικοί μας», που μας ακολουθούν, να απολαμβάνουν τα προνόμια και οι «άλλοι», που δεν είναι μαζί μας, να τους ρημάζομε.
Η ιστορία του Μανόλη Γλέζου είναι η ιστορία των αγώνων του για την εθνική μας ελευθερία και για τα φυσικά δικαιώματα των όπου γης ανθρώπων, των αγώνων του για την επικράτηση του Ανθρωπισμού.
Πάλευε για την κάθε μορφή ελευθερίας. Για την εθνική, όταν μαζί με τον Απόστολο Σάντα κατέβαζε τη γερμανική σημαία στην ιερή Ακρόπολη και στην υπόλοιπη ζωή του για την κοινωνική, πολιτική, εσωτερική και ηθική ελευθερία των ανθρώπων, για την απόκτηση ή τη διατήρησή της, μια και δεν είναι αυτονόητη. Πάλευε με αγνή και νηφάλια πίστη, για να μας τραβήξει προς το χρέος μας, όπως κάνουν οι μεγάλοι ηγέτες. Αγωνιζόταν μέσα από όλους τους χώρους: τα σωματεία, τους συλλόγους, την τοπική αυτοδιοίκηση, την εθνική και ευρωπαϊκή βουλή.
Ήταν χαρά του να γνωρίζει τον κόσμο και να του μιλεί., ιδιαίτερα στα παιδιά και στους νέους. Έγινε επίτιμος δημότης σε πολλούς Δήμους, συνδημότης των Αρκαλοχωριτών, των Βιαννιτών κ.α. Οι Αρκαλοχωρίτες ποτέ δε θα ξεχάσομε την αληθινή του επαφή, την κουβέντα μαζί του και βέβαια τη βαθειά του συγκίνηση στα αποκαλυπτήρια του ανδριάντα του Ναπολέοντα Σουκατζίδη. «Πάω για εκτέλεση, δηλαδή δε με πάνε, αγωνίζομαι συνειδητά. Έτσι έδινε τον αγώνα της η Εθνική μας Αντίσταση», μας έλεγε τη μέρα εκείνη.
Ο δρόμος που του δημοτικό συμβούλιο του Δήμου Αρκαλοχωρίου αφιέρωσε στο Μανόλη Γλέζο και στον Απόστολο Σάντα, όχι τυχαία κοντά στο Β΄ Δημοτικό Σχολείο, θα μας θυμίζει πάντα την πιο παράτολμη πράξη Αντίστασης στους τυράννους, που τότε έτρεμε όλη η γη. Μια πράξη που δεν ήταν περιστασιακή, γιατί όλη του η ζωή ήταν αγώνας και θυσία για το ανέβασμα των ανθρώπων όλου του κόσμου και της ποιότητας της ζωής τους.
Ο Μανόλης Γλέζος πάλευε ως την τελευταία του πνοή με εφηβική νεότητα, σαν να έτρεχε να προλάβει να καταφέρει να μας κάνει να συνειδητοποιήσομε πως, αν οι πολίτες είναι ανθρωπιστές και ενεργοί, κανείς τύραννος δεν μπορεί να επιβληθεί. Και αν ένας άνθρωπος κάνει ένα βήμα προς τη συνειδητοποίηση αυτή, όλη η ανθρωπότητα κάνει ένα βήμα μπροστά.
Και πως αν η αναγκαία κατανόηση και αλληλεγγύη μεταξύ των μελών της οικογένειας διευρυνθούν στο Έθνος, θα προοδεύσει αληθινά. Και τότε αυτό μπορεί να επεκταθεί και σ’ όλο τον πλανήτη και να επιτευχθεί η παγκόσμια ειρήνη, η μη βία σ’ όλο της το μεγαλείο, η μη εκμετάλλευση των αδύναμων από τους δυνατούς.
Ο Μανόλης Γλέζος ήταν ένας άνθρωπος καθαρός. Έβλεπες στα φωτεινά του μάτια την καθαρή του καρδιά και μαγευόσουν.
