Υπάρχει η αντίληψη σε πολλούς ανθρώπους ότι ο χώρος της επιστήμης και της επιστημονικής γνώσης είναι ένας χώρος περιχαρακωμένος, εντός του οποίου οι επιστήμονες, σκυμμένοι πάνω από τα μικροσκόπια και τα βιβλία, κάνοντας πειράματα στα εργαστήρια και μελετώντας στις βιβλιοθήκες, αγωνίζονται να παραγάγουν νέα γνώση.

Έτσι, ο επιστήμονας φαίνεται μάλλον αποκομμένος από την καθημερινότητα, από την «πραγματική» ζωή, μοιάζει με ένα ον που, δοσμένο αποκλειστικά στο επιστημονικό του έργο, απέχει από τα κοινωνικά και πολιτικά δρώμενα. Η αντίληψη αυτή για την επιστήμη και τους επιστήμονες φαίνεται να έχει μια δόση αληθείας. Διότι, πράγματι, το έργο του επιστήμονα είναι πρωτίστως η έρευνα για την κατανόηση των νόμων της φύσης και των μηχανισμών που διέπουν την ανθρώπινη ζωή και κοινωνία και, κατ’  επέκταση, η παραγωγή νέας γνώσης.

Είναι, όμως, έτσι ακριβώς τα πράγματα ή μήπως η επιστήμη, λειτουργώντας σε συγκεκριμένο χωρόχρονο και στο πλαίσιο μιας συγκεκριμένης κοινωνίας, δέχεται τις επιδράσεις της;

  Σύμφωνα με τους μαρξιστές, οι επιστημονικές ιδέες είναι καθορισμένες από το ταξικό συμφέρον και γενικότερα από την ιστορική και κοινωνική πραγματικότητα της κάθε εποχής. Επομένως, αν έτσι έχουν τα πράγματα, τότε η επιστήμη δεν είναι ούτε και μπορεί να είναι ελεύθερη από τις κοινωνικές και πολιτικές επιδράσεις σε μια κοινωνικά προσδιορισμένη ατμόσφαιρα.

Η επιστήμη, με βάση αυτές τις απόψεις, είναι αγκυροβολημένη στις κοινωνικές παραδόσεις και στις κοινωνικές και πολιτικές ιδέες μιας εποχής. Αυτό με τη σειρά του οδηγεί στο συμπέρασμα ότι δεν υπάρχει ελεύθερη επιστήμη, αλλ’  ότι η επιστήμη είναι δέσμια ιδεολογιών και. ως εκ τούτου, δεν μπορεί να είναι απροκατάληπτη, άρα δεν μπορεί να είναι αντικειμενική.

Το θέμα απαιτεί προσεκτική εξέταση. Πρώτα-πρώτα, υπάρχει επιστημονική αντικειμενικότητα; Πρέπει να δεχτούμε πως η επιστημονική αντικειμενικότητα δεν βασίζεται στην αντικειμενικότητα ή την αμεροληψία ενός ατόμου-επιστήμονα. Οι επιστήμονες, όσο κι αν έχουν απαλλαγεί από ιδεολογίες και προκαταλήψεις, δεν μπορούν να πετύχουν αυτό που αποκαλούμε «επιστημονική αντικειμενικότητα».

Αυτή εξασφαλίζεται, όπως υποστηρίζει ο Καρλ Ποππερ, από τον δημόσιο χαρακτήρα της επιστημονικής μεθόδου, ήτοι από την αναγνώριση της εμπειρίας ως του αμερόληπτου κριτή των διενέξεων μεταξύ των επιστημόνων. Με τη λ. «εμπειρία» ο Πόππερ εννοεί την δημόσιου χαρακτήρα εμπειρία, όπως είναι η παρατήρηση και το πείραμα (Η ανοιχτή κοινωνία και οι εχθροί της, εκδ. Παπαζήση, σ. 122).

Πρέπει να δούμε την επιστημονική αντικειμενικότητα ως κάτι που προέρχεται από μια διυποκειμενική επιστημονική μέθοδο. Μια αληθινή επιστήμη, ακόμη κι αν καλύπτεται από επίστρωμα προκαταλήψεων, έχει τη δύναμη να αυτοκαθαρθεί, αρκεί να λειτουργεί ελεύθερα, δηλαδή να υπάρχει διεπιστημονικός διάλογος, και να αναγνωρίζει την εμπειρία ως κριτήριο της αντικειμενικότητάς της.

Αφήνεται, όμως, ελεύθερη η επιστήμη να λειτουργήσει κατ’  αυτό τον τρόπο, ώστε να υπάρχει η επιστημονική αντικειμενικότητα, ή μήπως οι πολιτικές ιδεολογίες και η κοινωνική αναγκαιότητα την υποχρεώνουν να λειτουργήσει κάτω από την πίεση ολικών ιδεολογιών, δηλαδή κάτω από προκαθορισμένα κοινωνικοπολιτικά συστήματα;

Η ιστορία έχει δείξει ότι πολύ συχνά η επιστήμη αναμίχθηκε με την πολιτική είτε επειδή της επιβλήθηκε είτε γιατί οι επιστήμονες επέλεξαν ηθελημένα αυτή την ανάμιξη. Έχουμε το παράδειγμα του Ναζισμού, όπου επιστήμονες , όπως ο Joseph Mengele έκαναν διάφορα φρικιαστικά πειράματα με ανθρώπους ως πειραματόζωα.

