Τελευταία όλοι για την δολοφονία της Καρολάιν συζητούν. Και στις τηλεοράσεις, στις ειδήσεις, όλο γι’ αυτήν λένε.
– Ακούς εκεί, να πνίξει την γυναίκα του, πανέμορφη κοπέλα είκοσι χρονών… Τέτοιοι είναι όλοι οι άντρες. Βασανίζουν τις γυναίκες τους. Ενδοοικογενειακή βία, έλεγε η Ουρανία. Άκουσες καμιά γυναίκα να έχει σκοτώσει τον άντρα της; Οι άντρες είναι βάρβαροι, τύραννοι μέσα στο σπίτι. Θέλουν, ό,τι λένε αυτοί, εκείνο να γίνεται. Επειδή σωματικώς είναι πιο δυνατοί, θέλουν να επιβάλλονται.
– Κυρία Ουρανία, είσαι υπερβολική. Γενικώς οι άντρες αγαπάμε τις γυναίκες μας. Εξάλλου υπάρχουν και γυναίκες, που π.χ. έχουν δηλητηριάσει τους άντρες τους, απάντησε ο Μενέλαος.
– Πες μου ένα παράδειγμα.
– Τώρα δεν θυμάμαι. Δεν έχω πρόχειρο παράδειγμα. Α! Η αρχαία Μήδεια! Για να εκδικηθεί τον άντρα της, τον Ιάσονα, που την είχε παρατήσει, σκότωσε τα παιδιά της.
– Τι παραμύθια μου λες τώρα εσύ! Στην αρχαία μυθολογία πηγαίνεις; Κοίτα τι γίνεται σήμερα.
– Καημένη Καρολάιν… συμπλήρωσε συνηγορώντας και η Φρόσω, η γυναίκα του Μενέλαου. Την έπνιξε ο άντρας της. Ασφαλώς την σκότωσε όχι επειδή την αγαπούσε. Τι βαρβαρότητα!
– Μπορεί και αυτή να του είχε ψήσει το ψάρι στα χείλη, είπε ο Μενέλαος. Δεν ξέρουμε. Λέγεται ότι είχαν συχνούς συζυγικούς καβγάδες.
– Μα τι λες; Υποστηρίζεις τον φονιά; Αμ τέτοιοι είστε όλοι σας. Θυμάσαι και τον Όσκαρ Πιστόριους, τον δρομέα με τα σιδερένια πόδια, που σκότωσε την σύντροφό του πυροβολώντας την μέσα στην τουαλέτα, και καταδικάστηκε; απάντησε η σύζυγός του.
– Πρόσεξε λοιπόν μην πάθεις κι εσύ τα ίδια… της είπε αστειευόμενος ο Μενέλαος.
– Εσύ, βρε, δεν είσαι άξιος ούτε ένα μυρμήγκι να σκοτώσεις.
– Αμ, εδώ που τα λέμε, το θέλει κι αυτή το πνιξιματάκι της… μουρμούρισε ο Μενέλαος.
Γέλασαν οι άλλοι που τον άκουσαν. Και τότε η Πηνελόπη, φρεσκοπαντρεμένη, που προς το παρόν ζούσε τις γλύκες του νιόπαντρου ζευγαριού, για να ηρεμήσουν τα πράματα, να μην πάρει κακή τροπή η συζήτηση, προσπάθησε να αλλάξει κουβέντα.
– Αχ, εμένα βούλωσε ο νιπτήρας μου στο σπίτι. Δεν ξεβουλώνει με τίποτα. Δεν ξέρω τι να κάνω…
– Να σας βοηθήσει η γυναίκα μου, πετάχτηκε ο Μενέλαος. Η Φρόσω ξέρει να ξεβουλώνει νεροχύτες. Τις προάλλες…
Θέλησε να συνεχίσει, αλλά οι άλλοι γελούσαν, η Φρόσω θύμωσε, και ο Μενέλαος σταμάτησε.