Δύο χρόνια μετά την ρωσική επέμβαση στην Ουκρανία, η οποία παρά την τεράστια οικονομική και αμυντική βοήθεια της Δύσης, βρίσκεται στο κατώφλι της κατάρρευσης στο μέτωπο και την οικονομία, Ευρωπαίοι ηγέτες με πρωταγωνιστή τον Γάλλο Πρόεδρο Μακρόν, ανοίγουν την πόρτα για μελλοντική αποστολή ευρωπαϊκών στρατευμάτων στο μέτωπο Ρωσίας-Ουκρανίας, σε αυστηρά διμερές επίπεδο και όχι συλλογικά ως ΝΑΤΟ ή Ευρωπαϊκή Ένωση.
Στη Διάσκεψη για την Ουκρανία που έγινε στο Παρίσι την επαύριον της επετείου της ρωσικής εισβολής, ο Πρόεδρος Μακρόν έριξε την ιδέα να μεταβούν δυνάμεις από ευρωπαϊκές χώρες στο πλευρό της Ουκρανίας, υποστηρίζοντας μια ιδέα του Αμερικανού ΥΠΕΞ, ο οποίος βεβαίως δεν μπορεί να προτείνει κάτι αντίστοιχο για τις αμερικανικές δυνάμεις, υπό την πυρηνική απειλή του Πούτιν.
Η ριψοκίνδυνη και βεβιασμένη πρόταση Μακρόν αντιμετωπίστηκε προς το παρόν με δυσπιστία από τους δυτικούς συμμάχους του, με κοροϊδίες από τη Μόσχα – αλλά και την επίσημη υπενθύμιση Πούτιν για χρήση πυρηνικών αν χώρες του ΝΑΤΟ επιτεθούν στη Ρωσία – και αυξανόμενη δυσφορία από μεγάλη μερίδα ευρωπαίων πολιτών, οι οποίοι, σύμφωνα με διάσπαρτες σφυγμομετρήσεις, έχουν χάσει τον ενθουσιασμό τους και την πίστη τους ότι θα ηττηθεί η Μόσχα στον πόλεμο με την Ουκρανία. Την στιγμή μάλιστα που οι εξεγέρσεις αγροτών σε όλες τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν λένε να κοπάσουν.
Οι Ευρωπαίοι ηγέτες, για έναν ανεξήγητο μέχρι στιγμής λόγο, δείχνουν να ενδιαφέρονται όλο και περισσότερο για τη συνέχιση του πολέμου στην Ουκρανία και λιγότερο για τα εσωτερικά ευρωπαϊκά προβλήματα που ήρθαν στην επιφάνεια και από τις μεγάλες βαριές και αρνητικές επιπτώσεις των δυτικών οικονομικών κυρώσεων στη Ρωσία, όπως το αγροτικό. Και είναι ομοίως ανεξήγητο γεγονός ότι λίγο δείχνουν να ανησυχούν από την ραγδαία αύξηση της ακροδεξιάς στην Ευρώπη, που βρίσκει πρόσφορο έδαφος απέναντί στην ανικανότητα της ΕΕ να δώσει μόνιμες και εμπροσθοβαρείς λύσεις στα προβλήματα επιβίωσης των ευρωπαίων πολιτών.
Η πρόταση για αποστολή ευρωπαϊκών στρατευμάτων στην Ουκρανία συζητήθηκε στο Διάσκεψη του Παρισιού, δεν απορρίφθηκε κατηγορηματικά, αλλά η απόφαση αναβλήθηκε για το μέλλον. Ο πρωθυπουργός Κ. Μητσοτάκης ορθώς τάχθηκε με την πλευρά των συμμάχων και εταίρων που πετάνε στο μέλλον μια τέτοια προοπτική.
Στην ίδια Διάσκεψη οι Ευρωπαίοι ηγέτες συζήτησαν στα σοβαρά την αγορά πολεμοφοδίων και οπλικών συστημάτων από τρίτες χώρες και την αποστολή τους στην Ουκρανία για ενίσχυση, μιας και η αμερικανική κυβέρνηση δεν πρόκειται να στείλει νέα αμυντική βοήθεια στην Ουκρανία.
Ένθερμη οπαδός της ιδέας αυτής είναι η Πρόεδρος της Επιτροπής κα φον ντεν Λάιεν, η οποία πρότεινε ευθέως να χρησιμοποιηθούν οι παγωμένες ρωσικές καταθέσεις άνω των 200 δισ. ευρώ για την αγορά αμυντικού υλικού για λογαριασμό της Ουκρανίας.
Η αναζήτηση «τρίτων χωρών» πρόθυμες να πωλήσουν το αμυντικό υλικό τους που θα φτάσει στην Ουκρανία, (με άγνωστο ακόμα τον τρόπο της αγοράς από ενδιαφερόμενες δυτικές χώρες προκειμένου να βοηθήσουν την Ουκρανία) είναι εύκολη και μια χωρά βρίσκεται στην κορυφή.
Και αυτή βεβαίως δεν είναι άλλη από την Τουρκία, η οποία πουλάει σε όλον τον κόσμο σαν ζεστό ψωμάκι τα UAV (μη επανδρωμένα αεροσκάφη) που διαθέτει, στα οποία τώρα προστίθενται και τα τζετ UAV που μπορούν να πετάνε σε 70.000 πόδια. Με άλλα λόγια η Τουρκία ενδεχομένως θα πλουτίζει όλο και περισσότερο από τον πόλεμο στην Ουκρανία, στον οποίο είναι τυπικά αμέτοχη, με τη βοήθεια των δυτικών συμμάχων του Κιέβου.