«…Γεννηθέντα, ού ποιηθέντα…» μας λέει για τον Χριστό, το σύμβολο της Πίστης μας… Το ερώτημα όμως, ποιο ακριβώς έτος γεννήθηκε, παραμένει ακόμη και σήμερα, αναπάντητο. Μπορεί βέβαια να θεωρηθεί δευτερεύον ή και περιττό από πολλούς Χριστιανούς, μπροστά στο αληθινό και υπερβατικό γεγονός της Γέννησης και Ανάστασης του θεανθρώπου, αλλά είναι ένα θέμα που αξίζει να απαντηθεί με ακρίβεια, όταν μάλιστα για πολλά, ακόμη και προ Χριστού γεγονότα, γνωρίζουμε με ακρίβεια το έτος που συνέβησαν. Εν συντομία μπορούμε να πούμε ότι υπάρχουν κάποια πολύ πιθανά έτη τα οποία θα δούμε παρακάτω.
Η συνηθισμένη απάντηση που δίνεται στο ερώτημα αυτό, είναι το έτος 1 μ.Χ. που θεωρείται γενικά το έτος γέννησης του Χριστού. Αυτό γίνεται βάση της χριστιανικής χρονολόγησης την οποία έχουμε και την οποία πρότεινε το 532 μ.Χ. ο Σκύθης μοναχός και εκκλησιαστικός συγγραφέας Διονύσιος ο Μικρός (όπως αυτοαποκαλούνταν, περ. 470-544 μ.Χ).
O Διονύσιος τοποθέτησε την γέννηση του Χριστού στο έτος 754 π.Χ. από «κτίσεως Ρώμης», το οποίο ονόμασε έτος 1 μ.Χ.. Ας έχουμε υπόψη ότι μέχρι τον 6ο αιώνα μ.Χ. στην Ρωμαϊκή αυτοκρατορία η χρονολόγηση των ετών γινόταν με τα έτη βασιλείας των αυτοκρατόρων ή με τα έτη από «κτίσεως Ρώμης» (A.U.C.), η οποία σύμφωνα με τους υπολογισμούς του Διονύσιου του Μικρού έγινε το 753 π.Χ.. Να σημειώσουμε βέβαια ότι ο χρόνος κτίσης της Ρώμης (από τον μυθικό Ρωμύλο κλπ) υπολογίστηκε αυθαίρετα, στην πραγματικότητα είναι άγνωστος, αφού έχει σχέση με τους πρώτους βασιλιάδες της, των οποίων είναι άγνωστη η διάρκεια της βασιλείας τους. Κατ’ ανάγκη όμως έπρεπε να βρεθεί μια αρχή, ένα έτος αναφοράς.
Ας δούμε όμως εν συντομία και τις άλλες απόψεις για το έτος γέννησης του Χριστού.
Κατ’ αρχήν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι ενώ οι ευαγγελιστές αναφέρουν πάρα πολλά για την ζωή, τη δράση, την Σταύρωση και την Ανάσταση του Χριστού, δεν αναφέρουν γι’ αυτά ένα αντίστοιχο έτος, ούτε ημερομηνία (για την Σταύρωση, αναφέρουν μόνο επί «ποντίου Πιλάτου» καθώς και την ημέρα και την ώρα του θανάτου). Mια εξήγηση είναι ότι οι ευαγγελιστές, έκπληκτοι και έκθαμβοι από τα γεγονότα της ζωής του Χριστού, δεν ενδιαφέρονταν για χρονολογικές κ.ά. «λεπτομέρειες». Βέβαια υπήρχε τότε σε εφαρμογή το Ιουλιανό (παλαιό) ημερολόγιο (από το 46 π.Χ.), αλλά η αρχή των ετών δεν είχε ορισθεί επακριβώς. Ακόμη ας σημειώσουμε ότι σπανίζουν οι αναφορές των ιστορικών της εποχής (Ιώσηπος κ.ά.) για τον Χριστό, ίσως επειδή ο Χριστιανισμός θεωρήθηκε αρχικά ως μια αίρεση του Ιουδαϊσμού, υπόθεση δηλαδή μιας μικρής μειοψηφίας στη μακρινή αυτή περιοχή της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας.
