Τώρα που έσβησαν τα φώτα του απελθόντος έτους 2021, και με τον ερχομό του καινούργιου και καλοδεχούμενου 2022, θυμηθήκαμε ως πολίτες ενός νέου, μόλις δύο αιώνων, κράτους, ομολογουμένως πολλά. Και εμείς και οι ιστορικοί όπως παρατηρούμε από ενημερωτικές εκπομπές της τηλεόρασης ή από την έκδοση σεβαστού όγκου κειμένων και βιβλίων που αναφέρονται σε όσα διαδραματίστηκαν όλα αυτά τα χρόνια στον τόπο μας. Στις όποιες επιτυχίες είχε να επιδείξει ο ελληνισμός αλλά και στις όποιες αστοχίες και καταστροφές του.
Ίσως να βλέπαμε περισσότερα, αφού έτσι μας είχε προετοιμάσει η αρμόδια επιτροπή, εάν δεν υπήρχε παρούσα η γνωστή πανδημία, αλλά κι’ έτσι όμως διδαχτήκαμε ή μάλλον επαναφέραμε στη θύμησή μας αρκετά. Μπορεί η παράθεση των όποιων επιτυχιών μας ως χώρα να μας γεμίζει αισιοδοξία, αλλά η αυστηρή και επιστημονική καταγραφή και αναφορά των όποιων αστοχιών, είναι εκείνη που δρομολογεί καλύτερες μέρες για όλους σε μακροχρόνια βάση.
Αν μιλήσουμε με τη γλώσσα των αριθμών, τους τελευταίους δύο αιώνες, παρατηρούμε πως το δημόσιο χρέος της χώρας συνεχώς διογκούται, με το φαινόμενο να λαμβάνει εκρηκτικές διαστάσεις ειδικά τις τελευταίες δεκαετίες και με άγνωστες επί του παρόντος απώτερες συνέπειες. Η εθνική οικονομία βρίσκεται σε μεγάλο βαθμό κάτω από τον έλεγχο της ευρωπαϊκής ένωσης ενώ σημαντικές δομές βρίσκονται υποθηκευμένες για πολύ καιρό ακόμα, με την συγκεκριμένη κατάσταση να μην μας είναι πλήρως γνωστή ακόμη.
Ίσως και η ίδια η Ακρόπολη να υπάγεται σε αυτή! Βιώσαμε ως χώρα ανείπωτες καταστροφές, τις περισσότερες φορές με ευθύνη πολιτικών τους οποίους όμως εμείς επιλέξαμε να καθορίσουν τις τύχες μας! Μπορεί να ορθώσαμε κράτος εκ του μηδενός, αλλά απωλέσαμε ως έθνος καίριας σημασίας γεωγραφικά διαμερίσματα.
Καταφέραμε να δούμε ξεριζωμούς μεγάλων πληθυσμιακών όγκων από την Κωνσταντινούπολη, απωλέσαμε τον έλεγχο της Ίμβρου και της Τενέδου, της Βόρειας Ηπείρου, ενώ συνεχίζεται η κατοχή μεγάλους μέρους της Κυπριακής μεγαλονήσου. Και με τί θράσος χαρίσαμε σε νεοφερμένους αποίκους το όνομα της Μακεδονίας; Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, ακούμε όλο και περισσότερο και για το θέμα της Θράκης, για κάποιες θάλασσες οι οποίες σύμφωνα με κάποιους πολιτικούς μας, οι οποίοι αγνοούν πλήρως το μοιρογνωμόνιο ως όργανο, δεν έχουν σύνορα, και τόσα άλλα αχαρακτήριστα, απερίγραπτα και γελοία!
Ας μην τρέφουμε αυταπάτες, όμως! Η ευθύνη των πολιτικών μας είναι τεράστια και διαχρονική. Πόσο ευτυχής είναι και νιώθει ο πολίτης ετούτης της χώρας σήμερα, με την πληθώρα των νόμων οι οποίοι στην πλειονότητα των περιπτώσεων ο ένας δήθεν συμπληρώνει, αλλά στην πραγματικότητα θολώνει και αναιρεί τον άλλο; Πόσο ικανοποιημένος αισθάνεται ο Έλληνας ακούγοντας πως για πάνω από τριάντα χρόνια υπήρχε κατάληψη μεγάλου μέρους συγκεκριμένης πανεπιστημιακής σχολής στη Θεσσαλονίκη, χωρίς να κινητοποιηθεί ο επιβεβλημένος μηχανισμός αποκατάστασης της τάξης;
Η παράθεση οποιωνδήποτε επιχειρημάτων και απ’ όποιο μετερίζι, προφανώς φαντάζει ανίκανη και σε τελική ανάλυση γελοία. Θα μπορούσαμε σε κάθε ένα κλάδο της ζωής του τόπου να αναφέρουμε μυριάδες παρεμφερείς υποθέσεις, αλλά είναι σε όλους λίγο πολύ γνωστές σε βαθμό συνήθειας και αποχαυνωτικής πλήξης. Πόσο ευτυχής λοιπόν είναι ο πολίτης της χώρας όταν ακούει από τα επίσημα χείλη κυβερνώντων ότι αυτή είναι η Ελλάδα, ή από άλλα ότι είμαστε κράτος αποτελούμενο από τεμπέληδες, κλέφτες και ανίκανους;
