Οργανωμένες και για εμπορικούς σκοπούς ήταν οι μετακινήσεις των Ελλήνων για αποικισμούς. Τον πρώτο αποικισμό τον 11ο π.Χ. αιώνα προς τη Μικρά Ασία και τον δεύτερο αποικισμό τον 6ο π.Χ. αιώνα προς όλη τη Μεσόγειο και τον Εύξεινο Πόντο.

Αργότερα από το 1500 μ.Χ. οι περισσότεροι δυτικοευρωπαίοι, οργανωμένοι κι αυτοί, δημιούργησαν αποικίες υποτάσσοντας ή εξαφανίζοντας τους γηγενείς κατοίκους σε πολλά μέρη του πλανήτη (στην αυτοκρατορία μας δεν δύει ποτέ ο ήλιος, έλεγαν οι Εγγλέζοι).

Σήμερο αντιμετωπίζει η Ευρώπη τον μεγαλύτερο ξεσηκωμό που έγινε ποτέ στην ιστορία. Δυο ήπειροι, Ασία και Αφρική μετακινούνται άτακτα στον επίγειο παράδεισο, την Ευρώπη. Και ενώ γνώριζαν από παλιά οι δυτικοευρωπαίοι ότι κάποτε θα ξεσηκωθούν αυτές οι τριτοκοσμικές χώρες, δεν έλαβαν ποτέ μέτρα για να συγκρατήσουν στις πατρίδες τους τους γηγενείς πληθυσμούς.

Τώρα, φωνή λαού, οργή Θεού. Δεν φταίει και εδώ η κλιματική αλλαγή, αλλά στo πλαίσιo της παγκοσμιοποίησης γίνεται αυτό το ανεκάτωμα των λαών, με αφορμές τους πολέμους και τη φτώχεια και έτσι πήραν κι αυτοί των ομμαθιών τους και όπου βγει. Εξάλλου η αξία της ζωής σ’ αυτές τις τριτοκοσμικές χώρες έχει υποτιμηθεί τόσο πολύ, που δεν χρειαζόταν και πολλή σκέψη για να τολμήσουν.

Κατά τα άλλα μας έπιασαν κορόιδα οι πάτρωνές μας, οι συνεταίροι μας, οι σωτήρες μας οι Ευρωπαίοι και εγκλωβιστήκαμε και υπογράψαμε έναν ευρωπαϊκό κανονισμό χωρίς τα κατάλληλα ανταλλάγματα, χωρίς να μπορούμε να διαχειριστούμε το τεράστιο αυτό ευρωπαϊκό πρόβλημα, χωρίς να έχομε τα κατάλληλα μέσα, ενώ εκείνοι προστατευμένοι από τα Δουβλίνα αδιαφορούν επιδεικτικά και σφυρίζουν αδιάφορα.

Καλά να πάθομε, ενώ όλοι γνωρίζαμε ότι: Την υπογραφή σου και την “τέτοια σου”  να προσέχεις πού τη βάζεις, το αγνόησαν. Ναι, αλλά πήραν στον λαιμό τους έναν ολόκληρο λαό.

Εμείς δεν είμαστε έτοιμοι να ζήσομε σε μια παγκοσμιοποιημένη κοινωνία με πολλές κουλτούρες (που είναι και της μόδας), πολλές γλώσσες, πολλές θρησκείες, πολλές πατρίδες, όπως είναι οι Ευρωπαίοι. Νιώθομε φόβο και ανασφάλεια, γιατί θα ελαττωθεί η κοινωνική συνοχή και θα μπούμε σε διλήμματα συνύπαρξης.

Μήπως η ανεκατωσούρα είναι μια μορφή υποδούλωσης των λαών; Μήπως μ’ αυτόν τον τρόπο θα ξαναζήσομε την ισλαμοποίηση της Ευρώπης, επειδή λένε ότι η ιστορία επαναλαμβάνεται;

Δεν γνωρίζω ποιος και γιατί σφύριξε στους Ασιάτες και τους Αφρικανούς: … “ρε κορόιδα, γιατί κάθεστε στις χώρες σας, γδυμνοί, ξυπόλητοι και λιμασμένοι και δεν φεύγετε με προορισμό τον παράδεισο, την Ευρώπη; Τόσα χρόνια δεν καθόταν και κάθονται στο σβέρκο σας, με την αποικιοκρατία και σας έχουν πιει και το μεδούλι;

Δεν είναι καιρός να δουλεύουν και οι Ευρωπαίοι για πάρτη σας; Δεν είναι καιρός να φάτε και σεις γλυκό ψωμί;”. Σωστό ακούγεται. Καιρός λαγού, καιρός λαγουδίνας. Ο φτωχός και κατατρεγμένος τέχνες κατεργάζεται. Τι είχαμε, τι χάσαμε: Εμπρός να καταλάβομε τον παράδεισο, που τόσα χρόνια ακούγαμε και δεν βλέπαμε.

Τα παιδιά και οι γυναίκες μπροστά (παιδιά ξανακάνεις όσα θέλεις και γυναίκες βρίσκεις όσες θέλεις). Τώρα αμυδρά αρχίζει να ξαστεριάζει. Τώρα θα τραγουδήσομε και μεις οι ξένοι “πότε θα κάνει ξαστεριά”. Όλοι μαζί στον αγώνα, νέοι, γέροι, κουτσοί, στραβοί, γκαστρωμένες, λεχώνες κλπ, όλοι για τον Άγιο Παντελεήμονα.

Ο συναισθηματισμός, το μέγα προτέρημα και ελάττωμα που μας διακρίνει, παίζει πάλι τον ρόλο του. Καλώς τους ξένους, στην κεφαλή μας απάνω. Να ξέρετε ότι εμείς είχαμε σκεφθεί πριν από σας, για σας. Χρόνια τώρα φροντίσαμε και ερημώσαμε την ύπαιθρο χώρα στο εσωτερικό και έτσι δεν έχει μείνει άνθρωπος στα χωριά. Μόνο ζουρίδες (αλεπούδες), άρκαλοι και μερικά φαντάσματα γερόντων, που τα έχει ξεχάσει ο Μιχαήλ Αρχάγγελος.

Να, λοιπόν, η ευκαιρία που γυρεύαμε να επισκευάσομε τα χωριά, να τα γεμίσομε με ζωή, άλλες κουλτούρες, τζαμιά, μιναρέδες, κελεμπίες, μουστούχες (μπούργκες) κλπ. Κι αυτό σωστό ακούγεται.

Και λέω εγώ: Αν έχω την ευτυχία ή τη δυστυχία να μακροημερέψω, για να πάω στο χωριό, πρέπει να κρατώ το διαβατήριο, να σταματήσω στην Κερά να μου δώσουν visa και από το Σελί της Αμπέλου θα με παραλάβει ένας μελαμψός, ή κίτρινος, ή μαύρος, ή κόκκινος, θα ελέγξει τα διαπιστευτήριά μου (πού θέλω να πάω και γιατί), θα με οδηγήσει στον τάφο των γονιών μου (αν υπάρχει ακόμη) και χωρίς ερωτήσεις, τράνζιτ, θα με επιστρέψουν στο Σελί. Ανέταξε (μεγάλωσε) τον ποντικό, να φάει το σακί σου, που λέει ο λαός. Δεν θα ήθελα ποτέ να γίνω μάντης κακών.

Ουφ… δεν γεννιέσαι ξένος, γίνεσαι ξένος.

*Ο Μανόλης Σπανάκης είναι συν/χος καθηγητής