Η 10η μέρα του Νοέμβρη έχει καθιερωθεί ως «Παγκόσμια Ημέρα της Επιστήμης για την Ειρήνη και την Ανάπτυξη» από το 1999 με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης της UNESCO.
Η «Επιστήμη» ως όνομα, σύμφωνα με το ελληνικό εορτολόγιο, εορτάζεται την 5η μέρα του Νοέμβρη.
Η 10η Νοεμβρίου είναι μια ημέρα παγκόσμιας περισυλλογής, που μας δίνει την ευκαιρία να προβληματιστούμε, αλλά και να αποτίσουμε τον οφειλόμενο φόρο τιμής στην επιστήμη, για την συμβολή της στην ενδυνάμωση της ειρήνης και τη συνεισφορά της στην αειφόρο ανάπτυξη. Η επιστημονική πρόοδος και η εξέλιξη της τεχνολογίας οφείλουν να συμβάλουν αποτελεσματικά στην κοινωνική και οικονομική ανάπτυξη.
Από την αγροτική παραγωγή, μέχρι την ιατρική. Από την εκπαίδευση και την επικοινωνία, μέχρι την ενέργεια, τους φυσικούς πόρους και την τεχνητή νοημοσύνη. Η καθιέρωση της παραπάνω Παγκόσμιας Ημέρας, στοχεύει στην ανανέωση των εθνικών αλλά και των διεθνών δεσμεύσεων, για μια επιστήμη που να υπηρετεί την ειρήνη και την ανάπτυξη. Το κάνει όμως;
Για να μπορέσουμε να απαντήσουμε στο ερώτημα, θα πρέπει πρώτα να συμφωνήσουμε στο τι ακριβώς εννοούμε με τους όρους «ειρήνη» και «ανάπτυξη».
Ειρήνη δεν είναι απλά ο μη πόλεμος. Στον όρο αυτό συμπεριλαμβάνονται πάρα πολλές θεμελιώδεις έννοιες που συνθέτουν τις δομές του πολιτισμού μας. Είναι όλα όσα αποτρέπουν τις γενεσιουργές αιτίες των συγκρούσεων.
Ειρήνη είναι η δημοκρατία, η κοινωνική δικαιοσύνη, η ισότητα στη γνώση και τη μόρφωση, το δικαίωμα στην ιατροφαρμακευτική περίθαλψη. Ειρήνη είναι η αποτροπή της δημιουργίας κοινωνικών και οικονομικών ανισοτήτων και της εκμετάλλευσης του ανθρώπου από τον άνθρωπο.
Μα για ποια ακριβώς ειρήνη μιλάμε όταν ξοδεύεται κάθε χρόνο σε παγκόσμιο επίπεδο περίπου ένα τρισεκατομμύριο δολάρια για εξοπλιστικά προγράμματα; Όταν οι ανισότητες διαρκώς αυξάνονται και το ήμισυ του παγκόσμιου πληθυσμού επιβιώνει σε συνθήκες φτώχειας;
Τα τεράστια ποσά που δαπανούνται ετησίως για τα οπλικά συστήματα, τα οποία όχι μόνο δεν αυξάνουν το αίσθημα της ασφάλειας στους πολίτες, αλλά αντίθετα ενισχύουν τον φόβο και την ανασφάλεια, είναι δυσανάλογα μεγάλα σε σχέση με εκείνα τα ποσά που διατίθενται για την καταπολέμηση της πείνας, των ασθενειών, του αναλφαβητισμού και για την αντιμετώπιση των διαφόρων φυσικών καταστροφών.
Η έννοια της ανάπτυξης είναι ακόμα περισσότερο αμφιλεγόμενη. Τι ακριβώς εννοούμε σήμερα όταν χρησιμοποιούμε τον όρο «ανάπτυξη»; Μήπως εννοούμε την εντατικοποίηση της βιομηχανίας με αντάλλαγμα την καταστροφή του περιβάλλοντος;
Μήπως εννοούμε την συστηματοποίηση της γεωργικής παραγωγής, με την δημιουργία γενετικά τροποποιημένων τροφίμων, αλλά και με τη χρήση χημικών ουσιών βλαβερών για την υγεία μας και υπεύθυνων για τη δημιουργία μιας σειράς από σοβαρές ασθένειες; Ανάπτυξη θεωρούμε και την αλματώδη πρόοδο της επιστήμης η οποία όμως συνυπάρχει με την εκτεταμένη επικράτηση του αναλφαβητισμού στις χώρες του λεγόμενου «Τρίτου Κόσμου».
Η αλματώδης πρόοδος στην ιατρική επιστήμη, για παράδειγμα, επιτρέπει στους επιστήμονες να θεραπεύουν ασθένειες που πριν από λίγα χρόνια ήταν ανίατες, αλλά αφήνει όμως την ίδια στιγμή, ανθρώπους του «Τρίτου Κόσμου» να πεθαίνουν από απλές ιώσεις. Συμβαίνει και σήμερα.
Την ίδια στιγμή που η επιστήμη σώζει εκατομμύρια ανθρώπινες ζωές με το εμβόλιο που παρασκεύασε, τόσο γρήγορα μάλιστα, κατά της COVID-19, κανένας δεν ασχολείται με τα 2 εκατομμύρια παιδιά κάτω των 5 ετών που πεθαίνουν κάθε χρόνο από ιλαρά, κοκίτη, τέτανο, διφθερίτιδα, φυματίωση, πολιομυελίτιδα, ούτε και με τους 25.000 ανθρώπους που πεθαίνουν καθημερινά σε όλο τον κόσμο από την πείνα.
