Ο όρος «βαριά βιομηχανία» που χρησιμοποιούμε πολλές φορές για να δώσουμε έμφαση στο τουριστικό προϊόν της χώρας είναι καταχρηστικός, αφού ο τομέας του τουρισμού δεν αποτελεί κανένα είδος βιομηχανίας, αλλά συνιστά κατεξοχήν χώρο υπηρεσιών. Συνηθίζεται επίσης να χαρακτηρίζεται ο τουρισμός μας «η ναυαρχίδα της ελληνικής οικονομίας», αφού η συμβολή του στην οικονομική ζωή του τόπου είναι καθοριστική.

Αν όμως επιθυμούμε πραγματικά να δώσουμε έμφαση στο κατ’ εξοχήν «εθνικό μας προϊόν», θα πρέπει αυτό να το δείξουμε, όχι με τα λόγια, αλλά με τις πράξεις μας. Εκεί όμως, όπως όλα δείχνουν, υπάρχει πρόβλημα. Και το πρόβλημα δημιουργείται όταν διαχωρίζεται η ατομική πρωτοβουλία από τη συλλογική προσπάθεια. Όταν το «εγώ» μπαίνει μπροστά από το «εμείς». Όταν η αυθαιρεσία παραμερίζει τη νομιμότητα. Όταν η ακόρεστη «δίψα» για εφήμερο κέρδος, υπονομεύει το εθνικό συμφέρον.

Για όλα αυτά τα «όμορφα» που συμβαίνουν στο χώρο του τουρισμού, δυσφημώντας ασφαλώς τη χώρα μας, το μεγαλύτερο μερίδιο ευθύνης το έχει αναμφίβολα η Πολιτεία.

Τα τελευταία χρόνια, στο όνομα ενός κακώς εννοούμενου φιλελευθερισμού, που μετατρέπει την ελεύθερη αγορά σε ασύδοτη αγορά, έχουν χαλαρώσει εντελώς – για να μην πω τη λέξη «ξεχαρβαλώσει» – όλοι εκείνοι οι μηχανισμοί ελέγχου του κράτους απέναντι στην ιδιωτική πρωτοβουλία, η οποία έχει αφεθεί ανεξέλεγκτη, στο έλεος του κάθε κακόβουλου ιδιώτη να αυθαιρετεί κατά το δοκούν, με σκοπό την αισχροκέρδεια.

Οι οικονομικοί έλεγχοι πραγματοποιούνται πλέον μόνο με ηλεκτρονικές διασταυρώσεις φορολογικών στοιχείων, οι άδειες λειτουργίας των τουριστικών καταλυμάτων επαφίενται στην δικαιοδοσία των Δήμων της χώρας και στην όποια διαπλοκή των τοπικών κοινωνιών, ενώ η πάλαι ποτέ «Επιθεώρηση Εργασίας», η υπηρεσία-υπερασπιστής των δικαιωμάτων των εργαζομένων, έχει στην ουσία πλέον καταργηθεί, αφού η επιμελημένη αποδυνάμωσή της, την οδηγεί ουσιαστικά στην αδυναμία της να λειτουργήσει, ακόμα και στοιχειωδώς.

Θρυαλλίδες σε όλη αυτήν την αυθαιρεσία που επικρατεί στον ευαίσθητο χώρο της «Ελληνικής Φιλοξενίας», αποτελούν τα περιστατικά που ήρθαν στην επικαιρότητα το τελευταίο διάστημα. Η πρώτη περίπτωση κραυγαλέας αυθαιρεσίας που ανέδειξε πρόσφατα η δημοσιογραφική έρευνα, ήταν εκείνη του Beach bar της Ρόδου.

Αναφέρομαι στην επιχείρηση με τα επιπλέοντα γκαρσόνια, τις πλωτές ξαπλώστρες και την αυθαίρετη καταπάτηση μιας παραλίας, που ενώ κανονικά ανήκει στους πολίτες, ουσιαστικά την «εκμεταλλεύεται» αυθαίρετα εδώ και χρόνια κάποιος επιτήδειος επιχειρηματίας προς ίδιον όφελος. Σύμφωνα με τα στοιχεία που ήρθαν πρόσφατα στο φως της δημοσιότητας, ο συγκεκριμένος ιδιώτης καταφέρνει να λειτουργεί την επιχείρησή του κατά τους θερινούς μήνες των τελευταίων ετών, χωρίς καν να διαθέτει άδεια λειτουργίας. Για την ακρίβεια, όλος αυτός ο «πλωτός παράδεισος», λειτουργεί υπό την άδεια… τροχήλατης καντίνας!

