Ολοκληρώνοντας στον πίνακα την απόδειξη της διακρίνουσας, κύκλωσα το αποτέλεσμα με τον μαρκαδόρο και στράφηκα προς το μέρος των μαθητών, το βλέμμα των οποίων ήταν αφοπλιστικό και ιδιαιτέρως παγωμένο.

Τα μάτια τους, καρφωμένα πάνω μου με μια τεράστια δόση απόγνωσης και ανυπομονησίας να τελειώσει επιτέλους αυτή η μαρτυρική ώρα της άλγεβρας. Πάνω από δεκατέσσερα εφηβικά πρόσωπα προσπαθούσαν αρειμανίως να καταλάβουν τι στο καλό τούς λέει αυτός ο τύπος που βρισκόταν όρθιος μπροστά τους και πασχίζει να τραβήξει το ενδιαφέρον τους.

Για λίγα δευτερόλεπτα υπήρχε διάχυτη στην ατμόσφαιρα απόλυτη ηρεμία και βλέποντας την ίδια απορία τόσο στα βλέμματα των αγοριών όσο και στα βλέμματα των κοριτσιών, σύντομα κατάλαβα πως η γοητεία μου ίσως και να μην ήταν ο λόγος που με κοίταζαν έτσι. Δεν πρόλαβα να ολοκληρώσω την επόμενη φράση μου και ήταν η σειρά μου αυτή τη φορά να βρεθώ αντιμέτωπος με κάτι πολύ πιο περίπλοκο από τον τύπο της διακρίνουσας: “Κύριε, γιατί πρέπει να τα διαβάζουμε όλα αυτά;”

Η ερώτηση εμβολίστηκε πάνω στα δικά μου λόγια, αναγκάζοντάς με να διακόψω ότι έλεγα. Όχι για να κάνω παρατήρηση, όχι για να καταλάβω από ποιο στόμα βγήκε, όχι για να δώσω απάντηση. Τι απάντηση άλλωστε να δώσεις σε ένα παιδί 15 χρονών, όταν σου κάνει αυτή την ερώτηση;

Με τι τεκμήρια να του εξηγήσεις τη σημασία που έχει η μάθηση για εκείνον; Και το πιο σημαντικό. Πώς να το πείσεις ότι πρέπει να διαβάσει; Δεδομένης της εκπαίδευσης που λαμβάνουν σήμερα οι μαθητές στην Ελλάδα, καθώς και του τρόπου με τον οποίο αυτή στεγάζεται στα σχολεία, ο μαθητής είχε απόλυτο δίκιο που μου έθεσε αυτό το έρώτημα.

Μπλεγμένος στην κίνηση του δρόμου κατά την επιστροφή μου στο σπίτι, έκοβε συνεχώς βόλτες στο μυαλό μου το ερώτημα αυτό του μαθητή. Προσπαθούσα μάταια να γυρίσω τον χρόνο πίσω και να θυμηθώ τον λόγο που εγώ ως μαθητής καθόμουν και διάβαζα σαν πιστό σκυλί το μάθημα του εκάστοτε καθηγητή. Σκέφτηκα λοιπόν πως ο λόγος, που πολλοί μαθητές στις μέρες μας δεν διαβάζουν, δεν είναι ούτε τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, που “τους έχουν πάρει τα μυαλά”, ούτε ο πολυδαίδαλος χαρακτήρας των μαθημάτων τους. Η αιτία της απάθειας που δείχνουν απέναντι στη μόρφωση βρίσκεται κάπου πολύ πιο βαθιά.

Αυτό που λείπει από τους μαθητές σήμερα δεν είναι τίποτε άλλο πέρα από το κίνητρο. Ίσως είναι ο σημαντικότερος παράγοντας που διαμορφώνει τη στάση μας απέναντι σε οποιαδήποτε κατάσταση στη ζωή. Αν υπάρχει κίνητρο και στόχος, τότε όλα κυλούν πιο ομαλά και γίνονται πιο συνειδητά.

Είναι απολύτως δικαιολογημένη η αρνητική στάση των μαθητών απέναντι στο σχολείο και τη μάθηση, όπως επίσης δικαιολογημένη είναι και η επιδερμική ενασχόλησή τους με αυτά. Δεν έχει νόημα να οδηγείς ένα αυτοκίνητο δίχως να γνωρίζεις τον προορισμό. Και αυτό που χρειάζεται, προκειμένου να ωθήσει έναν μαθητή στο διάβασμα είναι η ύπαρξη ενός προορισμού. Οφείλει να γνωρίζει πού κατευθύνεται και τι στόχους έχει.

