Όπου νάναι συμπληρώνεται μισός αιώνας από την τουρκική εισβολή στην κυπριακή μεγαλόνησο με τις τελευταίες εξελίξεις να μην εμφανίζονται ευοίωνες για στοιχειώδη έστω πρόοδο στην όποια προσπάθεια επίλυσής του. Και σαν να μην έφταναν αυτά, πρόσφατα ο Τούρκος πρόεδρος ανακοίνωσε και πραγματοποίησε την τρίτη στην πραγματικότητα παράνομη εισβολή του, τώρα σε μικρό τμήμα του εδάφους της περίκλειστης πόλης-φάντασμα της Αμμοχώστου.
Το επί μακρόν τουρκικό όραμα για δημιουργία δύο ανεξάρτητων κρατών στην Κύπρο δείχνει να παίρνει σάρκα και οστά, κλείνοντας οποιαδήποτε συζήτηση για δημιουργία της περιβόητης, και όχι καθαρών προθέσεων, ύπουλης για το μέλλον, διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας. Εδώ που έφτασε ο ελληνισμός μόνο περίσκεψη και λύπη για τα τεκταινόμενα όλες αυτές τις δεκαετίες έχουν τον κύριο λόγο. Όμως, κάποιες φορές πέρα από τους όποιους συναισθηματισμούς, χρήσιμο διαφαίνεται η μικρής έκτασης ιστορική παλινδρόμηση σε προγενέστερα λάθη, αστοχίες και αβλεψίες των πολιτικών μας.
Όλων, ανεξαιρέτως! Γιατί το σοβαρό ετούτο πρόβλημα του ελληνισμού, έχει τις ρίζες του πολύ πίσω, στη δεκαετία του 1950. Γιατί από εκείνη την περίοδο είχε στην ουσία σχεδιασθεί η εισβολή του Αττίλα και ο έλεγχος ολόκληρου του νησιού. Απλώς περίμενε την κατάλληλη και προσφορότερη ευκαιρία για να πραγματοποιήσει τα δόλια σχέδιά του στα οποία όμως έπρεπε να προσδώσει ένα χαρακτήρα στοιχειώδους νομιμοποίησης στα μάτια της διεθνούς κοινότητας.
Για να μην αναμασάμε πολυδιαβασμένες σελίδες της ιστορίας, η εγκληματική απόσυρση της ελληνικής μεραρχίας από τη χούντα των συνταγματαρχών των Αθηνών, μετατόπισε την ισορροπία δυνάμεων στην κυπριακή μεγαλόνησο με τη συνέχεια να εμφανίζεται καταλυτική και ώριμο μήλο για την επεκτατική διαχρονικά Τουρκία. Εδώ ο ρόλος της χούντας υπήρξε σημαδιακός, αλλά εξ’ ίσου σημαντικός υπήρξε ο αμερικάνικος δάκτυλος και βεβαίως η ανοχή στην εισβολή.
Έχουν γραφτεί βιβλία, πραγματείες και άρθρα αμέτρητα, πάνω σε αυτό το μείζον θέμα του ελληνισμού, αλλά ποιος διδάχθηκε; Ή, ποιος θυμάται πως ο ίδιος ο υπουργός των εξωτερικών των ΗΠΑ, Χένρυ Κίσινγκερ, ήταν εκείνος που βοήθησε στην όλη διαδικασία δίνοντας το πράσινο φως για την τουρκική εισβολή, γιατί πείστηκε από τους παμπόνηρους Τούρκους πολιτικούς πως ήταν για το συμφέρον των ΗΠΑ η τουρκική παρουσία εκεί;
Ήταν η εποχή, στη δεκαετία του 1970, κατά την οποία στις μεν ΗΠΑ υπήρχε περίεργη ταραχή και κάποια μορφή κενού εξουσίας λόγω ακριβώς του σκανδάλου του Γουότεργκεϊτ που αιωρείτο στον αέρα της αμερικανικής πολιτικής με εμπλεκόμενο τον πρόεδρο Ρίτσαρντ Νίξον, και με τον υπουργό των εξωτερικών να έχει σε σημαντικό βαθμό λυμένα τα χέρια και ελεύθερες τις υπερατλαντικές κινήσεις του.
Στην κυπριακή μεγαλόνησο, αντίστοιχα, ο τότε πρόεδρος Μακάριος ταλαντευόταν ανάμεσα σε κινήματα αδεσμεύτων και άλλων παρεμφερών κινήσεων που σηματοδοτούσαν την προσπάθειά του να παραμείνει εκτός νυμφώνος, τότε που βρισκόταν σε εξέλιξη ο υπέρ πάντων ανταγωνισμός ανατολής και δύσης.
Το αισχρό παιχνίδι που παίχθηκε λοιπόν στον ελληνισμό, είχε πολλές ρίζες, διαστάσεις και παραμέτρους. Το τι ακριβώς ακολούθησε, οι νέες γενιές το γνωρίζουν ή τουλάχιστον οφείλουν να γνωρίζουν σε κάποιο βαθμό! Όλες οι πρωτοβουλίες της διεθνούς κοινότητας απέτυχαν. Οι ΗΠΑ, ενώ έχουν μεγάλο μερίδιο ευθύνης στην όλη σημερινή κατάσταση στη μεγαλόνησο, δεν δείχνουν αποφασισμένες να τεντώσουν το σκοινί στα άκρα, ενώ μπορούν, φοβούμενες μην τυχόν και η Τουρκία απομακρυνθεί από τη Δύση, παραπέμποντας το θέμα στους κόλπους της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η τελευταία περί άλλων τυρβάζει, αφού προέχουν τα συμφέροντα συγκεκριμένων κρατών της λόγω των πολύπλευρων σχέσεών τους με την Τουρκία. Οι όποιες δηλώσεις των αξιωματούχων της γέλωτες πλέον προκαλούν στη γείτονα χώρα μας και τίποτα άλλο. Όμως μεταβαίνοντας πίσω, χρονικά, είδαμε και ακούσαμε πολλάκις ως λύση το θέμα της ομοσπονδίας, της συνομοσπονδίας, των δύο κρατών, και τόσα άλλα που ανάγονται στο μακρυνό παρελθόν, μεταξύ των οποίων κάποτε και εκείνο της ένωσης της Κύπρου με τον κύριο εθνικό κορμό της Ελλάδας.
Ακραία θέση, σαφώς, η οποία προκαλεί πολλαπλά και πολυποίκιλα συναισθήματα και αντιδράσεις από πολλές μεριές και πολλαπλά μετερίζια. Αλήθεια πόσο συμφέρει την Τουρκία να μεταφέρει την Ελλάδα στα βάθη της νοτιοανατολικής Μεσογείου, ή για να το πούμε πιο απλά, πόσο την συμφέρει να μεταφέρει την Ελλάδα στο υπογάστριό της; Και φυσικά πόσο συμφέρει τον ελληνισμό μια τέτοια ενωτική κίνηση, έστω με ένα μόνον τμήμα της κυπριακής μεγαλονήσου;