Τα δύο χρόνια της πανδημίας είδαμε στους τηλεοπτικούς μας δέκτες πληθώρα επιστημόνων σε όλα τα κράτη της Δύσης να κατέχουν ζηλευτές θέσεις και να μεγαλουργούν στον καινούργιο τόπο που διάλεξαν να ζουν. Αμέτρητα άρθρα γράφτηκαν γι’ αυτό το περιβόητο θέμα της παλινόστησης κάποιου ποσοστού εξ’ αυτών και θα γραφτούν σίγουρα ακόμα περισσότερα, αλλά η πραγματικότητα είναι αρκούντως σκληρή! Τι σχεδιασμούς για το μέλλον μάς επιφυλάσσουν πολιτικοί που ανταλλάσσουν κάποια χρόνια πρωθυπουργίας τους με την υποταγή σε ξένους θεσμούς και ότι αυτό συνεπάγεται για τους πολίτες και το έθνος;
Πρόσφατα κυκλοφόρησε ένα βιβλίο γνωστού δημοσιογράφου με κύριο ενδιαφέρον και εστιασμένο στα χρόνια της δικτατορίας και τις ανεπανόρθωτες απώλειες που αυτή επέφερε στον ελληνισμό. Δεν έχουμε καμιά αμφιβολία ότι κάποια χρόνια αργότερα, όταν πολλοί από εμάς δεν θα βρισκόμαστε εν ζωή όπως και οι υπεύθυνοι πολιτικοί, θα ακολουθήσει η εμφάνιση άλλων με κύριο θέμα άλλες περιόδους της σύγχρονης ιστορίας μας και τις αστοχίες των ανίκανων πολιτικών επιλογών της συγκεκριμένης στιγμής.
Όλα αυτά όμως κατατείνουν στο μεγάλο ερώτημα πώς θα αφυπνισθεί η κοινωνία στις δρομολογούμενες εξελίξεις, τις τόσο απαραίτητες για το μέλλον και την ιστορική της επιβίωση. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι για κάθε απώλεια εθνικού εδάφους ή συμφερόντων υπάρχουν ηθικοί αυτουργοί των οποίων η διαχρονική ατιμωρησία με νόμους που οι ίδιοι δημιουργούν, επινοούν και ψηφίζουν, συνεχίζεται ακάθεκτη και ασταμάτητα!
Μέσα σε όλα αυτά, ο εθνικός μας χώρος πλημμυρίζεται από στρατιωτικές βάσεις από άκρου εις άκρο, χωρίς δυστυχώς να κατοχυρώνουμε την ασφάλειά μας παρά τις όποιες ανίκανες ξένες υποσχέσεις. Τι άλλο να υποθέσουμε ότι κάνουμε από το να αγοράζουμε στην πραγματικότητα την εθνική μας ασφάλεια με κάποια δισεκατομμύρια ευρώ λαμβάνοντας καινούργια οπλικά συστήματα τα οποία θα χρησιμοποιήσουμε αποκλειστικά και μόνον ως μέσο για να χαιρετάμε και να κουνάμε το μαντήλι στα αλλότρια εξ’ ανατολών πάνω στους ουρανούς του Αιγαίου;
Πόση αξιοπρέπεια απαιτείται ακόμα ώστε να αντισταθούμε σθεναρά στα δίκαια αιτήματά μας σε στεριά, θάλασσες και αιθέρες; Πόσο ευτυχείς αισθανόμαστε με το επίπεδο των γνώσεων των παιδιών μας στα σχολεία, σήμερα, και το σπουδαιότερο γιατί; Πως καταφέραμε και τα φροντιστήρια υποκαθιστούν τα δημόσια σχολεία στη μάθηση; Πόση αναλγησία και αδιαφορία θα πρυτανεύσει ακόμη, πόσες ψευδαισθήσεις χωράνε ακόμα στο κορμί των όσων Ελλήνων απέμειναν να σκέφτονται στοιχειωδώς, χωρίς να τους κρεμάνε οι διαχρονικά αστοιχείωτοι την ταμπέλα του εθνικιστή;
Πόσος εξευτελισμός θα βιώσουν ακόμη οι πολιτικοί μας ότι κάθε λίγο και λιγάκι ακούνε μεγαλόστομες εξαγγελίες ευρωπαίων αξιωματούχων για μέτρα εναντίον της θρασύτατης γείτονος χώρας, και γελοιοποιούνται στη συνέχεια αφού κάτι τέτοιο δεν αποφασίζεται ποτέ; Μήπως τελικά η θρυλούμενη και πολυαναφερόμενη πολιτική μας συμπεριφορά, στην ουσία αποτελεί βαθιά εθνική αναξιοπρέπεια;
Τον καινούργιο χρόνο με τα εκατό χρόνια της εθνικής καταστροφής, θα ακούσουμε πολλά! Αλλά κάποια στιγμή θα πρέπει να σκεφτούμε τη χώρα η οποία υφίσταται διαχρονικά συνεχείς ταπεινώσεις και εμφανείς αδικίες, αρκετές με δική της αποκλειστικά ευθύνη και με λίγα εναπομείναντα ποσοστά αυτοσεβασμού και αξιοπρέπειας.