Κατά τον Ευαγγελιστή Ματθαίο (Β’, 1-11) ο Χριστός γεννήθηκε στην Βηθλεέμ της Ιουδαίας, όπου πήγαν ο Ιωσήφ μαζί με την μνηστή του Μαρία (Παναγία), από την Ναζαρέτ, για να απογραφούν, τον καιρό του Βασιλιά Ηρώδη του Μέγα (38π.Χ.- 4π.Χ.):
«Του δε Ιησού γεννηθέντος εν Βηθλεέμ της Ιουδαίας εν ημέραις Ηρώδου του βασιλέως, ιδού μάγοι από ανατολών παρεγένοντο εις Ιεροσόλυμα λέγοντες που εστίν ο τεχθείς βασιλεύς των ιουδαίων, είδομεν γαρ αυτού τον αστέρα εν της ανατολή και ήλθομεν προσκυνήσαι αυτώ…».
Με βάση λοιπόν την μαρτυρία αυτή και με το δεδομένο ότι ο Ηρώδης –οποίος διέταξε την σφαγή των νηπίων, σύμφωνα (μόνο) με τον ευαγγελιστή Ματθαίο, μέχρι 2 ετών, λίγο πριν το θάνατό του- πέθανε στο διάστημα 13 Μαρτίου με 12 Απριλίου του 4 π.Χ., σύμφωνα με τον ιστορικό Ιώσηπο, η θεία γέννηση έγινε το 4 π.Χ. με πιθανότερο το δεύτερο εξάμηνο του 5 π.Χ.
Ένα άλλο θέμα που πρέπει να λάβουμε σχετικά υπόψη είναι το άστρο της Βηθλεέμ. Όπως μας λέει (μόνο) ο ευαγγελιστής Ματθαίος ένα λαμπερό άστρο καθοδήγησε τους μάγους για να έλθουν να προσκυνήσουν τον Χριστό που είχε γεννηθεί. Βέβαια το προσκύνημα θα έγινε μερικούς μήνες μετά την γέννηση, αφού ήλθαν από την Περσία!
Οι αστρονόμοι προσπάθησαν να υπολογίσουν τον χρόνο της θείας γέννησης βοηθούμενοι από το ουράνιο φαινόμενο που συνδέεται με αυτό το άστρο. Από την αστρονομική μελέτη προέκυψε ότι το 7 π.Χ. οι πλανήτες Κρόνος, Δίας και Άρης πλησίασαν πολύ κοντά μεταξύ τους. Η σύγκλιση αυτή προκάλεσε ένα παράξενο φαινόμενο το οποίο παρατήρησαν και οι αστρονόμοι της Βαβυλώνας. Οι Μάγοι (όχι με τη σημερινή έννοια) που ήταν ιερείς του Ζωροαστρισμού και συγχρόνως αστρολόγοι-αστρονόμοι το ερμήνευσαν ως θεϊκό σημάδι και «ακολούθησαν το φωτεινό άστρο».
Να σημειώσουμε πάντως ότι η ύπαρξη του «φωτεινού άστρου» ως αστρονομικό φαινόμενο αμφισβητείται σήμερα από πολλούς αστρονόμους, πέρα από το λογικό γεγονός ότι είναι αδύνατο ένα αστρονομικό φως να δείξει ακριβώς μια συγκεκριμένη θέση στη Γη, όπως εδώ το σημείο γέννησης. Η αμφισβήτηση αυτή προέρχεται και από τον Ιωάννη τον Χρυσόστομο, που υπήρξε και εξαίρετος αστρονόμος, ο οποίος κάνει λόγο για φωτεινό άγγελο στον ουρανό που φάνηκε στους μάγους-αστρονόμους ως φωτεινό αστέρι!
