Ο Νίτσε είναι αρκετά γνωστός και στον κόσμο και στην Ελλάδα. Είναι επίσης ο πιο αδικημένος και παρεξηγημένος, επειδή χρησιμοποιήθηκε και κάποτε ταυτίστηκε με την ιδεολογία του αντισημιτισμού χωρίς να έχει καμία σχέση. Στα ελληνικά κυκλοφορούν πολλά έργα του, όχι πάντα σε καλές μεταφράσεις, γιατί η γλώσσα του είναι απαιτητική και οι αφορισμοί του πολύσημοι και σκοτεινοί.
Το κενό έρχεται να συμπληρώσει μια εργοβιογραφία από τις ιστορικές εκδόσεις ΠΑΤΑΚΗ, που ήδη κυκλοφορεί σε δεύτερη έκδοση. Γράφτηκε από την Αγγλονορβηγίδα Sue Prideaux και εκδόθηκε στα αγγλικά το 2018. Η συγγραφέας έχει τιμηθεί με σημαντικά βραβεία για προηγούμενες βιογραφίες. Ως υπότιτλος χρησιμοποιείται η φράση «Δεν είμαι άνθρωπος, είμαι δυναμίτης» είναι μια φράση του φιλοσόφου που εκφράζει τη φιλοδοξία του. Δεν ξέρω αν έγινε δυναμίτης για την ανθρωπότητα, όμως η λάμψη του έργου του παραμένει ακόμα ζωντανή.
Είναι γνωστό ότι τον λάτρεψε ο Ν. Καζαντζάκης και σ’ έναν βαθμό κατόρθωσε να μετατρέψει την υψηλή φιλοσοφία του σε Τέχνη, δημιουργώντας ήρωες, όπως ο Καπετάν Μιχάλης, που ανεβαίνουν τον ανήφορο εμπνευσμένοι από έναν ηρωικό μηδενισμό.
Η εργοβιογραφία αυτή προϋποθέτει μια τεράστια και πολύχρονη έρευνα για να συγκεντρώσει πολύτιμες πληροφορίες για την ζωή του Νίτσε, αλλά και να εντάξει οργανικά τα βασικά θέματα που αναπτύσσονται στα έργα του.
Ο Νίτσε υπήρξε τραγικός. Προικίστηκε με μια ιδιαίτερη ευφυΐα κι ένα σώμα, που σημαδεμένο από μια κληρονομική επιβάρυνση δεν του επέτρεψε ποτέ και πουθενά να ευτυχήσει και να ηρεμήσει.
Είχε φρικτούς πονοκεφάλους, ελαττωματική όραση, δυσχέρειες οικονομικές και μια ανάξια αδελφή, που τον εκμεταλλεύτηκε και κυρίως αλλοίωσε τα έργα του εκείνη και ο σκοτεινός φανατικός αντισημίτης σύζυγός της.
Ατύχησε και στον έρωτα, ιδιαίτερα με την χαρισματική και γοητευτική Λου Σαλομέ, που δεν δέχτηκε τον έρωτά του για να χαριστεί τελικά στον Ράινερ Μαρία Ρίλκε και να τον στηρίξει στις δύσκολες τελευταίες στιγμές του.
Ο Νίτσε αναμετρήθηκε με τις διαχρονικές φιλοσοφικές απόψεις. Στο Πανεπιστήμιο νεότατος διορίστηκε ως φιλόλογος. Και άξιζε, γιατί είχε σε βάθος μελετήσει την αρχαία και λατινική φιλολογία. Καρπός των χρόνων αυτών υπήρξε « Η γέννηση της τραγωδίας», που διατηρεί την αξία του. Ήταν τότε θαυμαστής του Βάγκνερ.
Συνδέθηκαν με φιλία και στο πρόσωπό του έβλεπε τον μεγάλο ανακαινιστή. Αργότερα αναθεώρησε τις απόψεις του για τον μεγάλο μουσικό δάσκαλο. Από το πρώτο αυτό έργο ασκεί αρνητική κριτική στο Σωκράτη, τον Πλάτωνα, τους Σοφιστές και στον Ευριπίδη. Λάτρεψε και τον επηρέασαν σημαντικά οι Προσωκρατικοί και ιδιαίτερα ο Ηράκλειτος. Οι απόψεις του για την αιώνια επιστροφή, τη συνεχή ροή των πάντων και τον πόλεμο ως πατέρα της δημιουργίας οφείλονται στον Ηράκλειτο.
Επιζητεί να πραγματώσει καθένας μέσα του την πραγματική του φύση και να υψωθεί χωρίς τον φόβο ούτε του Θεού, ούτε το βάρος των φθαρμένων αξιών. Η έκφραση «Γίνε αυτό που είσαι, αφού μάθεις ποιος είσαι» είναι από ένα Πυθιόνικο του Πινδάρου, αλλά την οικειοποιείται. Ο λόγος του είναι προφητικός και αισθάνεται ότι έχει φθάσει η παρακμή του δυτικού πολιτισμού. Σαν τον Καβάφη περιμένει να νομοθετήσουν οι βάρβαροι που έρχονται.
Τον ονόμασα τραγικό, γιατί θα βυθιστεί στο σκοτάδι του νου, αφού αναμετρήθηκε με τα σκοτάδια του κόσμου και με δυνάμεις που τον υπερέβαιναν, επειδή επιθυμούσε να γίνει ένας νέος λυτρωτής.
Το έργο έχει μεταφράσει η Νίνα Μπούρη και κυκλοφορεί στη σειρά προσωπογραφίες που επιμελείται ο Χάρης Βλαβιανός.
Για όσους θέλουν να γνωρίσουν όχι μόνο την ζωή, αλλά και την φιλοσοφία του Νίτσε το βιβλίο είναι αναντικατάστατο και εμπλουτίζει τη σχετική βιβλιογραφία. Ο αναγνώστης θα χαρεί το έργο, γιατί έχει ρέουσα γλώσσα και όλες τις αρετές ενός πολύ καλού λογοτεχνικού έργου, αν και παραμένει πιστό στην εποχή με μια συμπυκνωμένη σοφία που κερδίζει το αναγνωστικό κοινό.