Ο αναγνώστης θα έχει παρατηρήσει ήδη ότι ο τίτλος τούτου του κειμένου κρύβει ένα οξύμωρο: Πώς είναι δυνατόν η Κοίμηση (θάνατος) της Παναγίας να είναι αθάνατη; Πώς είναι δυνατόν να έχουμε ένα «θάνατο»  αθάνατο, δηλαδή ένα θάνατο που δεν είναι θάνατος, αλλά οδηγεί στην αθανασία; Η ανθρώπινη ζωή ακολουθεί αδήριτα την πορεία: Γέννηση, αύξηση, γηρατειά, θάνατος. Ωστόσο, φαίνεται πως στην περίπτωση της Παναγίας τα πράγματα δεν ακολούθησαν αυτή τη «φυσική» πορεία, ως προς την τελευταία «πράξη» της επίγειας ζωής της.

Η Παναγία πέθανε πραγματικά ως άνθρωπος, αλλά ο θάνατός της ήταν στην ουσία μια μετάσταση, δηλαδή μια «μετάθεσις εις έτερον τόπον», μια «μετοίκησις», μια μεταβολή σε ένα νέο τρόπο του βίου στη διάσταση της αιωνιότητας. Για το λόγο αυτό η Εκκλησία αποκαλεί το θάνατο της Παναγίας «Κοίμηση»:  Η Παναγία δηλαδή «εκοιμήθη», δεν πέθανε, διότι, σύμφωνα με την παράδοση, ο τάφος της την τρίτη ημέρα μετά την ταφή της βρέθηκε άδειος. Και τούτο, επειδή, όπως λέγει ο υμνογράφος, η Παναγία ήταν «γυναίκα θνητή αλλ’ υπερφυώς και Μητέρα Θεού».

Ως εκ τούτου, ως άνθρωπος μεν ακολούθησε την «κατά φύσιν» ανθρώπινη πορεία προς το θάνατο, αλλά την ίδια στιγμή ως Μητέρα του Θεού, ως Θεοτόκος, «μετέστη εκ της επικήρου προς θείαν όντως και άρρευστον ζωήν» (δηλ. προς την όντως  θεϊκή και αμετάβλητη ζωή). Και πρέπει εδώ να τονιστεί ότι, σύμφωνα με την παράδοση και τη θεολογία της Ορθόδοξης Εκκλησίας μας, στην αιωνιότητα δεν μετέστη μόνον η ψυχή της Παναγίας αλλά και το σώμα της, αφού, όπως λέγει και πάλι ο υμνογράφος άγιος Κοσμάς ο Μελωδός, ο Χριστός διατήρησε άφθαρτο το σώμα της στον τάφο και με τη θεία μετάσταση το δόξασε κοντά Του.

Γιορτάζουμε, λοιπόν, την Κοίμηση της Παναγίας, αυτής που είναι η Μητέρα της Ζωής. Ζωή είναι, σύμφωνα με την Κ. Διαθήκη, ο Χριστός, ο οποίος είπε το «Εγώ ειμι η Οδός, η Αλήθεια και η Ζωή» (Ιωάν. 14,6). Ως Μητέρα του Χριστού η Παναγία είναι η Μητέρα της Ζωής και ως Μητέρα της Ζωής δεν ήταν δυνατόν να παραδοθεί στο θάνατο. Το λέει, εξάλλου, και το απολυτίκιο της εορτής:  «Μετέστης προς την ζωήν, Μήτηρ υπάρχουσα της Ζωής». Έτσι, ενώ γιορτάζουμε ένα θάνατο, μια εκδημία, η εορτή της Κοιμήσεως είναι εορτή χαράς, είναι πανηγύρι, είναι η κατεξοχήν εορτή της Παναγίας, μια εορτή που εορτάζεται περισσότερο από κάθε άλλη θεομητορική εορτή (Γέννηση, Ευαγγελισμός, Σύναξη κλπ). Είναι σαφές ότι η έμφαση που δίνει η Εκκλησία στην Κοίμηση της Θεοτόκου, με τη δεκαπενθήμερη νηστεία και τους Παρακλητικούς Κανόνες που ψάλλονται κάθε βράδυ στους ναούς, δεν είναι τυχαία.

Για την Εκκλησία το πιο σημαντικό δεν είναι η βιολογική γέννηση του ανθρώπου αλλά η αναγέννησή του, η ζωή του, ως αναγεννημένου πνευματικά ανθρώπου, κοντά στην πηγή της ζωής, τον Θεό. Γι’  αυτό και δεν εορτάζει τα γενέθλια των αγίων αλλά την ημέρα του θανάτου τους, επειδή τότε ολοκληρώνεται η ένωσή τους με το Θεό στην αιωνιότητα. Αν, λοιπόν, αυτό ισχύει για κάθε άγιο, πολύ περισσότερο ισχύει για τη Μητέρα του Θεού, την Παν-αγία.

Η Κοίμηση και η Μετάσταση της Παναγίας είναι η απόδειξη ότι δεν είναι νεκρή, δεν έχει πεθάνει και εξαφανιστεί, αλλ’  ότι έχει περάσει στη διάσταση της όντως ζωής, εκεί όπου «θάνατος ουκ έστι». Έτσι, η Κοίμηση της Παναγίας είναι ένα γεγονός νίκης της ζωής κατά του θανάτου, απόδειξη πως η ζωή του κάθε ανθρώπου δεν κλείνεται στα όρια του χώρου και του χρόνου, όπως τους ξέρουμε, αλλ’  ότι μπορεί να γίνει η απαρχή για μια νέα ζωή, όπου οι διαστάσεις του χώρου και του  χρόνου καταλύονται και ο άνθρωπος ζει «ἐν ἑτέρᾳ μορφῇ» στη θεία αιωνιότητα.