Ακόμα πιο δυσάρεστο αλλά και προκλητικό είναι το περιστατικό, που παρά τις προσπάθειες συγκάλυψης, ήρθε κι αυτό στην επικαιρότητα τούτες τις μέρες και αφορά τον βαρύτατο τραυματισμό του 22χρονου Βαγγέλη, που συνέβη μέσα στην ξενοδοχειακή μονάδα στα Μάλια όπου εργαζόταν. Το πρώτο τραύμα του άτυχου νεαρού μάγειρα προήλθε από το λάδι που έσκασε στο πρόσωπό του και τα χέρια του, προκαλώντας του εγκαύματα δευτέρου βαθμού. Το δεύτερο ψυχολογικό τραύμα-σοκ που υπέστη ο Βαγγέλης ήταν τη στιγμή που διαπίστωσε ότι δεν ήταν καν ασφαλισμένος στην επιχείρηση στην οποία εργαζόταν και μάλιστα ερήμην του.

Το κατάλαβε, όταν ο εργοδότης του δεν του επέτρεψε να αναζητήσει την απαραίτητη ιατροφαρμακευτική περίθαλψη σε νοσοκομείο, μετά το εργατικό ατύχημα, αλλά έσπευσε ο ίδιος να τον κλείσει στο ψυγείο με τα κρέατα και να καλέσει «δικό του γιατρό» στο χώρο εργασίας, προκειμένου να μην διαρρεύσει το ένοχο μυστικό. Τι «υπέροχος» τρόπος, αλήθεια, να ξεκινάει την καριέρα του ένας νέος εργαζόμενος στο χώρο του τουρισμού, σε ένα τέτοιο άθλιο εργασιακό περιβάλλον!

Η άκρως αποκρουστική εικόνα του νεαρού εργαζόμενου μπροστά στην τηλεοπτική κάμερα, με τα εκτεταμένα εγκαύματα στο πρόσωπο και το σώμα του, παρέπεμπε, όχι βεβαίως στην Ελλάδα του 21ου αιώνα (που ηγείται της 4ης Βιομηχανικής Επανάστασης), αλλά σε έναν εργασιακό «μεσαίωνα», που γυρίζει τη χώρα μας πολλά χρόνια πίσω.

Ένας «Βαγγέλης» βρήκε το θάρρος να βγει δημόσια και να καταγγείλει την εργοδοτική αυθαιρεσία. Αναρωτιέμαι όμως: Πόσοι τέτοιοι «Βαγγέληδες» υπάρχουν; Πόσοι άλλοι σκύβουν το κεφάλι και δεν μιλούν σε αντίστοιχες περιπτώσεις, όχι από δειλία, αλλά από ανάγκη; Αναρωτιέμαι όμως επίσης: Τέτοιου είδους «επιχειρηματίες» του τουρισμού, που δεν σέβονται τους εργαζόμενούς τους, πόσο πιθανό είναι να σέβονται τους φιλοξενούμενους πελάτες τους; Ποια ακριβώς είναι η προσφορά αυτών των ανθρώπων στον εγχώριο τουρισμό και ποια η συνεισφορά τους στην ιδέα της «Ελληνικής Φιλοξενίας»;

Εργασιακός «μεσαίωνας» στον τουρισμό
Δεν είναι όμως μόνο τα δύο αυτά θλιβερά περιστατικά που «έσκασαν» τούτες τις μέρες στο χώρο των υπηρεσιών τουρισμού. Μαζί με αυτά ήρθαν στην επικαιρότητα και μια σειρά άλλων επώνυμων καταγγελιών, από εργαζόμενους σε τουριστικές επιχειρήσεις της χώρας, κατά της εργοδοτικής αυθαιρεσίας, ενισχύοντας τις ανησυχίες μας ότι, όλα αυτά τα φαινόμενα δεν μπορεί να αποτελούν απλώς μεμονωμένα περιστατικά στον ευαίσθητο χώρο του τουρισμού.

