Του Ευτύχιου Σ. Καλογεράκη*
Η μελέτη των απομνημονευμάτων των Άγγλων κατασκόπων και των Βετεράνων της αντίστασης στην Κρήτη μάς εκπλήσσει με τις οριακές καταστάσεις που έζησαν στο χείλος της καταστροφής, όταν Γερμανοί, αντάρτες, αντιστασιακοί, καταζητούμενοι, Εγγλέζοι, βρίσκονταν σε απόσταση αναπνοής, στο ίδιο γλέντι ή τραπέζι. Τότε πραγματικά από «μπαμπακερή κλωστή η ζήση τους εκρεμάσθη» κατά τη φράση του Ερωτόκριτου. Ο Φέρμορ, αρχηγός της απαγωγής του Κράιπε, περιγράφει περιστατικό με τον ηγούμενο του Μοναστηριού των 12 Αποστόλων, κοντά στα Καστελιανά:
«Ο Ηγούμενος του μοναστηριού είναι αξιέπαινος. Σήμερα το πρωί ο Σάντι, ο Τζόν κι εγώ μαζί με τους οδηγούς μας καθόμασταν στον μοναδικό χώρο υποδοχής του μικρού και πρωτόγονου μοναστηριού, όταν έφτασε μια ομάδα επτά Γερμανών. Απείχαν μόλις ένα λεπτό από την πόρτα, όταν τους πήραμε χαμπάρι. Ο Ηγούμενος άνοιξε αμέσως μια καταπακτή, που οδηγούσε στο κελάρι και κατεβήκαμε όλοι μας και μείναμε εκεί κρατώντας την αναπνοή μας, ενώ οι Γερμανοί έμπαιναν μέσα, πάνω ακριβώς από τα κεφάλια μας. Ο Ηγούμενος τους κράτησε και τους τάισε για δύο ώρες με απίστευτη ψυχραιμία. Τους βλέπαμε μέσα από τις χαραμάδες που άφηναν οι σανίδες του πατώματος. Έφυγαν τελικά, βέβαιοι πως ο οικοδεσπότης τους ήταν ένας νομοταγής γερμανόφιλος κι εμείς βγήκαμε από την τρύπα μας. Παρά τρίχα γλιτώσαμε, μόνο χάρη στην ετοιμότητα και το θάρρος του Ηγουμένου. Είναι ο Αρχιμανδρίτης Θεοφύλακτος».
Παρόμοιο κακό συναπάντημα με τον Φέρμορ (Μιχάλη) πάλι, περιγράφει στα απομνημονεύματά του, ο Πρόεδρος τότε του Άι-Γιάννη Αμαρίου, Καλογεράκης Στυλιανός (Κατσαντωνιά). Αναφέρει: «Τρώγαμε στο σπίτι μου με το Φέρμορ μεταμφιεσμένο, με κρητικά ρούχα, στιβάνια, γκιλώτες, κρουσσάτο μαντήλι, βαμμένα τα ξανθά μαλλιά και το μουστάκι σε μαύρα, για να μοιάζει Κρητικός, γνωρίζοντας αρκετά καλά την κρητική διάλεκτο, όπως οι Εγγλέζοι των ειδικών επιχειρήσεων στην Κρήτη. Ξαφνικά μια ομάδα Γερμανών του φυλακίου Φουρφουρά με το διοικητή τους Ζίμπλιξ χωρίς να το αντιληφθούμε εμφανίζεται στην αυλή έξω, γιατί με ήθελαν ως Πρόεδρο. Δεν προλαβαίνουμε να κρυφτεί, ή να διαφύγει, αλλά και ο ίδιος απόλυτα εξοικειωμένος σε τέτοιες καταστάσεις και με την παροιμιώδη ψυχραιμία που τον διέκρινε, παραμένει. Σηκώνομαι και τους καλωσορίζω χαρούμενα, κεφάτα, χαμογελαστά και ζεστά, όπως ήξερα καλά να προσποιούμαι, για να μην υποψιαστούν κάτι και τους προσκαλώ να καθίσουν στο τραπέζι μαζί μας. Σε λίγο ο Ζίμπλιξ, είτε γιατί κάτι δεν του πήγαινε καλά με τη φάτσα του Φέρμορ, που ήταν ψηλός, βιτσάτος, γεροδεμένος, ομορφοκαμωμένος, διαφορετικός από μας, είτε γιατί απέφευγε να μιλεί για να μην καταλάβουν κάτι από την προφορά του, είτε από τους ευγενικούς τρόπους του στο φαγητό, που όσο και αν προσπαθούσε, διέφεραν από τους δικούς μας, με ρωτά: Πρόεδρε ποιος είναι αυτός; Ο μικρότερος αδελφός μου του απαντώ με άμεση ετοιμότητα και φυσικότητα, καθησυχάζοντάς τον. Δεν συνέχισε, πεπεισμένος για την ειλικρίνεια του Προέδρου ή γιατί του φάνταζε ασύλληπτο το πραγματικό γεγονός, που συνέβαινε και συνεχίσαμε το φαγοπότι μέχρι που έφυγαν».
«Ήταν αδύνατο να αισθανθείς οτιδήποτε άλλο εκτός από έναν οίκτο για τον ανυποψίαστο εχθρό», επισημαίνει για παρόμοια περίπτωση ο κατάσκοπος Φήλντινγκ, ο πιο αντικειμενικός κατά τη γνώμη μας αναλυτής της Κρητικής αντίστασης. Αναφέρει τέτοια επικίνδυνα ανταμώματα σε φαγοπότια και γλέντια Γερμανών με Άγγλους κατασκόπους και καταζητούμενους, σε σπίτια Προυχόντων και τοπικών ηγετών, που ήταν στην αντίσταση και με διπλωματία παραπλανούσαν τους κατακτητές για να μην αντιληφθούν τη δράση τους και προστάτευαν τις τοπικές κοινωνίες και τους αντιστασιακούς. Όταν όμως γινόταν αντιληπτός ο ρόλος τους οι τιμωρίες ήταν ιδιαζόντως ειδεχθής, όπως γινόταν και στην τουρκοκρατία.
Ο Αλεξάντερ, Αρχιστράτηγος των Συμμαχικών Δυνάμεων Μεσογείου το 1944-45, αναγνωρίζοντας τη βοήθεια, υποστήριξη, συνεργασία και προσφορά του Καλογεράκη Στυλιανού στους Άγγλους κατασκόπους και στρατιώτες, τον τίμησε με το παρατιθέμενο πιστοποιητικό αναγνώρισης και τιμής, ως ελάχιστη ευγνωμοσύνη της Βρετανικής Κοινοπολιτείας.