Στο νέο πολιτικοκοινωνικό περιβάλλον η ανάταξη του ΠΑΣΟΚ, είναι ένα εξαιρετικά δύσκολο και σύνθετο εγχείρημα. Και αυτό γιατί ο συνδυασμός αντικειμενικές συνθήκες και υποκειμενικές δυνατότητες, είναι εκ των πραγμάτων βασική προϋπόθεση για την ανάκτηση του χαμένου εδάφους. Η ανεύρεση ζωτικού χώρου, κάθε άλλο παρά απλή πολιτική πράξη είναι.
Η καταβύθιση του άλλοτε κραταιού κόμματος, ήταν πρωτόγνωρο γεγονός. Εντούτοις δεν ισοδυναμούσε με εκρίζωση του από το κοινωνικό σώμα. Απεναντίας το πρόταγμα που πρέσβευε είχε εμποτίσει ευρύτερες δυνάμεις πέρα των κομματικών του τειχών. Άλλωστε η κυριαρχία του οφείλονταν, στο ότι συνιστούσε μια έμπρακτη απάντηση στη διαχρονική κρίση τόσο της συντηρητικής Δεξιάς όσο και της παραδοσιακής Αριστεράς.
Στην πραγματικότητα το ΠΑΣΟΚ υπήρξε θύμα της επιτυχίας του. Οι κυβερνητικές του πολιτικές, όποιες ενστάσεις και αν προβάλλονται, πιστοποιούν με τον καλύτερο τρόπο το προοδευτικό και καινοτόμο αποτύπωμα του. Εξάλλου έργο δικό του είναι και το ότι οδήγησε την Ελλάδα, από τη βαλκανική παραμεθόριο στην ευρωπαϊκή ενδοχώρα. Η κοινωνική δε κινητικότητα εγγράφεται στις θετικές του επιδόσεις.
Μολονότι άλλαξε την εικόνα της χώρας και της κοινωνίας, το ίδιο αρνήθηκε να αλλάξει. Ουσιαστικά έμεινε δέσμιο του αρχέγονου εαυτού του. Έτσι βρέθηκε σε δυσαρμονία με τις νέες ανάγκες και απαιτήσεις. Με άλλα λόγια έδειξε ότι αποτελούσε αναπόσπαστο τμήμα ενός κοινωνικού και πολιτικού κατεστημένου. Το τίμημα της «νίκης» το πλήρωσε ακριβά όταν εκδηλώθηκαν οι συνέπειες της χρεωκοπίας, αν και ο ηθικός και φυσικός αυτουργός της ήταν η νεοκαραμανλική διακυβέρνηση.
Ως εκ τούτου, η επαναφορά του ΠΑΣΟΚ στο κέντρο της πολιτικής σκηνής, δεν είναι ζήτημα βούλησης και επιθυμίας. Μπορεί όμως να επιτευχθεί αν και εφόσον, υφίστανται τα αντικειμενικά και υποκειμενικά δεδομένα. Ο ακρωτηριασμός που υπέστη, δεν του στερεί τη δυνατότητα της δυναμικής επιστροφής του.
Κατ’ αρχάς μια προσεκτική ανάγνωση της τωρινής πραγματικότητας δείχνει ότι σήμερα πλέον είναι εφικτή η αναδιάταξη των πολιτικών δυνάμεων. Σε αυτό συνηγορούν η κυβερνητική φθορά αλλά και η στασιμότητα της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Η κρίση εκπροσώπησης είναι υπαρκτή. Το ίδιο και η αναζήτηση μιας νέας πολιτικής έκφρασης. Το εκλογικό ακροατήριο δεν φαίνεται να είναι μπετοναρισμένο. Ο ετεροβαρής δικομματισμός ΝΔ- ΣΥΡΙΖΑ, δεν καλύπτει τους προβληματισμούς και τις προσδοκίες σημαντικού τμήματος πολιτών.
Πάντως παρακολουθώντας τις δημοσκοπήσεις, εύλογα προκύπτει το ερώτημα: Μπορεί το ΠΑΣΟΚ να διεκδικήσει με αξιώσεις την ανασύσταση της κοινωνικής και εκλογικής του βάσης; Επιπροσθέτως μπορεί να καρπωθεί τις απώλειες των αντιπάλων του, αξιοποιώντας το κλίμα επιφύλαξης και αμφιβολίας που διαπερνά την κοινή γνώμη; Η προσέλκυση των πρώην ψηφοφόρων του είναι μια δύσκολη πολιτική άσκηση. Δεν αρκεί η αλλαγή της ηγεσίας του. Ούτε φτάνει ένας σκληρός αντιπολιτευτικός λόγος. Πόσο μάλλον η επιστροφή στους φορμαλισμούς και στις δοξασίες του παρελθόντος.
