Σχετικά πρόσφατα, ο αποσυρθείς για άγνωστο εισέτι λόγο από την πολιτική ζωή του τόπου, Ευάγγελος Βενιζέλος, απεφάνθη ότι κάποια στιγμή πρέπει να απολογηθεί η κυβέρνηση ενώπιον του ελληνικού λαού για τον υψηλό αριθμό θανάτων που καταγράφηκαν και συνεχίζουν να παρατηρούνται στη χώρα μας ακόμα και σήμερα λόγω της πανδημίας του κορονοϊού.
Ένα θέμα με καθαρά ιατρική παράμετρο παρά πολιτική, εκ πρώτης βέβαια όψεως, δεδομένου ότι τις όποιες τελικές αποφάσεις τις λαμβάνει η κυβέρνηση η οποία και είναι υπεύθυνη φυσικά στη συνέχεια για να τις εφαρμόσει επακριβώς. Η κυβέρνηση βέβαια ισχυρίζεται από μεριάς της ότι έκανε ότι ήταν δυνατόν για να πείσει τους πολίτες να εμβολιασθούν εναντίον της πανδημίας, αλλά εκείνοι δεν πειθάρχησαν στο βαθμό τουλάχιστον που γνωρίζουμε.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η όποια καταστρατήγηση των μέτρων από κάποιους απείθαρχους πολίτες θα μπορούσε να ελεγχθεί κάπως από την αστυνομία, αλλά είναι κάτι το ευρύτερα αποδεκτό; Μάλλον όχι! Καθημερινά χάνουν τη ζωή τους, κυρίως από αναπνευστική ανεπάρκεια, κάπου είκοσι έως τριάντα συμπολίτες μας, αλλά ουδείς ασχολείται με το γεγονός! Οι ισχυρισμοί βεβαίως του πολύπειρου Ευάγγελου Βενιζέλου, κρίνονται καθ’ όλα σωστοί, αλλά τι ακριβώς προτείνει εκείνος;
Αναδρομικά, παρατηρώντας τα πράγματα και την κατάσταση όπως έχει ήδη διαμορφωθεί, θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε ότι η κυβέρνηση θα μπορούσε να εφαρμόσει το μέτρο του υποχρεωτικού εμβολιασμού από την αρχή του κινδύνου και μόλις έγιναν διαθέσιμα τα εμβόλια όχι μόνο στα νοσοκομεία και τις υπόλοιπες δομές υγείας, αλλά στις περισσότερες δημόσιες υπηρεσίες όπου συνωστίζεται καθημερινά μεγάλος αριθμός πολιτών. Και ο σχετικός κατάλογος εδώ είναι μακρύς. Εφορίες, πολεοδομία, στρατιωτικές μονάδες, αστυνομία, εκπαιδευτικούς όλων των βαθμίδων, ήτοι σε νηπιαγωγεία, σχολεία, γυμνάσια και λύκεια, κλπ.
Είναι δυνατόν μπορεί να αναρωτηθεί κάποιος μια στρατιωτική μονάδα στην οποία συνωστίζονται και συγχρωτίζονται διακόσιοι και παραπάνω νέοι μας χωρίς να έχουν εμβολιασθεί εναντίον του κορονοϊού; Μήπως δεν είναι υποχρεωτικά σε αυτά τα μέρη τα άλλα εμβόλια που γνωρίζουμε, όπως για παράδειγμα για τη χολέρα, τον τέτανο, τις τυφοπαρατυφικές λοιμώξεις, κοκ; Όλοι γνωρίζουν πολύ καλά ότι την πρώτη μέρα της παρουσίασης των νεοσύλλεκτων στις μονάδες τους, από τα πρώτα πράγματα που εκτελούνται είναι οι εμβολιασμοί εναντίον των γνωστών λοιμωδών νοσημάτων.
Γιατί λοιπόν για τον επικίνδυνο και ταχύτατα μεταδιδόμενο κορονοϊό έγινε η συγκεκριμένη εξαίρεση; Τα ίδια επιχειρήματα και ερωτήματα θα μπορούσε να θέσει κάποιος σε όλους τους εμπλεκόμενους με την διαχείριση του κορονοϊού στις υπόλοιπες δομές με μεγάλο αριθμό επισκεπτών. Γιατί άραγε τα μικρά παιδιά υποχρεώνονται να εμβολιασθούν για τα συνήθη νοσήματα πριν γραφτούν στα νηπιαγωγεία ή τους βρεφονηπιακούς σταθμούς, και μάλιστα με την σύμφωνη γνώμη των γονέων τους, και στην προκειμένη περίπτωση να επιδεικνύουν αρκετοί συνάνθρωποί μας προκλητική άρνηση;
Δεν υπάρχει εκ προοιμίου έλλογη απάντηση! Επιθυμεί κάποιος πελάτης οι εργαζόμενοι σε ένα εστιατόριο ή μια ταβέρνα που συχνάζει να μην έχει εμβολιασθεί το προσωπικό τους για μια σειρά νοσημάτων; Σαφώς όχι! Τι θα πει προαιρετική υποχρεωτικότητα, λοιπόν, που πρότειναν ανεύθυνα και επιπόλαια κάποιοι εγκέφαλοι της πολιτικής λίγους μήνες πριν; Έφερε κάποιο χειροπιαστό και ορατό αποτέλεσμα; Φυσικά όχι!
Για τους συνταγματολόγους μας το δικαίωμα του κάθε πολίτη στην υγεία του είναι θεμιτό και καθ’ όλα σεβαστό, αλλά εξ’ ίσου σοβαρό είναι και η υποχρέωση της επίσημης πολιτείας να προστατεύσει τη δημόσια υγεία και το γενικότερο συμφέρον. Και εδώ συμφωνούν άπαντες, χωρίς εξαίρεση. Επομένως κάποιες παράμετροι του ερωτήματος του κ. Βενιζέλου έχουν προφανώς λογική βάση, ενώ για τις υπόλοιπες πιστεύουμε πως εκείνος γνωρίζει καλά την απάντηση.
* Ο Γιώργος Σχορετσανίτης είναι χειρουργός και διευθυντής του χειρουργικού τομέα στο ΠΑΓΝΗ