Για τους αστρονόμους λοιπόν πιθανώς η γέννηση να έγινε το 7-6 π.Χ. Με την άποψη αυτή συμφωνούν και ορισμένοι ιστορικοί στηριζόμενοι στην μαρτυρία του ευαγγελιστή Λουκά (Λουκάς Β΄, 1-7) ότι η απογραφή των Ρωμαίων (για την οποία πήγε ο Ιωσήφ στην Βηθλεέμ), έγινε επί ηγεμόνος της Συρίας Κυρηνίου (10-7 π.Χ.). Η απογραφή αυτή διετάχθη από τον Ρωμαίο αυτοκράτορα Αύγουστο Οκταβιανό, σε όλη την Ρωμαϊκή αυτοκρατορία (άρα και στην Ιουδαία που ήταν επαρχία της), πιθανώς το 8 π.Χ., και η διαταγή έφτασε και να έγινε στην Ιουδαία το 7-6 π.Χ.
Τα παραπάνω στοιχεία συγκλίνουν στην άποψη ότι ο Χριστός γεννήθηκε μεταξύ των ετών 4 π.Χ. και 7 π.Χ., ενώ ο Διονύσιος την τοποθετεί στο έτος 1 μ.X.. Δεν γνωρίζουμε πως ο Διονύσιος όρισε το έτος 1 ως έτος γέννησης, αλλά η άποψη αυτή έχει κάποια επιχειρήματα. Πράγματι, ο Ευαγγελιστής Λουκάς αναφέρει ότι η (βραχεία) εμφάνιση του Ιωάννη του Βαπτιστή έγινε το 28 ή 29 μ.Χ. (στα 15 χρόνια από την έναρξη της βασιλείας του αυτοκράτορα Τιβέριου (14-37 μ.X.).), ο οποίος βάπτισε και τον Χριστό στα 30 χρόνια του (Λουκάς Γ’, 1, 23). Από αυτό προκύπτει ότι ο Χριστός γεννήθηκε λίγο πριν το 1 μ.X.. Επίσης, ο απόστολος Παύλος έγινε Χριστιανός το 34-35 μ.Χ. (στο οποίο συμφωνούν όλοι οι ερευνητές) και «λίγο» μετά την Ανάσταση του Χριστού, οπότε προκύπτει ότι η δημόσια εμφάνιση του Χριστού έγινε την τριετία 31-33 μ.Χ., άρα γεννήθηκε στο έτος 1.
Συνοψίζοντας έχουμε τα εξής σχετικά με τα πιθανά έτη γέννησης:
Α. Οι αστρονόμοι λαμβάνοντες ως βάση το «άστρο της Βηθλεέμ», αλλά και μερίδα ιστορικών υποστηρίζουν ως πιθανό έτος γέννησης το 7-6 π.Χ.Β. Οι ιστορικοί βασιζόμενοι κυρίως στο ότι η «σφαγή των νηπίων» με αφορμή την γέννηση του Χριστού, έγινε από τον Ηρώδη τον Μέγα υποστηρίζουν ως έτος γέννησης το 4 π.Χ., με πιθανότερο προς το τέλος του 5 π.Χ.
Γ. Την άποψη του Διονυσίου ότι ο Χριστός γεννήθηκε το 1 μ.Χ.
Ποιο όμως από τα τρία αυτά έτη είναι το έτος της Γέννησης;
Λογικά πρέπει να το συσχετίσουμε και με το έτος Σταύρωσης και Ανάστασης του Χριστού, αφού κατά τα ευαγγέλια έζησε 33 έτη.
Όπως έχουμε δει σε άλλο άρθρο μας (Πατρίς 7/4/2018) τα πιθανά έτη Ανάστασης του Χριστού, είναι τα έτη 26 μ. Χ.(21/4), 30 μ.Χ.(9/4) και 33 μ.Χ.(5/4).
Τα έτη αυτά συμβιβάζονται κάπως με τα έτη γέννησης που είδαμε παραπάνω ως εξής: το έτος 26 μ.Χ. με έτος γέννησης το 7-6 π.Χ., το 30 μ.Χ. με το 5 π.Χ. και το 33 μ.Χ με το 1 μ.Χ.