Με την ανανέωση την οποία σηματοδοτεί η εκλογή του Νίκου Ανδρουλάκη στην ηγεσία του, το ΠΑΣΟΚ άλλαξε γενιά. Η θετική αυτή εξέλιξη για να έχει ευοίωνες προοπτικές είναι ανάγκη να συνοδεύεται από πράξεις και ενέργειες οι οποίες θα συνιστούν μια βαθιά τομή στη συνέχεια ενός ιστορικού και αυθύπαρκτου ιδεολογικού και πολιτικού ρεύματος.
Ο επαναπατρισμός των εκλογέων του που μεταπήδησαν είτε στο ΣΥΡΙΖΑ είτε στη ΝΔ, προϋποθέτει μια στρατηγική που θα απαντά στις αναζητήσεις και τις ανησυχίες τους. Με λογικές αντιδεξιά και αντισύριζα δεν επιτυγχάνεται ο συγκεκριμένος στόχος. Έτσι εξηγείται και το ότι προς το παρόν τουλάχιστον, δυσκολεύεται να διευρύνει την επιρροή και αποδοχή του.
Αναμφίβολα οι πολιτικές μεταβολές εκδηλώνονται σε βάθος χρόνου. Ωστόσο για να εδραιωθούν χρειάζονται ισχυρό ιδεολογικοπολιτικό εξοπλισμό, διακριτή αφήγηση για το παρόν και το μέλλον του τόπου. Και προπαντός καθαρή απάντηση στο δίλημμα της διακυβέρνησης. Το μείζον ζήτημα της πολιτικής και θεσμικής σταθερότητας δεν αντιμετωπίζεται με αμφισημίες και ασάφειες.
Η αυθυπαρξία ενός κόμματος δεν ακυρώνεται, όταν κρίνεται αναγκαία η κυβερνητική του συνεργασία του με άλλους κομματικούς σχηματισμούς και στηρίζεται σε προκαθορισμένες προγραμματικές προτεραιότητες. Τρανό παράδειγμα οι Πράσινοι της Γερμανίας. Χρόνια τώρα συμμετέχουν σε κυβερνητικούς σχηματισμούς με τους Σοσιαλδημοκράτες σε Ομοσπονδιακό επίπεδο, αλλά και με τους Χριστιανοδημοκράτες σε διάφορα κρατίδια.
Το βέβαιο είναι ότι η καθαρή και σαφής οριοθέτησή του ΠΑΣΟΚ έναντι των πολιτικών του αντιπάλων, είναι εκείνη που ακυρώνει στην πράξη τις προσπάθειες τους να το προσεταιριστούν. Αλλά και να το ευνουχίσουν. Αποβάλλοντας τα σύνδρομα μειονεξίας, αποκτά μια στέρεη υπόσταση και ταυτότητα. Μπαίνει σφήνα στα στρατηγήματα των επίδοξων κυβερνητικών εταίρων οι οποίοι επιζητούν με διάφορους τρόπους, την ενσωμάτωσή του. Άλλωστε ανομολόγητος στόχος τους είναι, να απομειώσουν τη δυνατότητα του να υπάρξει ως αυτοτελής πολιτικός πόλος στον αποκαλούμενο χώρο της Κεντροαριστεράς.
Ο πολιτικός ανταγωνισμός είναι αναμφισβήτητα σκληρός. Οι αντίπαλοι του ΠΑΣΟΚ έχουν σε μεγάλο βαθμό κατοχυρώσει τη διείσδυσή τους, στις κοινωνικές δυνάμεις τις οποίες άλλοτε, το κραταιό κόμμα εξέφραζε. Παρόλα αυτά τίποτα δεν μένει στατικό. Υπάρχουν οι προϋποθέσεις για διεργασίες και αναδιατάξεις. Η μάχη για την κυριαρχία διεξάγεται πρωτίστως στο πεδίο της ζώσας πραγματικότητας.
Με άλλα λόγια η αναζωογόνηση του ΠΑΣΟΚ είναι συνυφασμένη με την προσαρμογή του στο τωρινό κοινωνικό, οικονομικό και πολιτικό περιβάλλον. Έτσι καθιστά το λόγο του ζωντανό και επίκαιρο, τις προσεγγίσεις του στα προβλήματα και στις ανάγκες της χώρας και της κοινωνίας αξιόπιστες, τις θέσεις του σύγχρονές και εφαρμόσιμες και την εικόνα του ελκυστική.
*Ο Γιώργος Πανταγιάς είναι σύμβουλος Στρατηγικής και Επικοινωνίας, πρόεδρος και διευθύνοντας σύμβουλος της POLITY A.E.