Δεν ξέρω τι όνειρο είδαν ο πρωθυπουργός μας και ο κ. Κοτζιάς, αν είδαν όνειρο, και υπέγραψαν την ανιστόρητη και θλιβερή για το Έθνος μας συμφωνία των Πρεσπών. Μια συμφωνία, στην οποία αντιτίθεται το ογδόντα και πλέον τοις εκατό του λαού μας. Μια συμφωνία, που θα κατέληγε στο σκουπιδοτενεκέ της Ιστορίας, αν στη χώρα μας γινόταν δημοψήφισμα.

Το αστείο είναι ότι και η απέναντι λαϊκή πλευρά, η σκοπιανή, δεν συμφωνεί με τη λύση που προωθείται, παρόλο που με τη συμφωνία παίρνει από εμάς πάρα πολλά και πολύ σημαντικά και σ’ εμάς δε δίνει απολύτως τίποτα. Ξαναλέω ότι δε συμφωνεί, αν σκεφτεί κανείς ότι στο δημοψήφισμα που έγινε στη γειτονική χώρα, προσήλθε στις κάλπες ένα μικρό ποσοστό του λαού της. Επομένως, ο διατυμπανιζόμενος από την Κυβέρνησή μας σκοπός της προσέγγισης και της συνεργασίας των δύο λαών δεν ευσταθεί, αφού ούτε ο ένας ούτε ο άλλος λαός εγκρίνει την προωθούμενη λύση.

Αλλά εδώ, θα πρέπει να σημειωθεί και το εξής θλιβερό και απαράδεκτο σε μια δημοκρατία: Η συμφωνία αυτή είναι από μέρους μας προϊόν μυστικής διπλωματίας, αφού προέκυψε από τις σκέψεις και τις συσκέψεις του πρωθυπουργού μας και του υπουργού του των εξωτερικών, με τα αντίστοιχα όργανα της άλλης πλευράς, χωρίς να ενημερωθούν προηγουμένως τα άλλα κόμματα ή οι αρχηγοί τους ή η Βουλή, αλλά ούτε και το Υπουργικό Συμβούλιο του κυβερνώντος κόμματος, αλλά ούτε και ο λαός μας.

Με ποιο δικαίωμα, λοιπόν, δυό και μόνο άνθρωποι σχεδίασαν και αποφάσισαν, όπως αποφάσισαν, για τη λύση ενός τόσο ζωτικού για το έθνος προβλήματος εν απουσία όλων ημών και των εκπροσώπων μας; Είναι μεγάλης απορίας άξιο πως οι άνθρωποι αυτοί μπήκαν σ’ ένα χορό τόσο δύσκολο και σοβαρό εν απουσία του λαού και κόντρα στα συναισθήματα και τα πιστεύω του.

Μήπως όλοι εμείς, οι πάρα πολλοί, που έχουμε στο θέμα άλλη άποψη, είμαστε ηλίθιοι και δεν το καλοκαταλαβαίνουμε; Ή μήπως η προώθηση της συγκεκριμένης λύσης, και μάλιστα εσπευσμένως, είναι αποτέλεσμα πρωθυπουργικής δέσμευσης και αφόρητης εξωτερικής πίεσης; Και αν ναι, ποιος έδωσε στον πρωθυπουργό το δικαίωμα να δεσμεύεται σε θέματα τόσο σοβαρά για την πατρίδα;

Ειπώθηκε ότι το θέμα πρέπει “επιτέλους” να λυθεί. Να λυθεί, ναι, αλλά γιατί εις βάρος ημιων και της ύπαρξής μας;

Ελέχθη, επίσης, ότι η χώρα των Σκοπιανών πρέπει να μπει στην Ε.Ο.Κ. και στο ΝΑΤΟ. Να μπει χίλιες φορές, αλλά γιατί με το συγκεκριμένο όνομα, κύριε Τσίπρα; Αυτό δε σε προβληματίζει; Μπορούν να μας απαντήσουν οι εγκέφαλοι που αποφασίζουν για μας, χωρίς εμάς; Μήπως έχουν αποφασίσει για μας την τύχη των Χετταίων και των Ασσυρίων;

Δεν βλέπετε, κ. Τσίπρα, ότι μουσουλμανοποιούν εντέχνως τη χώρα μας ή μήπως και συνεργείς σ’ αυτό το έγκλημα χωρίς να το καταλαβαίνεις; Αλλά το όλο κακό, ολέθριο κυριολεκτικά για το Έθνος μας, δίδει κι ένα, ας πούμε έτσι, καλό: Ξεσκεπάζει τους θλιβερούς και ανάξιους για την πατρίδα χαμαιλέοντες της πολιτικής μας ζωής καθώς και τους απάρτιδες του τόπου μας πολιτικούς. Γίνομαι πιο σαφής: Ο χαμαιλέων της πολιτικής δεν έχει ούτε ιδεολογία, ούτε πατρίδα, ούτε Θεό, ούτε πίστη. Τον κατευθύνουν αποκλειστικά η κακή φιλοδοξία του ή η τσέπη του. Δεν τον ενδιαφέρει ποτέ το συμφέρον του τόπου του. Στην πολιτική ανακατεύεται για να πάρει και ποτέ για να δώσει. Ξεκινά ως άκρα δεξιός και καταλήγει άκρα αριστερός ή και το αντίθετο, όχι από ωριμότητα ή φιλοπατρία, αλλά από φοβερή φιλαυτία ή φιλαργυρία. Αλλάζει ιδεολογία και κόμματα όπως τα πουκάμισά του, αρκεί να εξυπηρετείται το στενό συμφέρον του ή η άρρωστη φιλοδοξία του. Ως βουλευτής, παζαρεύει την έδρα του ή την ψήφο του, συνήθως στα σκοτεινά, ενώ στα φανερά επικαλείται λόγους με τους οποίους νομίζει πως δικαιολογεί την ανεπίτρεπτη αυτή στάση και συμπεριφορά του.