Είναι φανερό ότι αν προσδιοριστεί το έτος γέννησης τότε θα βρεθεί και το έτος της ανάστασης και αντίστροφα. Προσωπική μου εκτίμηση είναι ότι ο Χριστός γεννήθηκε το 4 ή 5 π.Χ. Αν λαμβάναμε αυτό ως έτος 1 σήμερα θα είχαμε έτος 2027 ή 2028! Καταλαβαίνει όμως κανείς ότι ακόμη και να προσδιοριστεί με ακρίβεια το έτος γέννησης του Χριστού, το λάθος του Διονύσιου του Μικρού δεν είναι δυνατόν να διορθωθεί, αφού θα προκαλέσει σύγχυση και χάος στις ημερομηνίες και στα γεγονότα της ανθρωπότητας!
Ίσως κάποιες πληροφορίες των ιστορικών να μην είναι ακριβείς ή κάποιοι υπολογισμοί να μην έχουν γίνει σωστά (όχι φυσικά σκόπιμα) και έτσι δεν είναι δυνατόν μέχρι σήμερα να απομονωθεί ένα μόνο έτος γέννησης και επομένως ανάστασης του Χριστού.
Από τα παραπάνω προκύπτει ότι η χριστιανική χρονολόγηση, όπως την πρότεινε ο Διονύσιος ο Μικρός, μπορεί να μην είναι ακριβής, πάντως κυριάρχησε στη Δύση και καθιερώθηκε γενικότερα το 800 μ.Χ. από τον ηγεμόνα των φράγκων Καρλομάγνο. Η χριστιανική χρονολόγηση πάντως του Διονυσίου του Μικρού υπήρξε σπουδαίο γεγονός για την ανθρω-
πότητα, αφού έδωσε ένα σημείο αναφοράς για τις χρονολογήσεις όλων των γεγονότων π.Χ. και μ.Χ. , συνδέοντάς το μάλιστα με την γέννηση του Θεανθρώπου, έστω και προσεγγιστικά. Σε αντίθεση με την Δύση, το χριστιανικό χρονολογικό σύστημα άργησε να εφαρμοστεί στην Ανατολική-Βυζαντινή εκκλησία και έγινε αποδεκτό μόλις το 1628 επί Οικουμενικού Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Κυρίλλου Α’ Λουκάρεως (γεννηθέντα στο Ηράκλειο Κρήτης!).
Τέλος να σημειώσουμε ότι ούτε η 25η Δεκεμβρίου είναι η πραγματική ημερομηνία γέννησης του Χριστού. Από τα ιερά κείμενα συνάγουμε ότι ο Χριστός γεννήθηκε στον εβραϊκό μήνα Τιρσί που αντιστοιχεί στα μέσα Σεπτεμβρίου-αρχές Οκτωβρίου του Γρηγοριανού ημερολογίου. Πάντως όχι χειμώνα, αφού εκεί κοντά στο σπήλαιο της γέννησης υπήρχαν βοσκοί που βοήθησαν τον γεννηθέντα Χριστό.
Με την εκδοχή αυτή συμφωνεί ο αστρονόμος Ντέηβιντ Χιούζ του βρετανικού πανεπιστημίου Σέφιλντ, οποίος με ανακοίνωσή του στις 15/9/1993 ανέφερε ότι ο Χριστός γεννήθηκε στις 15 Σεπτεμβρίου του 7 π.Χ. (ακριβώς 2000 χρόνια πριν!). Επίσης τα πρώτα χριστιανικά χρόνια η εορτή της γέννησης εορταζόταν μαζί με την βάπτιση του Χριστού (6 Ιανουαρίου). Αυτόνομα τα Χριστούγεννα εορταζόταν από το 376 μ.Χ. και μετά και η εορτή τοποθετήθηκε σε ημερομηνία κοντά στο χειμερινό ηλιοστάσιο (21-22 Δεκεμβρίου σήμερα). Αυτό έγινε μάλλον για να αντικατασταθούν και να ξεχαστούν σιγά-σιγά οι μεγάλες ειδωλολατρικές-παγανιστικές εορτές των ημερών αυτών (λατρεία του ανίκητου Ήλιου, Σατουρνάλια, γενέθλια του Θεού Μίθρα), με τις Χριστουγεννιάτικες, όπως και έγινε τελικά!
Καλές γιορτές και Χρόνια Καλά
*Ο Δημήτρης Ι. Μπουνάκης είναι καθηγητής Μαθηματικών,ημερολόγος [email protected]