Όταν τύχει να συναντήσεις την έμπνευση παρέα με το πείσμα και τη δημιουργικότητα τότε νιώθεις γεμάτος ελπίδα ως άνθρωπος και ως πολίτης. Κάπως έτσι πρέπει να ένοιωσαν όλοι οι ομιλητές, ανάμεσα στους οποίους είχα τη χαρά να βρίσκομαι, την προηγούμενη εβδομάδα σε ένα workshop για νεοφυείς (startup ) επιχειρήσεις.

Η αποδοχή της πρόσκλησης πέρα απο αυτονόητη ήταν και επιβεβλημένη, για όσους είναι ή νοιώθουν κοντά στη γενιά της δημιουργίας.

Όλους εκείνους τους νέους στην ηλικία ή τη σκέψη, που ως φιλοδοξία έχουν την ανάπτυξη της δικής τους επιχειρηματικής δραστηριότητας. Μια από τις βασικές προτεραιότητες, που έβαλε η παρούσα διοίκηση του Οικονομικού Επιμελητήριου ήταν και η στήριξη των νέων που θέλουν να επιχειρήσουν δημιουργώντας την δική τους startup επιχείρηση. Θεωρήσαμε, ότι η νεοφυής επιχειρηματικότητα θα μπορούσε να αποτελέσει μοχλό ανάπτυξης της οικονομίας και να λειτουργήσει ως μέσο για την παραμονή του ανθρώπινου κεφαλαίου στη χώρα.

Η καινοτομία και η έρευνα σε συνδυασμό με την αξιοποίηση των συγκριτικών πλεονεκτημάτων της κάθε περιοχής πρέπει να είναι το ζητούμενο για να εξέλθουμε από την κρίση που βιώνουμε σήμερα. Στα θετικά της ημερίδας συγκαταλέγονται οι εξαιρετικοί ομιλητές-εισηγητές, που καθένας με το δικό του γνωστικό αντικείμενο μετέφερε πολύτιμες γνώσεις και εμπειρίες. Στα πολύ θετικά όμως και το ακροατήριο.

Ένα ακροατήριο που ουσιαστικά περιλάμβανε ό,τι πιο καινοτόμο και ελπιδοφόρο έχει να παρουσιάσει αυτή η πόλη. Νέοι άνθρωποι, φρέσκα πρόσωπα με όρεξη για μάθηση, για δημιουργία, καθαρά μυαλά, που μεγάλωσαν μέσα στην εποχή της ραγδαίας ανάπτυξης της τεχνολογίας και των μεταβαλλόμενων συνθηκών σε όλα τα επίπεδα (οικονομικό, κοινωνικό, θεσμικό τεχνολογικό, περιβαλλοντικό).

Η δίψα με την οποία παρακολουθούσαν τους εισηγητές και η δημιουργική διάθεση, που φαινόταν σε κάθε ερώτηση ή προβληματισμό, είναι αυτό που χαρακτηρίζει όλους τους νέους ανθρώπους, που έμειναν εδώ και δεν άφησαν τον τόπο τους για να μπορέσουν να κυνηγήσουν μια καλύτερη τύχη στο εξωτερικό. Βλέποντας λοιπόν τη λαχτάρα και τον ενθουσιασμό τους η επιλογή μου ως εισηγητή ήταν μία.

Να τους ενθαρρύνω να ξεκινήσουν το δικό τους ταξίδι, να τολμήσουν, να ονειρευτούν και να παλέψουν για τα θέλω και τις επιθυμίες τους. Πρώτος αναγκαίος σταθμός της συνομιλίας μαζί τους ήταν η ανάλυση του οικονομικού και θεσμικού περιβάλλοντος μέσα στο όποιο θα δραστηριοποιηθούν (υπερφορολόγηση, ανεργία, χαμηλά εισοδήματα καταναλωτών, αναιμική οικονομία γενικά, τραπεζικό σύστημα σε αποσύνθεση κλπ).

Και ενώ ανέλυα τα δεδομένα, παράλληλα σκεφτόμουν αν κάτω από αυτές τις συνθήκες αξίζει κανείς να επενδύσει το χρόνο του, τα χρήματά του και τελικά τα όνειρα του σε αυτόν τον τόπο. Αν πρέπει να επιλέξει την εύκολη λύση της φυγής, της αποχής ή αν πρέπει να συμβάλλει για να αλλάξει το σήμερα και να διαμορφώσει το αύριο.

Η σκέψη που ήρθεαυτόματα στο μυαλό μου και γέλασα από μέσα μου με ευχαρίστηση ήταν το απόφθεγμα του Καζαντζάκη «Η Κρήτη δεν θέλει νοικοκυραίους (ορθολογιστές), θέλει κουζουλούς (ριζοσπάστες με τόλμη). Αυτοί οι κουζουλοί την κάνουν αθάνατη».

Είναι κάποιοι τελικά, που παρά τις δύσκολες συνθήκες και κόντρα στη λογική, θα πρέπει να τολμήσουν, να αναλάβουν τις ευθύνες της γενιάς τους και της χώρας τους, να πρωτοτυπήσουν και τελικά να πετύχουν.

Είναι χρέος μας από το μετερίζι του ο καθένας – το θεσμικό ή επαγγελματικό – να μπορέσει να βοηθήσει αυτούς τους νέους να καταφέρουν να συναντήσουν τα όνειρα τους. Άλλωστε αυτά τα όνειρα και η «κουζουλάδα» μπορούν να αποτελέσουν τα γρανάζια για το re-startup που χρειαζόμαστε, είτε σε επίπεδο χώρας είτε σε επίπεδο πόλης.