Οι καταγγελίες αυτές αφορούν διάφορα αδικήματα όπως είναι, ο εργασιακός εκφοβισμός, η σεξουαλική παρενόχληση, η αδήλωτη εργασία, οι απάνθρωπες συνθήκες διαμονής των εργαζόμενων, τα απειλητικά εις βάρος τους μηνύματα, ακόμα και η σωματική και ψυχολογική βία. Να προσθέσουμε επίσης σε όλα τα παραπάνω και τις υψηλές ρήτρες αποχώρησης, της τάξης των πέντε και δέκα χιλιάδων ευρώ, που κάποιοι εργοδότες αναγκάζουν τους εργαζόμενούς τους να υπογράφουν, προκειμένου να τους κρατούν «ομήρους» στις επιχειρήσεις τους, για ολόκληρη την τουριστική περίοδο.

Κατανοώ όλες τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει φέτος ο ελληνικός τουρισμός, λόγω της μειωμένης προσέλευσης ξένων επισκεπτών, αλλά αυτό δεν δίνει το δικαίωμα σε κανέναν να αυθαιρετεί. Η μειωμένη προσέλευση οφείλεται στο αυξημένο κόστος των αεροπορικών εισιτηρίων, στην ύφεση, στην πορεία των επιτοκίων και τον πληθωρισμό, φαινόμενα που παρατηρούνται σε μεγάλες αγορές για την Ελλάδα, όπως είναι αυτή της Γερμανίας και αποτυπώνεται με το χαμηλό αριθμό κρατήσεων που καταγράφεται ακόμα και σε πολύ δημοφιλείς προορισμούς.

Οφείλεται όμως και στις ασυναγώνιστες τιμές στα καταλύματα της Τουρκίας στα παράλια του Αιγαίου, όπου το κόστος διαμονής είναι πολύ μικρότερο του αντίστοιχου κόστους σε κάποια από τα δικά μας πανέμορφα αιγαιοπελαγίτικα νησιά.

Η γειτονική χώρα, πέρασε μετά την πανδημία στην αντεπίθεση, με μεγάλη ποικιλία προσφορών τουριστικών πακέτων, με ποιοτικά ξενοδοχεία και με μεγάλη διαθεσιμότητα.  Ανέκαθεν η γερμανική αγορά αποτελούσε για τον ελληνικό τουρισμό τη μεγαλύτερη «δεξαμενή» αφίξεων και εσόδων.  Φέτος πάντως, σύμφωνα με τα στοιχεία του ΙΝΣΕΤΕ, η ζήτηση από τη Γερμανία καταγράφει κάμψη, με την πτώση στις προγραμματισμένες αεροπορικές θέσεις να φτάνει το 14,9%. Οι Γερμανοί τουρίστες που χάνουμε εμείς, έχουν στραφεί προς την Τουρκία, λόγω χαμηλότερων τιμών στα ταξιδιωτικά πακέτα. Όλα αυτά που συμβαίνουν φέτος στο χώρο του ελληνικού τουρισμού δεν είναι καλά σημάδια.

Όχι τόσο για τη φετινή σεζόν, όσο κυρίως για το μελλοντικό τουριστικό μας προϊόν.

Το μότο μιας μεγάλης γνωστής πολυεθνικής εταιρείας που δραστηριοποιείται στο χώρο του τουρισμού, είναι: «More than a smile». Δηλαδή, «Περισσότερα από ένα χαμόγελο».

Την ουσία αυτού του μότο θα πρέπει να την κατανοήσουν και να την ενστερνιστούν όλοι όσοι εμπλέκονται, άμεσα ή έμμεσα, στον τομέα του τουρισμού στη χώρα μας. Από την Πολιτεία και τους μεγαλοξενοδόχους, μέχρι τις αεροπορικές και ναυτιλιακές εταιρείες, αλλά και τον τελευταίο – ερασιτέχνη – ιδιοκτήτη καταλυμάτων βραχυχρόνιας μίσθωσης.

Γιατί, ένα χαμόγελο είναι βεβαίως πάντα σημαντικό, αλλά δεν είναι ποτέ αρκετό.

https://moschonas.wordpress.com