Τα προβλήματα που αντιμετωπίζει σήμερα ο Ελληνικός λαός, δεν είναι μόνο πολλά, αλλά είναι και πολύ μεγάλα. Η ακρίβεια, η υγεία, η ασφάλεια και τόσα άλλα στοιβάζονται πάνω στις πλάτες των πολιτών, οι οποίοι δεν μπορούν πλέον να τα σηκώνουν.

Αντί λοιπόν η Κυβέρνηση να προσπαθήσει να βρει λύσεις και να αντιμετωπίσει τα προβλήματα των πολιτών, παρακολουθεί σαν ένας απλός θεατής και για να δικαιολογήσει την αποτυχία της, προβάλλει ως αιτιολογία την έλλειψη σοβαρής αντιπολίτευσης.

Αυτό όμως δεν μπορεί να αποτελεί άλλοθι για την Κυβέρνηση, η οποία εκλέγεται από τον Ελληνικό λαό για να κυβερνά την χώρα και να αντιμετωπίζει τα προβλήματα των Ελλήνων πολιτών με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, ενώ η αποστολή της αντιπολίτευσης, σύμφωνα με το Σύνταγμα της χώρας, είναι να ασκεί έλεγχο στην κυβέρνηση.

Η κυβέρνηση όμως προβάλλει το επιχείρημα ότι οι καθυστερήσεις ή τα λάθη στο έργο της, οφείλονται στο ότι δεν υπάρχει ισχυρή αντιπολίτευση, αυτό είναι σαν να δηλώνει εμμέσως την ανεπάρκειά της.

Η χώρα μας λοιπόν, σύμφωνα με στοιχεία της EUROSTAT, ήταν το έτος 2023 μεταξύ των πρώτων χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην ακρίβεια, ενώ σε αρκετά προϊόντα όπως τα γαλακτοκομικά και το ψωμί ήταν πρωταθλήτρια και στις τηλεπικοινωνίες δευτεραθλήτρια, μετά το Βέλγιο.

Όταν μάλιστα η χώρα μας, σε ό,τι αφορά την αγοραστική δύναμη των πολιτών, βρίσκεται στην προτελευταία θέση μεταξύ των 27 χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τελευταία την Βουλγαρία.

Έτσι, λοιπόν, παρά τις μεγαλοστομίες της κυβέρνησης για τη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου των πολιτών, οι περισσότεροι έχουν χάσει την τελευταία πενταετία, δηλαδή από τότε που ανέλαβε την εξουσία της χώρας η σημερινή κυβέρνηση (από 7-7-2019 μέχρι σήμερα) τουλάχιστον το 30% από το εισόδημα τους, αφού οι αυξήσεις που έδωσε ήταν σχεδόν μηδενικές, με μόνη εξαίρεση την αύξηση του κατώτατο μισθού.

Η κυβέρνηση, όμως, υποστηρίζει ότι στην χώρα μας υπάρχει τα τελευταία χρόνια ανάπτυξη, η οποία όμως δεν φτάνει ποτέ στα νοικοκυριά. Αυτό όμως σημαίνει ότι καταλήγει σε ορισμένα ισχυρά οικονομικά βαλάντια, με αποτέλεσμα οι πλούσιοι να γίνονται πλουσιότεροι και οι φτωχοί φτωχότεροι και η ψαλίδα που υπάρχει μεταξύ των πλουσίων και των φτωχών αντί να σμικρύνεται, να διευρύνεται όλο και περισσότερο υπέρ των πλουσίων.

Οι τράπεζες, για παράδειγμα, οι οποίες διαχειρίζονται τις καταθέσεις των Ελλήνων πολιτών και κερδίζουν τεράστια ποσά, δεν παρέχουν έστω και ένα μικρό μέρισμα από τα κέρδη τους στους καταθέτες, διότι ακόμη και τα 30 ή 40 Ευρώ που μπορεί να λάβουν το χρόνο, γι’ αυτούς είναι μια σημαντική οικονομική ανακούφιση.

Αλλά όμως πώς να μείνει περίσσευμα, όταν οι χρυσοί μισθοί και τα μπόνους των διευθύνοντων συμβούλων των τεσσάρων συστημικών Τραπεζών, Εθνικής, Πειραιώς, Eurobank και Alpha Bank, οι οποίες αποτελούν τον κορμό του Τραπεζικού συστήματος της χώρας, ήταν το έτος 2023, άκουσον άκουσον, ήταν ένα εκατομμύριο Ευρώ ο κατώτατος και έφταναν μέχρι και ενάμιση εκατομμύριο Ευρώ το χρόνο.

