Οι επενδύσεις στη χώρα μας για πολλά χρόνια αντιμετωπίζονταν από αρκετούς με επιφυλακτικότητα έως και άρνηση. Κάποιοι έβλεπαν πίσω απ’ αυτές ανομολόγητους σκοπούς. Μάλιστα, δεν ήταν λίγοι εκείνοι που τις ενοχοποιούσαν, συνδέοντάς τες με τις υποτιθέμενες ληστρικές επιδιώξεις των «κακών» κεφαλαιοκρατών. Γι’ αυτούς οι επενδυτικές δραστηριότητες ήταν εντελώς αποκομμένες από την ανάπτυξη και η ευημερία του τόπου. Πόσω μάλλον από το κοινωνικό όφελος. Αντιθέτως, αποδείκνυαν τη βουλιμία του κεφαλαίου για αύξηση των κερδών του. Εξ ου και τις είχαν πάντα στο στόχαστρό τους, αμφισβητώντας την αξία και τη χρησιμότητά τους.
Οι αντιδρώντες πίστευαν πως η παραγωγική, οικονομική και κοινωνική υστέρησή μας ήταν απότοκος του καπιταλιστικού συστήματος. Ενώ άλλοι, ασπαζόμενοι θεωρίες συνωμοσίας, την απέδιδαν στις ξένες δυνάμεις που επιβουλεύονταν την Ελλάδα και τους Έλληνες επειδή είναι ικανοί και έξυπνοι! Η συγκεκριμένη περιρρέουσα ατμόσφαιρα απογειώθηκε την περίοδο της κρίσης, γεμίζοντας τις δεξαμενές του λαϊκισμού και του ανορθολογισμού. Έτσι εξηγείται και το ότι η προσέλκυση επενδύσεων στοχοποιήθηκε. Η στοχοποίηση βρήκε πρόσφορο έδαφος σε όλα τα κόμματα, είτε διότι τα διέκρινε ιδεολογικοπολιτική καθυστέρηση, είτε για λόγους ιδεοληπτικούς. Το βέβαιο είναι ότι η λογική του κρατισμού παραμένει δυστυχώς και σήμερα ισχυρή στην πλειονότητα της πολιτικής τάξης.
Ωστόσο, οι ανάγκες και οι απαιτήσεις της χώρας διαμορφώνουν τις συνθήκες για την απεξάρτησή μας από τις αντιλήψεις -ακόμη και εμμονές- που μας κρατούσαν καθηλωμένους στην άγονη άρνηση. Το σημαντικότερο είναι ότι τώρα φαίνεται να ωριμάζει η σκέψη ότι η έξοδος από την κρίση δεν θα επέλθει με τις συνταγές του παρελθόντος. Ούτε με τη δημοσιονομική μονοκαλλιέργεια. Όπως πολύ χαρακτηριστικά είπε ο Έλληνας πρωθυπουργός, μιλώντας στο Ίδρυμα «Σταύρος Νιάρχος» κατά την επίσκεψη του Γάλλου Προέδρου Εμμανουέλ Μακρόν, «οι επενδύσεις είναι ανάσα για την Ελλάδα και την οικονομία. Προσελκύοντάς τες μπορούμε να δημιουργήσουμε τις προϋποθέσεις για ανάπτυξη και ευημερία».
Πάντως, γεγονός είναι ότι ο αναπροσανατολισμός που επιχειρεί ο Αλέξης Τσίπρας δεν βρίσκει την απαιτούμενη ανταπόκριση κατ’ αρχάς στους κομματικούς του συνοδοιπόρους. Κάποιοι απ’ αυτούς δυσκολεύονται να τον παρακολουθήσουν, ενώ άλλοι, εμφανίζοντας αμφιθυμίες και αμφιταλαντεύσεις, θεωρούν ότι οι νέες προσεγγίσεις είναι αποτέλεσμα των πιέσεων που δέχεται από τους πιστωτές. Κατά βάθος αντιστρατεύονται τις επενδύσεις επικαλούμενοι διάφορα προσχήματα. Το σύνηθες είναι η προστασία του περιβάλλοντος. Τα παραδείγματα του Ελληνικού και των Σκουριών είναι τα πιο αποκαλυπτικά, δεν είναι όμως τα μοναδικά.
Σε μια πρόσφατη ομιλία του ο επίτιμος πρόεδρος του Συμβουλίου Επικρατείας Κ. Μενουδάκος, σε εκδήλωση του think tank E-Kyklos, κατέθεσε ιδιαίτερα ενδιαφέρουσες προτάσεις, επισημαίνοντας ότι δεν είναι εξ ορισμού ασύμβατες οι επενδύσεις με το περιβάλλον. Η αλήθεια, ωστόσο, είναι ότι η σχέση επενδύσεις-περιβάλλον δεν έχει φωτιστεί επαρκώς από τους ιθύνοντες. Αποτέλεσμα, ορισμένοι να βρίσκουν γόνιμο έδαφος για να επενδύουν σε αθεμελίωτες, αστήρικτες, ακόμη και ανύπαρκτες ενστάσεις την πολιτική τους υπόσταση. Αρκετοί δε απ’ αυτούς συνεπικουρούνται από υποτιθέμενους οικολόγους, εκ των οποίων πολλοί χρησιμοποιούν την οικολογία για την εξυπηρέτηση ιδιοτελών ανομολόγητων επιδιώξεων.
Χαρακτηριστικές είναι οι περιπτώσεις όλων εκείνων που έχουν βάλει σκοπό ζωής την ακύρωση των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας. Αδιαφορούν για την ανάγκη εναρμόνισης της χώρας μας με την ευρωπαϊκή ενεργειακή στρατηγική, καθώς και για το γεγονός ότι θα εμφανιστούμε ασυνεπείς και με τις δεσμεύσεις μας, καταβάλλοντας αυξημένα πρόστιμα. Εσκεμμένα παραγνωρίζουν ότι οι ΑΠΕ μας εισαγάγουν στην πράσινη ενέργεια και στην αειφορία. Ταυτόχρονα επιφέρουν αυξημένο οικονομικό όφελος στους καταναλωτές.
Η «Πρωτοβουλία κατά των ΑΠΕ», όπως αυτοαποκαλείται, που εμφανίστηκε πριν από μερικά χρόνια στην Κρήτη, δεν αντιτίθεται μόνο στις ενεργειακές επενδύσεις. Αντιστρατεύεται τα ενεργειακά αποθέματα, τον εκσυγχρονισμό των υποδομών του νησιού και κατ’ επέκταση την αειφόρο ανάπτυξη.
* Ο Γιώργος Πανταγιάς είναι πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας POLITY A.E.