Τώρα που άλλαξα καφενείο για τον πρωινό μου καφέ, ακούω συχνά καινούργιες και ενδιαφέρουσες συζητήσεις. Βρίσκω πιο εξελιγμένους  τους θαμώνες εδώ. Σήμερα άκουσα πάλι τον καινούργιο μου φίλο, τον κύριο Κυριάκο (το καλοντυμένο γεροντοπαλίκαρο), που κρατώντας πάλι μια εφημερίδα στο χέρι, έλεγε.

– Μερικοί διαμαρτύρονται ισχυριζόμενοι ότι η συμφωνία αμοιβαίας αμυντικής συνεργασίας, όπως και κάθε συμφωνία που υπογράφομε με την Αμερική, βλάπτει την χώρα μας, την ζημιώνει, βάζει σε κίνδυνο την Ελλάδα. Και δεν παραδέχονται ότι μια χώρα μικρή και αδύναμη σαν την δική μας είναι αδύνατο στις μέρες μας να επιζήσει απροστάτευτη. Κινδυνεύει από τους μεγάλους. Συνεπώς το να συμμαχούμε με κάποιον δυνατό είναι κάτι πολύ σημαντικό.

Η Αμερική είναι σήμερα η μεγαλύτερη, η πλουσιότερη και η δυνατότερη χώρα της οικουμένης. Πολλοί επιδιώκουν την φιλία της. Μια αμυντική συμφωνία μαζί της συμφέρει. Μόνο ένας ανόητος δεν θα το καταλάβαινε αυτό. Ή ένας που έχει άλλα, ύποπτα συμφέροντα. Φυσικά η συμμαχία με έναν μεγάλο σημαίνει ότι και εκείνος κάτι θα ωφεληθεί από αυτήν, κάτι, έστω μικρό, θα κερδίσει, κάποιο όφελος τέλος πάντων θα έχει. Δεν θα δεχτεί βέβαια να είναι φίλος σου και στους κινδύνους να σε προστατεύει απλώς για την ψυχή της μάνας του.

Το να αντιδράς, ως βουλευτής ή ως αρχηγός κόμματος, σ’ αυτά από πείσμα κομματικό και, με ψευτιές και παραδοξολογίες,  να ισχυρίζεσαι ότι οι  συμφωνίες της Ελλάδας με την Αμερική, ιδίως σ’ αυτή την επικίνδυνη περίοδο που διανύομε, είναι επικίνδυνες, ε! αυτό είναι ανέντιμο. Διότι αδιστάκτως βάζεις το συμφέρον του κόμματός σου πάνω από το συμφέρον της πατρίδας σου, της Ελλάδας, των συμπατριωτών σου, των Ελλήνων. Και αδιαφορείς για τους κινδύνους που δημιουργείς σε όσους σε εμπιστεύτηκαν και σε ψήφισαν. Αυτό είναι ντροπή, είναι ανέντιμο… έλεγε οργισμένος ο κύριος Κυριάκος.

Οι άλλοι, οι περισσότεροι, συμφωνούσαν και κουνούσαν συγκαταβατικά το κεφάλι τους. Ο Αναστάσης όμως, που δηλώνει με φανατισμό οπαδός του Τσίπρα, σηκώθηκε και νευριασμένος φεύγοντας είπε.

– Εγώ στο καφενείο αυτό δεν ξαναπατώ.

Και έφυγε. Και ο καφετζής, νευριασμένος και αυτός, άρχισε να φωνάζει.

– Σας το έχω πει. Και σας το ξαναλέω. Στο μαγαζί μου πολιτικά δεν θέλω να συζητάτε. Και προπαντός δεν θέλω να κάνετε πολιτικά κηρύγματα. Και να τσακώνεστε. Απαγορεύονται οι έντονες πολιτικές συζητήσεις εδώ μέσα.

Ο κύριος Κυριάκος (σήμερα φορούσε και λουλούδι στο πέτο) ντράπηκε. Βρέθηκε σε δύσκολη θέση.  Αισθανόταν αμηχανία. Δεν ήξερε τι να κάνει, τι να πει. Ήθελε, φαίνεται, να ζητήσει συγγνώμη, αλλά δίσταζε.

– Και τι να συζητάμε λοιπόν; Τους τσακωμούς με τις γυναίκες μας στο σπίτι; μουρμούρισε ο κυρ Σωτήρης, που καθόταν στο ίδιο τραπέζι με τον Κυριάκο, το γεροντοπαλίκαρο.