Όλα τα παραπάνω ερωτήματα δεν είναι καινούρια. Όσο περνούν τα χρόνια όμως γίνονται όλο και περισσότερο επιτακτικά. Οι άνθρωποι οφείλουν να ευαισθητοποιούνται ολοένα και περισσότερο απέναντι σε αυτά τα ερωτήματα και να αναζητούν όλες εκείνες τις απαντήσεις που θα βελτιώσουν την ανθρώπινη συνύπαρξη.
Η επιστήμη σήμερα πρέπει να είναι έτοιμη να αντιμετωπίσει πολύπλοκες προκλήσεις σε παγκόσμια κλίμακα. Οι επιστήμονες σε όλο τον κόσμο προβληματίζονται για τις δικές τους ευθύνες, που φυσικά υπάρχουν, και επαναπροσδιορίζουν τον ρόλο και το χρέος της επιστήμης απέναντι στην ειρήνη την ανάπτυξη, αλλά και την κοινωνία.
Η προέλευση του κορονοϊού, για παράδειγμα, που έχει κοστίσει τη ζωή σε περισσότερους από πέντε εκατομμύρια ανθρώπους, δεν μπορεί να παραμένει ακόμα ένα μυστήριο, δύο χρόνια μετά την εμφάνιση της πανδημίας. Η επιστήμη οφείλει να φροντίσει να μην συμβαίνει αυτό. Είναι σαφές ότι η σημασία της επιστήμης δεν περιορίζεται στην αξία της έρευνας και της γνώσης, αλλά στη συνάφειά τους με τις πραγματικές ανάγκες της κοινωνίας.
Το 1999 πραγματοποιήθηκε στην Βουδαπέστη, υπό την αιγίδα της UNESCO και του Παγκόσμιου Συμβουλίου για την Επιστήμη (ICSU) ένα παγκόσμιο συνέδριο με θέμα, «Η Επιστήμη στον 21ο Αιώνα: Μια Νέα Δέσμευση». Το συνέδριο αυτό εξέδωσε τη «Διακήρυξη για την Επιστήμη και την Χρήση της Επιστημονικής Γνώσης», η οποία κατέληξε σε μια σειρά από χρήσιμα συμπεράσματα. Αναφέρουμε ενδεικτικά τα παρακάτω:
«Τα έθνη και οι επιστήμονες όλου του κόσμου, καλούνται να συνειδητοποιήσουν ότι είναι επείγουσα ανάγκη να χρησιμοποιείται με υπευθυνότητα η γνώση από όλα τα πεδία της επιστήμης, για την εξυπηρέτηση των αναγκών του ανθρώπου και των προσδοκιών του, και να εμποδιστεί η κακή χρήση αυτής της γνώσης».
Λίγο πιο κάτω στη διακήρυξη διαβάζουμε: «Η επιστημονική γνώση έχει οδηγήσει σε αξιοσημείωτες καινοτομίες οι οποίες υπήρξαν πολύ ωφέλιμες για την ανθρωπότητα. Πέρα όμως από τα αποδεδειγμένα οφέλη τους, οι εφαρμογές της επιστημονικής προόδου και η ανάπτυξη και επέκταση της ανθρώπινης δραστηριότητας, έχουν επίσης προκαλέσει υποβάθμιση του περιβάλλοντος και τεχνολογικές καταστροφές, και έχουν ακόμα εντείνει την κοινωνική ανισότητα ή και τον κοινωνικό αποκλεισμό».
Για να καταλήξει στο συμπέρασμα: «Τα περισσότερα από τα οφέλη της επιστήμης είναι άνισα κατανεμημένα, ως αποτέλεσμα δομικών ασυμμετριών μεταξύ χωρών, περιοχών και κοινωνικών ομάδων, καθώς και μεταξύ φύλων». Έχουν περάσει 22 χρόνια από τότε και, δυστυχώς, οι διαπιστώσεις, οι ευχές και οι προτροπές, έχουν μείνει όλες στα χαρτιά…
Η επιστημονική πρόοδος έχει οδηγήσει στην κατασκευή όπλων υψηλής τεχνολογίας, περιλαμβανομένων και των συμβατικών όπλων και των όπλων μαζικής καταστροφής.
Οι δαπάνες της στρατιωτικής βιομηχανίας και της ερευνητικής υποδομής της, αντί να περιορίζονται και να ενισχύονται άλλες μορφές ανθρώπινης δραστηριότητας χρήσιμες για τον πολίτη, αυξάνονται δυστυχώς μαζί με την παραγωγή νέων εξελιγμένων όπλων και συστημάτων μαζικής καταστροφής.
Όταν η επιστημονική γνώση συμβαίνει να αποτελεί έναν καθοριστικό παράγοντα στη δημιουργία πλούτου, η κατανομή του γίνεται ακόμα πιο άδικη. Εκείνο που διακρίνει τους φτωχούς από τους πλούσιους, είτε πρόκειται για άτομα είτε πρόκειται για χώρες, δεν είναι μόνο ότι έχουν λιγότερα κεφάλαια, αλλά και ότι αποκλείονται σε πολύ μεγάλο βαθμό από τη δημιουργία και τα οφέλη της επιστημονικής γνώσης.
Η επιστήμη βασίζεται στην κριτική και ελεύθερη σκέψη, προϋποθέσεις ουσιαστικές για έναν δημοκρατικό κόσμο. Η επιστημονική κοινότητα που προχωρά και εξελίσσεται με μια παράδοση που υπερβαίνει τα έθνη, τις θρησκείες και τις εθνότητες, οφείλει να προωθεί – όπως δεσμεύτηκε με το καταστατικό της UNESCO – τη «διανοητική και ηθική αλληλεγγύη της ανθρωπότητας», που αποτελεί τη βάση για την ειρήνη και την πρόοδο.
https://moschonas.wordpress.com