Ωστόσο, εκτός από τους θεολογικούς αυτούς λόγους, η εορτή της Κοιμήσεως έχει για το λαό μας ένα ξεχωριστό χαρακτήρα και για άλλους, πιο κοσμικούς θα λέγαμε, λόγους. Οι διακοπές του καλοκαιριού, ο καλός καιρός, η επιστροφή στον πάτριο τόπο και οι οικογενειακές συναντήσεις ευνοούν την εορτή, η οποία λαμβάνει έτσι ένα ιδιαίτερο χρώμα. Επιστρέφουν οι ξενιτεμένοι, ζωντανεύουν τα χωριά, σμίγουν οι οικογένειες (οι περισσότερες από τις οποίες έχουν και κάποια Μαρία) και η εορτή της Κοιμήσεως γίνεται εορτή της οικογένειας.

Έτσι η Παναγία γίνεται κρίκος ενωτικός, μια ιερή παρουσία που ενώνει τους ανθρώπους γύρω από το ναό της (σχεδόν όλα τα χωριά και οι πόλεις της πατρίδας μας έχουν κι από ένα ναό της Παναγίας) κι έπειτα γύρω από το οικογενειακό τραπέζι. Τελικά η γιορτή της Κοιμήσεως Παναγίας γίνεται γιορτή χαράς, γίνεται πανηγύρι, όπου όλοι μαζί, πιστοί και άπιστοι, χαίρονται και πανηγυρίζουν και μετέχουν της χαράς του κοινού τραπεζιού. Μάλιστα, τα τελευταία χρόνια η Κοίμηση της Παναγίας εντάσσεται στο πλαίσιο των «πολιτιστικών» λεγομένων εκδηλώσεων του καλοκαιριού που λαμβάνουν χώρα σε όλα σχεδόν τα χωριά, γεγονός που, παρά το θετικό του πρόσημο, μερικές φορές (πρέπει να το πούμε) εκτρέπει την εορτή από το πραγματικό της νόημα.

Υπάρχει, όμως, κι ένας λόγος ακόμη, που, καθώς πιστεύω, κάνει τη γιορτή τόσο αγαπητή στο πανελλήνιο. Για μας τους Έλληνες η Παναγία είναι πρώτα-πρώτα μάνα,  η μάνα του Χριστού, η γυναίκα που αξιώθηκε να γεννήσει το Θεό και να ζήσει ως μάνα τον πιο μεγάλο πόνο:  το θάνατο, και μάλιστα με οδυνηρό τρόπο, του Γιου της. Έτσι βλέπουμε οι Έλληνες την Παναγία:  ως τη μεγάλη Μητέρα μας, αυτή που έζησε τον ανθρώπινο πόνο και μπορεί να μας καταλάβει, αυτή στην οποία μπορούμε να καταφύγουμε, να ζητήσουμε και να βρούμε παρηγοριά, αφού η Παναγία είναι «η ελπίς των απηλπισμένων και η βοήθεια των πολεμουμένων». Ως μάνα, λοιπόν, η Παναγία είναι (συνειδητά ή ασυνείδητα) απόλυτα σεβαστή, είναι πρόσωπο ιερό.

Κι όπως, όταν χάνει κάποιος τη μάνα του, νιώθει ότι χάνει ό, τι πιο ιερό έχει στη ζωή του, έτσι και η Κοίμηση της Παναγίας θεωρείται μια στιγμή ιερή, ένα γεγονός που φέρει την ιερότητα της απώλειας της μητέρας, της μάνας. Κι όπως κανείς δεν ξεχνά την ημέρα του θανάτου της μητέρας του (ενώ μπορεί να μη θυμάται ούτε καν να γνωρίζει την ημέρα γέννησής της) και φροντίζει για τα μνημόσυνα και τα «συναπαντήματά» της, έτσι όχι μόνο δεν ξεχνά αλλά και τιμά με μεγάλη ευλάβεια την ημέρα της Κοίμησης της Μητέρας των χριστιανών, της Παναγίας.

«Νενίκηνται τῆς φύσεως οἱ ὅροι ἐν σοί, Παρθένε ἄχραντε», λέει ο υμνωδός. Που σημαίνει: «;Eχουν νικηθεί στο πρόσωπό σου οι κανόνες της φύσης, άχραντη Παρθένα». Πράγματι, όλα τα μεγάλα γεγονότα της ζωής της Παναγίας είναι θαυμαστά, είναι υπερβάσεις των φυσικών κανόνων: η Σύλληψή της από τη στείρα και μεγάλη σε ηλικία Άννα, ο Ευαγγελισμός και η εκ Πνεύματος Αγίου Σύλληψη και Σάρκωση του Χριστού και, τέλος, η Κοίμηση και η Μετάστασή της στον ουρανό.

Αυτά τα θαυμαστά γεγονότα και ο ρόλος τους στο έργο της σωτηρίας του ανθρώπου καθιστούν την Παναγία ένα πρόσωπο όλως ξεχωριστό μέσα στη λατρεία και την πίστη της Εκκλησίας. Στο πρόσωπό της η Εκκλησία και ο λαός μας είδαν τη μεσίτρια μεταξύ Θεού και ανθρώπων, αυτήν στην οποία μπορεί να προσφύγει ο πιστός και να ζητήσει βοήθεια, να απαλλαγεί από τα δεινά της ζωής, να νιώσει γαλήνη και ανάπαυση. Γι’ αυτό κι εφέτος, όπως κάθε χρόνο, οι πιστοί θα κατακλύσουν τους ναούς της, για να της αναπέμψουν ευχαριστία, δέηση και παράκληση και να υμνολογήσουν την αθάνατη Κοίμηση της Μητέρας της Ζωής.