Πέρασαν παραπάνω από τρία χρόνια που συνταξιοδοτήθηκα, μετά από σαράντα και πλέον χρόνια συνεχούς και εντατικής απασχόλησής μου σε νοσοκομεία. Ήταν το χρονικό διάστημα, ωστόσο, στο οποίο δόθηκε από την επίσημη πολιτεία το νόμιμο δικαίωμα σε όλους τους νοσοκομειακούς γιατρούς να μπορούν να εργάζονται και ιδιωτικά σε ώρες πέραν του ωραρίου τους, και αυτό προφανώς για τους γνωστούς λόγους που αφορά τους εξευτελιστικούς μισθούς.

Δεν είναι της παρούσης ώρας να αναφερθώ σε αυτή την παρατήρηση και στις συνθήκες εργασίας των νοσοκομειακών γιατρών, ούτε να σχολιάσω τον απώτερο σκοπό και στόχο και ετούτης της κυβέρνησης, γιατί είναι ηλίου φαεινότερο που ακριβώς αποσκοπούν όλα αυτά που διαδραματίζονται τα τελευταία χρόνια.

Διαβάζω σε σχετικά πρόσφατες εφημερίδες ότι περίπου ένας στους δέκα νοσοκομειακούς γιατρούς από την Υγειονομική Περιφέρεια της Αττικής, έκανε χρήση αυτής της ευεργετικής διάταξης ή της αποκαλούμενης μεταρρύθμισης στο Εθνικό Σύστημα Υγείας, με κάποιες αποκλίσεις μεταξύ των διαφόρων ειδικοτήτων.

Το προαναφερόμενο ποσοστό είναι κάπως μεγαλύτερο σε ορισμένες άλλες περιφέρειες αλλά αυτό δεν αλλοιώνει δραματικά τα ποσοστά, λαμβανομένου πάντα υπ’ όψιν μας ότι οι αρκετοί πανεπιστημιακοί γιατροί, μέλη ΔΕΠ, είχαν ήδη από πολύ καιρό το δικαίωμα να ασκούν ιδιωτικό επάγγελμα πέραν των συνήθων υποχρεώσεών τους.

Το κυβερνητικό επιτελείο προφανώς διατείνεται ότι με τον τρόπο αυτό ανοίγονται ευκαιρίες σε όλους ώστε να βελτιώσουν τις μισθολογικές απολαβές τις οποίες το ίδιο το κράτος αδυνατεί να διορθώσει, τη στιγμή που είναι από τους χαμηλότερους μέσα στην ευρωπαϊκή ένωση.

Έτσι εδώ και πολύ καιρό γινόμαστε μάρτυρες της πλήρους απαξίωσης των νοσοκομείων μας. Οι παραιτήσεις των ήδη υπηρετούντων και η άρνηση των άλλων γιατρών στις γενόμενες προκηρύξεις, έγιναν πλέον κατεστημένη συνήθεια.

Τα εξαντλητικά ωράρια εκεί, αποτελούν την βασικότερη αιτία πέρα από την προαναφερόμενη, για την υποστελέχωση και τον αποδεκατισμό των νοσοκομείων.

Παρατηρώ, ταυτόχρονα, εδώ και κάποια χρόνια πολλούς συναδέλφους μου και μετά την συνταξιοδότησή τους να έχουν δρομολογηθεί σε άσκηση ιδιωτικού ιατρείου και κάποιας απασχόλησης σε ιδιωτικές κλινικές της πόλης που ζω. Στο Ηράκλειο.

Μια καθημερινή όπως φαίνεται συνήθεια από την οποία δεν μπόρεσαν να απεμπλακούν με την πάροδο της ηλικίας. «Δεν μπορώ να καταλάβω γιατί δεν τα ’χω παρατήσει ακόμη», λέει ένας γιατρός στο μυθιστόρημα ‘Καθώς Ψυχορραγώ’ του Γουίλιαμ Φώκνερ, ένα από τα σημαντικότερα κείμενα του εικοστού αιώνα, και συνεχίζει «Εβδομήντα χρονών γέρος, εκατό κιλά και βάλε, να με σέρνουν πάνω κάτω στις πλαγιές με σκοινί. Μάλλον γιατί πρέπει πρώτα να μου χρωστάνε πενήντα χιλιάδες δολάρια πριν τα παρατήσω…»!

Αναπολεί την πρότερη ζωή του, τη σχέση του με τους άλλους, τους ασθενείς και το θάνατο. Όταν ήταν νέος πίστευε ότι ο θάνατος ήταν σωματικό φαινόμενο, τώρα τον θεωρεί λειτουργία του νου, κυρίως όσων μένουν πίσω. Για τους μηδενιστές παριστά το τέλος, για τους θρησκόληπτους μια καινούργια αρχή, ενώ για εκείνον τον γιατρό «δεν είναι παρά μονάχα ένας νοικάρης ή μια οικογένεια που αφήνει πίσω ένα σπίτι ή μια πόλη»!

Όμως, η έννοια της συνταξιοδότησης και της απόσυρσης από την ενεργό επαγγελματική ζωή, σηματοδοτεί διάφορα γεγονότα για κάθε άνθρωπο. Κρούει για όλους ευαίσθητες χορδές του βαθύτερου εαυτού. Για αρκετούς είναι η αρχή κάτι άλλου, ενός ανοιχτού αυτοκινητόδρομου γεμάτου με καινούργιες εμπειρίες, η χαρά των μικρών πραγμάτων όπου ο διαθέσιμος χρόνος δεν μεταφράζεται ούτε ισούται με χρήματα.

Για μερικούς, φυσικά, η συνταξιοδότηση ξεκίνησε πριν σταματήσουν να εργάζονται, ενώ για άλλους η ευκαιρία για επανασχεδιασμό της υπόλοιπης ζωής. Ο χρόνος, είπε κάποιος είναι πιο πολύτιμος από τα χρήματα. Συνεχίζοντας να εργάζεσαι ίσως αποκτήσεις περισσότερα χρήματα, αλλά δεν θα κερδίσεις περισσότερο χρόνο!

Παρατηρώντας την πολιτική κατάσταση τελευταία, δεν περνάει απαρατήρητο το γεγονός ότι στην μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης, στη Γερμανία, κλείνουν επιχειρήσεις, εργοστάσια και κάνουν λόγο για ακόμα περισσότερες απολύσεις με παράλληλη την αύξηση των ηλικιών συνταξιοδότησης η οποία, όπως είναι ευνόητο, θα συμπαρασύρει στον ίδιο ρυθμό και άλλες ευρωπαϊκές χώρες.

Ποιος είπε ότι δεν ζούμε σε ένα κόσμο ο οποίος συνεχώς αλλάζει και διαμορφώνεται; Άλλωστε, το ευτύχημα είναι, όπως έγραψε ο Πωλ Όστερ στο ‘Μπάουμγκάρτνερ’, ότι η ομορφιά της ζωής βρίσκεται στις πιο μικρές στιγμές της καθημερινής μας ζωής, και το σπουδαιότερο στη διαπίστωση του γεγονότος ότι κάποια πράγματα τα θυμόμαστε πάντοτε και κάποια άλλα τα ξεχνάμε εύκολα!

Ο Γεώργιος Νικ. Σχορετσανίτης είναι τέως διευθυντής Χειρουργικής και συγγραφέας