Η Χάνα Αρεντ παρακολούθησε τη δίκη του Αϊχμαν, του μεγάλου Ναζί εγκληματία και συγκλονίστηκε από την πλήρη αίσθηση της απουσίας ενοχής για τη δράση του. Ήταν απόλυτα βέβαιος ότι έπραξε το καθήκον του, γιατί απλώς εκτελούσε εντολές των ανωτέρων του.

Εντυπωσιάστηκε τόσο πολύ η Χάνα Αρεντ, ώστε να μιλήσει για την «κοινοτοπία του κακού» με αποτέλεσμα να την κατακρίνουν ακόμα και οι φίλοι της, όμως, όταν ένας άνθρωπος μεταβάλλεται σε απλό εκτελεστικό όργανο και πράττει το κακό χωρίς ενοχικά συναισθήματα, τότε μόνο μια ζωώδης κοινωνία διαμορφώνεται. Η ανθρώπινη κοινωνία πολλές φορές έχει φτάσει σε αυτή την κατάσταση και δυστυχώς, αν αφεθούμε να γίνουμε μαριονέττες, το μέλλον ως οικουμενική πια κοινωνία μας επιφυλάσσει δυσάρεστες εκπλήξεις.

Η Άνωθεν εντολή αναφέρεται κάποτε σ΄ ένα δικτάτορα, κάποτε σ΄ έναν υπηρεσιακά προϊστάμενο, κάποτε ακόμη και στο Θεό ανάλογα πως συμφέρει το σκοτεινό εγκέφαλο ορισμένων, που με τη βία και με πρόσχημα ν’ αλλάξουν τον κόσμο, καταργούν την ελευθερία των άλλων. Ο κόσμος αλλάζει, αλλά αλλάζει με τον δικό του τρόπο και πάντα με το σεβασμό της ανθρώπινης ζωής.

Ο Ντίνος Παζαρακιώτης είναι φιλόλογος με πλούσια παιδεία και εξαιρετική πορεία στη Μέση Εκπαίδευση. Έχει γράψει ποίηση, διηγήματα και πολλές φιλολογικές μελέτες. Πρόσφατα κυκλοφόρησε απ’ τις εκδόσεις «Ταξιδευτής» το μυθιστόρημά του «Η Άνωθεν Εντολή». Με τόλμη καταθέτει τις βιωματικές του εμπειρίες από μια δύσκολη περίοδο που έζησε ως παιδί. Την κατοχή και τον εμφύλιο πόλεμο. Ενώ για το έπος του ’40 έχουν γραφεί πολλά, λίγοι και εκείνοι μονόπλευρα έχουν ασχοληθεί λογοτεχνικά με τη μετεμφυλιακή κατάσταση, όπως διαμορφώθηκε από τους νικητές.

Και το κάνει με λογοτεχνική επάρκεια, γιατί δεν γράφει ιστορία, όπου καταγράφονται τα γεγονότα, αλλά τέχνη, όπου κυκλοφορούν ζωντανά πρόσωπα που επωμίζονται διάφορους ρόλους. Όλα δίδονται από τον αφηγητή που κάποτε είναι ένα μικρό παιδί, φανατικό για γράμματα, δίχως πατέρα αλλά με μια μάνα, τη Μέλπω, που ενώ έχει κάποιες σπουδές προσπαθεί να επιβιώσει δουλεύοντας σκληρά, ανάμεσα σε σκοτεινούς ανθρώπους.

Υπάρχουν βέβαια πολλές μορφές που περιθωριακά προσπαθούν να κρατηθούν όρθιοι, όπως ο παιδικός έρωτας της Μέλπως, που είναι δικηγόρος και την κρίσιμη στιγμή δίνει τη λύση. Υπάρχει ο τυφλός Αναγνώστης, που ψάλλει γλυκόλαλα, υπάρχουν και άλλοι που σ’ ένα χώρο δυστοπίας πορεύονται με αξιοπρέπεια στο αύριο.

Όλοι οι χαρακτήρες διαγράφονται με λεπτότητα. Η Μέλπω με την ψυχική και τη σωματική της ομορφιά, αλλά και με μια δύναμη που τολμά και δρα πάντα με αξιοπρέπεια, αλλά και ο μικρός που ίσως είναι η φωνή του συγγραφέα. Ενσωματώνονται αρκετές αναφορές από την εκκλησιαστική γλώσσα, από λαϊκές παροιμίες και αναφορές στην εποχή.

Διαβάζεται ευχάριστα με συχνές ανατροπές που βοηθούν τη δράση κι ο αναγνώστης συνειδητοποιεί ότι μια κοινωνία, όπου η άνωθεν εντολή κυριαρχεί, είναι μια δυστοπική κατάσταση, που αναιρεί τη δημοκρατία και υπονομεύει την ελευθερία που πάντα δικαιώνει τον άνθρωπο. Δεν φταίει μόνο το σύστημα και οι άλλοι. Η μετάθεση ευθύνης οπουδήποτε είναι ταπεινωτική και φθοροποιός και υποβαθμίζει την ανθρώπινη υπόσταση. Αν μείνουμε αδρανείς ο διχαστικός λόγος και η βαρβαρότητα είναι εύκολο να επιστρέψουν. Γι αυτό κάθε μορφής εφησυχασμός δεν δικαιολογείται. Η πραγματική Τέχνη μας φωτίζει και κάποτε οδηγεί την Ιστορία στο σωστό δρόμο.