Η ύπαρξη κινήτρου είναι αυτή που θα δώσει σάρκα και οστά στην οποιαδήποτε προσπάθεια καλείται να καταβάλει, και θα του δώσει ξεκάθαρη απάντηση στο “γιατί” την κάνει. Το πάθος ενός ολυμπιονίκη για το χρυσό είναι αυτό που του δίνει κίνητρο να προπονείται σκληρά και να καταβάλλει όλες του τις δυνάμεις για να ξεπεράσει τον εαυτό του. Δεν το κάνει επειδή “πρέπει”, αλλά επειδή το θέλει πολύ.

Κι εδώ είναι το σημείο που έρχεται το κρίσιμο ερώτημα: “Γιατί οι μαθητές δεν έχουν κίνητρα;” Και η απάντηση είναι πολύ απλή. Οι μαθητές δεν έχουν κίνητρα, διότι δεν εκτίθενται σε αυτά. Καλούνται ξαφνικά να σπαταλήσουν εκατοντάδες από τις πολύτιμες ώρες της καλύτερής τους ηλικίας διαβάζοντας ποικίλα μαθήματα, δίχως να γνωρίζουν το λόγο που τα διαβάζουν.

Ακολουθούν τυφλά ένα εκπαιδευτικό σύστημα, που το μόνο που κάνει είναι να φιλτράρει τους “καλούς” από τους “κακούς” μαθητές, να περιθωριοποιεί τους δημιουργικούς και να μη δίνει τη δυνατότητα στους ίδιους να καταλάβουν πάνω σε ποιο αντικείμενο είναι πραγματικά καλοί.

Αφήνει τους “κακούς” μαθητές έρμαια του παραλογισμού αυτού του ρατσιστικού εκπαιδευτικού συστήματος, κάνοντάς τους να πιστεύουν πως δεν αξίζουν τίποτε. Δυστυχώς δεν υπάρχει ακόμη ένας ορθά δομημένος εκπαιδευτικός μηχανισμός, ο οποίος να δίνει τη δυνατότητα στα παιδιά να βρουν τον δρόμο που θέλουν να ακολουθήσουν και να αφοσιωθούν σε αυτόν.

Τα υποτυπώδη μαθήματα επαγγελματικού προσανατολισμού ωχριούν σε ώρες διδασκαλίας έναντι των υπολοίπων, ενώ οι εκθέσεις των παιδιών σε διαφόρων ειδών περιβάλλοντα εργασίας γίνονται με μικρότερη συχνότητα από τη συχνότητα που γίνεται ολική έκλειψη ηλίου.  Κι έτσι απήντησα και στον δικό μου προβληματισμό σχετικά με τη δική μου σχολική σταδιοδρομία.

Είχα την τεράστια τύχη να έχω έναν εξαίρετο καθηγητή-λειτουργό στη ζωή μου, έναν άνθρωπο που με καθοδηγούσε σε κάθε μου βήμα και μού έδειχνε τον δρόμο κάθε φορά που πήγαινα να τον χάσω. Με τον δικό του μαγικό τρόπο, ήταν εκείνος που με βοήθησε να αποκτήσω ένα στόχο και να διεκδικήσω την επίτευξή του μέχρι και την τελευταία στιγμή και γι΄ αυτό θέλω να πιστεύω πως κι άλλα παιδιά έχουν την τύχη να έχουν έναν πατέρα σαν τον δικό μου.

Αυτό λοιπόν που οφείλει να δώσει η σύγχρονη κοινωνία στα παιδιά της δεν είναι τίποτε άλλο από ισχυρά κίνητρα και στόχους. Είναι ο μοναδικός τρόπος να αποκτήσει νόημα το διάβασμα, το σχολείο, η εκπαίδευση και γενικότερα η ζωή τους ολόκληρη. Ας μην εστιάζουμε στο αποτέλεσμα του προβλήματος, λοιπόν, αλλά στον λόγο ύπαρξής του.

* Ο Κωνσταντίνος Φεργαδάκης είναι μαθηματικός, MSc Business Mathematics