Θα τον συνοδεύσομε με τη σκέψη και την ψυχή μας εκατομμύρια Έλληνες και άνθρωποι από όλον τον κόσμο. Όσοι παρακολουθήσαμε με σεβασμό τον από χίλια πόστα αγώνα του. Και θα χειροκροτήσομε την ανθρωπιστική αγωνιστική προσωπικότητα και πορεία του, υποσχόμενοι πως δε θα ξεχαστεί και πως η σκέψη του θα δυναμώνει τις αντοχές μας.
Γιατί, αυτόν το δύσκολο για όλη την ανθρωπότητα καιρό, αποδεικνύονται η ασημαντότητά μας και η ανόητη αλαζονεία μας. Φαίνεται ακόμη πως ό,τι κάνομε για τους άλλους μας κρατεί ζωντανούς. Ο πλούτος του Αριστοτέλη Ωνάση είναι συγκινητικά αποτελεσματικός στη μεγάλη δωρεά του Ωνάσειου Ιδρύματος. Πιάνει τόπο, όταν γίνεται αναπνευστήρες, μάσκες, φάρμακα για τον απειλούμενο άνθρωπο, ανάσα ζωής. Όχι όταν γίνεται πηγή χυδαίου ευδαιμονισμού για τον κάθε Δον Ζουάν που λανσάρει τα νειάτα του στις διάφορες πασαρέλες του κόσμου.
Είναι καιρός για την αυτοσυγκέντρωση, την αυτοκριτική και τον αυτοέλεγχο, που θα μας οδηγήσουν στην αυτοβελτίωση. Σήμερα που οι μάσκες και οι ψευδαισθήσεις πέφτουν και καθένας συνειδητοποιεί πως από τον εαυτό του θα αντλήσει τη δύναμη να σταθεί και να προσφέρει και στους άλλους.
Γι’ αυτό, σήμερα, το παράδειγμα της ζωής του Μανόλη Γλέζου και όσα θα ειπωθούν και θα γραφτούν γι’ αυτόν πιστεύω πως δε θα περάσουν έτσι, αλλά θα μελετηθούν.
Είναι σπουδαίο να δει κανείς με την ψυχή του τους δυο δεκαεννιάχρονους νεαρούς φοιτητές να κατεβάζουν την ναζιστική σημαία από την ιερή Ακρόπολη με δική τους απόφαση και ευθύνη. Κανένα κόμμα δεν τους το ανάθεσε. Έκαναν οι δυο τους την έρημο ν’ ανθίσει, να φωτίσει ο ήλιος τα ολοσκότεινα μεσάνυχτα. Και έτσι, το πρωί της επόμενης μέρας (31/5/41) το γερμανικό Φρουραρχείο μέσα από το ραδιόφωνο και τον τύπο ανακοίνωνε: «…Κατά την νύκτα της τριακοστής προς την τριακοστήν πρώτην Μαΐου υπεξηρέθη η επί της Ακροπόλεως κυματίζουσα Γερμανική πολεμική σημαία παρ’ αγνώστων δραστών.
Διενεργούνται αυστηραί ανακρίσεις. Οι ένοχοι και οι συνεργοί αυτών θα τιμωρούνται δια της ποινής του θανάτου…» ακολουθούν έξι αριθμημένα σημεία, που δείχνουν πως οι Γερμανοί είδαν στο κατέβασμα της σημαίας τους την άρνηση των Ελλήνων να υποταχθούν. Και οι γονατισμένοι λαοί της Ευρώπης είδαν το μόνο δρόμο του λυτρωμού τους στην ολόφωτη Ακρόπολη, όπου μέσα στην ολοσκότεινη νύχτα κυμάτιζε πανευτυχής μόνη της η Ελληνική Σημαία, που σήμερα υποκλίνεται μεσίστια ευγνωμονούσα για το χωρίς διακοπή αγώνα του το μεγάλο Έλληνα και άνθρωπο Μανόλη Γλέζο.