Επίσης, οι ετήσιες αποδοχές των μεγαλοστελεχών των Τραπεζών δεν ήταν καθόλου ευκαταφρόνητες, αφού ήταν μερικές εκατοντάδες χιλιάδες Ευρώ για τον καθένα.

Τα μυθώδη ποσά λοιπόν που λαμβάνουν οι Τραπεζίτες και τα μεγαλοστελέχη των Τραπεζών, αποτελούν πρόκληση σε μια χώρα που αντιμετώπισε μια μεγάλη οκταετή οικονομική κρίση και μάλιστα όταν υπάρχουν πολίτες οι οποίοι αντιμετωπίζουν την απόλυτη φτώχεια.

Σημειώνεται ότι οι αμοιβές αυτές, δεν αφορούν σε καμιά περίπτωση τους εργαζόμενους στις Τράπεζες, οι οποίοι αντιμετωπίζουν τα ίδια προβλήματα με τους υπόλοιπους εργαζόμενους σε άλλους χώρους του Δημοσίου και του Ιδιωτικού τομέα.

Επιπλέον, μετά την ουσιαστική ιδιωτικοποίηση της Δημόσιας Επιχείρησης Ηλεκτρισμού (ΔΕΗ), το ηλεκτρικό ρεύμα έγινε από κοινωνικό αγαθό χρηματιστηριακό και οι πάροχοι ηλεκτρικής ενέργειας με τα πράσινα, μπλε, κίτρινα και πορτοκαλί τιμολόγια αποφασίζουν και καθορίζουν μόνοι τους την τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος και η μόνη παρέμβαση του Κράτους είναι να επιδοτεί με ψιχία τους καταναλωτές ηλεκτρικού ρεύματος, αλλά με χρήματα όμως που είναι του ίδιου του Ελληνικού λαού, ενώ τα κέρδη των παρόχων ηλεκτρικής ενέργειας παραμένουν άθικτα.

Το ίδιο συμβαίνει με τις εταιρείες καυσίμων, τις φαρμακοβιομηχανίες και τα διάφορα άλλα οικονομικά καρτέλ που λειτουργούν στη χώρα μας. Όλοι αυτοί λοιπόν δεν υφίστανται κανένα ουσιαστικό οικονομικό έλεγχο από το Κράτος, με αποτέλεσμα να κάνουν ό,τι θέλουν.

Αλλά ακόμη και έλεγχος να γίνει, αυτοί έχουν και τον τρόπο και τα μέσα να εμφανίζονται πάντοτε νόμιμοι. Με όλα αυτά λοιπόν που συμβαίνουν στην χώρα μας, οι έχοντες και κατέχοντες αυξάνουν συνεχώς τα έσοδά τους, τα οποία προέρχονται από την στυγνή εκμετάλλευση των πελατών τους, που δεν είναι άλλοι από τους ‘Έλληνες πολίτες.

Τέλος, η κυβέρνηση με τον κατακερματισμό της σημερινής αντιπολίτευσης, αισθάνεται ότι δεν έχει ισχυρό πολιτικό αντίπαλο και ότι μπορεί να κάνει ό,τι θέλει. Πρέπει, όμως, να γνωρίζει ότι εκτός από την αντιπολίτευση υπάρχει και ο λαός, ο οποίος με τα προβλήματα που αντιμετωπίζει, αρχίζει σιγά-σιγά και λέει ότι και εγώ είμαι εδώ.

Σε πρώτη φάση λοιπόν το απέδειξε με την αποχή του στις Ευρωεκλογές, που ήταν μια καθαρή και ολοφάνερη αποδοκιμασία προς τα πολιτικά κόμματα και κυρίως προς την κυβέρνηση.

Στην δεύτερη φάση, όμως, δεν θα είναι η αποχή, αλλά η συμμετοχή του, για να καταδικάσει αυτούς που τον αδικούν, διότι η υπομονή έχει και αυτή τα δικά της όρια και όποιος τα ξεπεράσει, πληρώνει πολύ ακριβά το τίμημα.

Ο Ιωάννης Ξηρουχάκης είναι πρώην δ/ντής ΕΛΤΑ