Πειράματα με ανθρώπους έγιναν και στη μιλιταριστική Ιαπωνία στα χρόνια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, όπως και στις ΗΠΑ, όπου έγιναν πειραματόζωα οι κρατούμενοι στις φυλακές της Πενσυλβάνιας, ενώ και στο Σικάγο χορηγήθηκε πλουτώνιο σε ασθενείς εν αγνοία τους   (https://www.iefimerida.gr/news/167429/).

Αλλά και στην πρώην Σοβιετική Ένωση η επιστήμη και οι επιστήμονες δεν μπόρεσαν ποτέ να απελευθερωθούν από τις επιταγές του κομμουνιστικού κόμματος, συμβάλλοντας έτσι στη σταθερότητα του καθεστώτος με όλους τους τρόπους και τα μέσα.  Αφήνω το ρόλο της επιστήμης παγκοσμίως στην παραγωγή όπλων και προπάντων όπλων μαζικής καταστροφής.

Όταν, λοιπόν, η επιστήμη τίθεται στην υπηρεσία πολιτικών ιδεολογιών και μάλιστα ολοκληρωτικών, τότε γίνεται επικίνδυνη για τη ζωή και τις ελευθερίες των πολιτών. Η επιστήμη με το έργο που επιτελεί (το οποίο είναι πολύ ουσιαστικό στις μέρες μας) έχει σκοπό όχι να βοηθά πολιτικές ιδεολογίες και πολιτικά πρόσωπα να επικρατήσουν, αλλά να προάγει και να βοηθά την ποιότητα ζωής των ανθρώπων. Αυτό απαιτεί τη θεσμοθέτηση κανόνων και τη θεμελίωση δημοκρατικών θεσμών που θα επιτρέπουν στην επιστήμη να ασκεί ελεύθερα το έργο της, μακριά από πολιτικές προκαταλήψεις. Έτσι, μπορεί να συνεργάζεται με τους πολιτικούς και να τους συμβουλεύει, χωρίς να γίνεται υποχείριό τους, εφόσον η αυτονομία της θα είναι εξασφαλισμένη και θα υπάρχει ο κοινωνικός έλεγχος, βάσει του δημόσιου χαρακτήρα της επιστημονικής μεθόδου. 

Έγραψα τα παραπάνω με αφορμή την αγαστή συνεργασία της επιστήμης με την πολιτική στο ζήτημα της αντιμετώπισης της πανδημίας του κορωνοϊού στη χώρα μας. Η εικόνα του επιστήμονα Σ. Τσιόδρα που κάθεται πλάι στους πολιτικόύς Ν. Χαρδαλιά και Β. Κοντοζαμάνη και μάλιστα το γεγονός ότι ο επιστήμονας παίρνει πρώτος το λόγο έναντι του πολιτικού (σε άλλες εποχές αυτό θα ήταν  δύσκολο και να το φανταστούμε) δίνουν με τη σημειολογία τους το μήνυμα ότι η επιστημονική γνώση είναι εκείνη που έχει τον πρώτο λόγο και ότι η πολιτική ακολουθεί. Γι’  αυτό και τα πολύ θετικά αποτελέσματα που βλέπουμε. Το πρόβλημα δημιουργείται, όταν συμβαίνει το αντίθετο, όταν δηλαδή η πολιτική αποφασίζει ερήμην των ανθρώπων που κατέχουν τη γνώση, οπότε επικρατεί ένα είδος ανορθολογισμού, όπου το συναίσθημα, το πολιτικό συμφέρον και η επιθυμία επικρατούν του ορθού λόγου. Και μια και προχθές ήταν η μαύρη επέτειος της εγκαθίδρυσης της δικτατορίας στην Ελλάδα, φέρνω στο νου μου την εικόνα του δικτάτορα Γ. Παπαδόπουλου, που μιλούσε στους ακαδημαϊκούς για πολλή ώρα, λέγοντας ασυναρτησίες, και κανείς δεν τόλμησε να αρθρώσει ένα λόγο. Εκεί συνέβη το αντίθετο από αυτό που βλέπουμε στις οθόνες μας με τους Τσιόδρα, Χαρδαλιά και Κοντοζαμάνη. Μα μήπως το ίδιο δεν κάνει και ο Αμερικανός Πρόεδρος Ντ. Τραμπ, που κάθε τόσο κάνει δηλώσεις, προβλέποντας το τέλος της πανδημίας, δίχως να λαμβάνει σοβαρά υπόψη του  τις απόψεις των επιστημόνων, με αποτέλεσμα να διαψεύδεται συνεχώς, όπως οι χιλιαστές που προβλέπουν το τέλος του κόσμου; 

Η επιστήμη θα διατηρήσει το σεβασμό των ανθρώπων, όταν λειτουργεί ελεύθερη από πολιτικές προκαταλήψεις, και η πολιτική θα είναι αποτελεσματική, όταν χρησιμοποιεί τα επιστημονικά συμπεράσματα με σοβαρότητα και χωρίς να τα «καπελώνει» και να τα ιδιοποιείται.