Το θλιβερό αυτό φαινόμενο εμφανίζεται και χαρακτηρίζει κυρίως τις περιόδους που το επίπεδο του κοινοβουλευτικού βίου έχει πέσει χαμηλά ή υπάρχει κατακερματισμός των πολιτικών δυνάμεων, λόγω πολυκομματισμού, ή και σε περιπτώσεις που το κόμμα που κυβερνά, δεν διαθέτει στη Βουλή αυτοδυναμία ή χρειάζεται αυξημένη πλειοψηφία, που δεν διαθέτει για να αποφασίσει πάνω σε σοβαρά ζητήματα.

Ας αφήσουμε όμως τους χαμαιλέοντες και τους καιροσκόπους και ας ασχοληθούμε με τη Συμφωνία των Πρεσπών. Ο κ. Τσίπρας λέει ότι χρειάζεται 151 ψήφους βουλευτών για να περάσει τη συμφωνία. Αλήθεια, κ. Τσίπρα; Για ένα τόσο σοβαρό εθνικό θέμα, μόνο 151 ψήφους; Τι λέει το Σύνταγμα; Νομίζω ότι σε μια τέτοια περίπτωση απαιτούνται τουλάχιστον180 ψήφοι ή κάνω λάθος; Και γιατί δεν κάνεις δημοψήφισμα αφού δεν έχχεις τους 180; Τι λέει ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας; Θα υπογράψει μια απόφαση των 151 ή θα αρθεί στο ύψος των περιστάσεων και θα παραιτηθεί; Θα θέσει, τώρα, θέμα στονν κ. Τσίπρα: 180 ψήφους ή δημοψήφισμα, όπως οι καιροί επιτάσσουν, ή θα προτιμήσει την καρέκλα του από την πατρίδα του;

Οι Μακεδόνες βουλευτές τι θα κάμουν; Θεωρούν όλοι οι του κυβερνώντος κόμματος ότι η συμφωνία είναι καλή για την ιδιαίτερη πατρίδα τους, τη Μακεδονία μας, ή κάποιοι απ’ αυτούς, έστω και ένας, έχει διαφορετική γνώμη; Ξεχνούν άραγε ότι πάνω από το 90% των ψηφοφόρων τους δεν συμφωνούν με την άποψη του αρχηγού τους, του κ. Τσίπρα; Θα φοβηθούν διαγραφή τους από το κόμμα; Θα προτιμήσουν την καρέκλα τους από την πατρίδα τους; Γιατί σιωπούν;

Oι αρχηγοί των εν τη Βουλή κομμάτων τι κάνουν; Ή μόνο λόγια είναι; Ακόμη βρίσκονται στη σύνθετη ονομασία με γεωγραφικό προσδιορισμό; Τι μας λένε, μωρέ; Κύριε αρχηγέ της αξιωματικής αντιπολίτευσης, θέλεις να σε ευγνωμονεί η πατρίδα και η Ιστορία; Κάλεσε δημοσίως τον κ. Τσίπρα και πες του: “Κύριε Τσίπρα.

Αυτό που πας να κάμεις είναι εθνικά απαράδεκτο αλλά και αντισυνταγματικό. Κάνε δημοψήφισμα ή εφαρμόσε το Σύνταγμα για τα κρίσιμα εθνικά θέματα. Ζήτησε από τη Βουλή 180 ψήφους, το ολιγότερο, για την έγκριση της συμφωνίας που υπέγραψες, αλλιώς ως αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, δηλώνω εκ μέρους του κόμματός μου, επισήμως και προς πάσα κατεύθυνση, ότι η ΝΔ ανταποκρινόμενη στην απαίτηση της συντριπτικής πλειοψηφίας του λαού, δεν πρόκειται να αναγνωρίσει οποιαδήποτε απόφαση της παρούσας Βουλής που θα εγκρίνει τη Συμφωνία των Πρεσπών, εφόσον ο αριθμός των υπέρ αυτής ψηφισάντων βουλευτών είναι κατώτερος του 180 όπως απαιτεί το Ελληνικό Σύνταγμα για τα μεγάλης σημασίας εθνικά  θέματα και όχι ερχόμενη, η Ν.Δ., στην εξουσία θα καλέσει τον λαό σε δημοψήφισμα για να εγκρίνει ή να απορρίψει τη συμφωνία αυτή”.

Χρόνος για περιττές συζητήσεις και κινήσεις, όπως όλοι καταλαβαίνουμε, δεν υπάρχουν πλέον.

* Ο Μανώλης Ροδιτάκης είναι τέως εκπαιδευτικός και ειδικός πάρεδρος του Παιδαγωγικου Ινστιτούτου, πτυχιούχος Πολιτικών Επιστημών