Κάποιος είπε, με εμφανώς ειρωνική και σαρκαστική διάθεση, πως βρίσκει την τηλεόραση πολύ επιμορφωτική, γιατί κάθε φορά που κάποιος την ανοίγει στο σπίτι του, εκείνος πηγαίνει στο άλλο δωμάτιο και διαβάζει ένα βιβλίο.
Αυτές τις μέρες, μεγάλης κυκλοφορίας εφημερίδα των Αθηνών προσφέρει στους αναγνώστες της μια σειρά βιβλίων του σχετικά πρόσφατα αποβιώσαντα μεγάλου Ιταλού διανοητή Ουμπέρτο Έκο (1932-2016), με τίτλο “Η ιστορία της φιλοσοφίας”. Τα ερωτήματα και οι απαντήσεις που υπάρχουν στις σελίδες του αφορούν αναντίρρητα όλους μας πάνω σε αυτόν τον πλανήτη.
Είναι ερωτήματα καθημερινά και στην ουσία διαχρονικά, στα οποία ο Έκο δίνει τη δική του άποψη και προοπτική, ξεδιπλώνοντας τον δικό του τρόπο σκέψεως, τον προσωπικό του φιλοσοφικό στοχασμό, μέσα από το συναρπαστικό μακρύ ταξίδι της ιστορίας των ιδεών, των τεχνών και των επιστημών που αρχίζει από τον αρχαίο κόσμο και τελειώνει αισίως στον προηγούμενο αιώνα που έζησε.
Το περιεχόμενο και η πλοκή του ογκώδους έργου του συγγραφέα τείνουν στο συμπέρασμα της συνεχούς έρευνας, της γνώσης, της ανάγνωσης, του διαλόγου μεταξύ των ανθρώπων, καθώς και της κριτικής αντιπαράθεσης των ανθρώπινων ιδεών και ίδιων απόψεων.
Ο μεγάλος σημειολόγος, φιλόσοφος, μυθιστοριογράφος και κριτικός της λογοτεχνίας δεν παρέλειπε όσο ήταν εν ζωή να τονίζει και μας υπενθυμίζει συχνά τα παραπάνω ερωτήματα και τις σχετικές, αλλά μάλλον διφορούμενες, απαντήσεις τους.
Κάποιος άλλος, πρωτύτερα απ’ αυτόν, ο Γάλλος συμβολιστής ποιητής Στεφάν Μαλλαρμέ, πίστευε ότι ο κόσμος υπάρχει, για να καταλήξει τελικά σ’ ένα βιβλίο. Αν τον πιστέψουμε ή έστω αν δεχτούμε μερικώς τις ιδέες του, αλήθεια, γιατί να μην προσπαθεί λοιπόν κάθε άνθρωπος να γράψει τουλάχιστον ένα βιβλίο αφήνοντας τις σκέψεις του εκεί μέσα, πριν φύγει από ετούτο τον μάταιο κόσμο;
Καθένας μας είναι αναμφίβολα διαφορετικός άνθρωπος, έχει σίγουρα διαφορετικά από τον διπλανό του βιώματα, έναν δικό του χαρακτήρα, τρόπο αλλά και δικό του όγκο σκέψεων οι οποίες δεν αποτυπώθηκαν πουθενά με την πάροδο του χρόνου, πέραν ίσως των πολύ διπλανών φίλων και των κοντινών συγγενών του.
Εκεί μέσα, αναμφίβολα, βρίσκονται θαμμένα ερωτήματα καθαρά προσωπικά, βαθύτερες αγωνίες και αναζητήσεις του εαυτού του, όνειρα που άλλα έγιναν πραγματικότητα κι άλλα έμειναν εσαεί απλώς “όνειρα”, προσδοκίες, απογοητεύσεις και επιτυχίες στον επαγγελματικό, τον προσωπικό και κοινωνικό, τον οικογενειακό τομέα, κι ακόμα στον ερωτικό. Έτσι όμως ένα μεγάλο μέρος της ανθρώπινης σκέψης χάνεται στον κυκεώνα της παντοδύναμης λήθης, χωρίς να δίνει και χωρίς να αφήνει το δικό του στίγμα, τη δική του ξεκάθαρη προοπτική και οπτική γωνία.
Κάποιες μικρές εξομολογήσεις ευτυχώς βρίσκονται ανέλπιστα και απροειδοποίητα φυσικά μπροστά μας, όπως στην περίπτωση της διαθήκης ενός ανθρώπου που εγκατέλειψε για διάφορους, γνωστούς ή άγνωστους, λόγους τα εγκόσμια και σε κάποιες περιπτώσεις γινόμαστε αναγκαστικά μάρτυρες του περιεχομένου κειμένων άλλων συνανθρώπων μας. Ίσως όμως εκείνος που έφυγε, είχε και κάποιες άλλες βαθύτερες και καταχωνιασμένες στα βάθη της ψυχής του ιδέες τις οποίες δεν πρόλαβε, εάν ήθελε, να εξομολογηθεί στους οικείους, ή να τις διοχετεύσει τεχνηέντως ανάμεσά μας.
Για να επιστρέψουμε τώρα στα βιβλία, σε πολλά κείμενα άλλων, ο αναγνώστης θα βρει έναν ανεκτίμητο πλούτο γνώσεων, ορισμένες κάπου θα ταιριάζουν με τις δικές του, κάποιες άλλες θα διαφέρουν απ’ αυτές, σε όλες όμως θα παρατηρήσει και θα αισθανθεί έναν διαφορετικό τρόπο σκέψεως από τον καθαρά προσωπικό του και στην πραγματικότητα, άκρως εγωκεντρικό, φτάνοντας στα δύσκολα εδάφη της ανθρώπινης φύσης και πλησιάζοντας περισσότερο κοντά στα κίνητρα πολλών πράξεων του ανθρώπινου είδους, της ανθρώπινης ιστορίας σε τελική ανάλυση!
Ο Ουμπέρτο Έκο ήταν αρκούντως σαφής και στη συγκεκριμένη περίπτωση. “Μου φτάνει που ξέρω να διαβάζω”, έλεγε, “γιατί έτσι μαθαίνω αυτά που δεν ξέρω, ενώ όταν γράφεις, γράφεις μόνο αυτά που ξέρεις ήδη”!